«Καημένε Αλέξη Τσίπρα»… Με αυτή τη φράση ξεκινά το κείμενο του Politico που αναφέρεται στο Eurogroup και τις διαπραγματεύσεις της Ελλάδας με τους δανειστές της. Ένα κείμενο που έχει τίτλο «Γιατί η Ελλάδα είναι de facto αποικία της Γερμανίας».
Το γιατί, το απαντά το ίδιο το περιοδικό: «Η ελάφρυνση χρέους που απεγνωσμένα θέλει η Αθήνα είναι όμηρος στις πολιτικές ενόψει των γερμανικών εκλογών».
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
«Για μέρες, ο Έλληνας ηγέτης κάνει τηλεφωνήματα, προσπαθώντας να εξασφαλίσει τους καλύτερους δυνατούς όρους για τη χώρα του καθώς μπαίνει στην τελική ευθεία ενός φαινομενικά ατελείωτου κύκλου διασώσεων. Μέχρι στιγμής, οι προσπάθειές του του έχουν δώσει περισσότερη κοροϊδία παρά σεβασμό, ειδικά στη Γερμανία», αναφέρει το Politico και κάνει ιδιαίτερη αναφορά στις πρόσφατες δηλώσεις του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε πως ο Έλληνας πρωθυπουργός τηλεφωνεί συνέχεια στην καγκελάριο Μέρκελ κι εκεί τον παραπέμπει στο… Eurogroup.
«Κανείς δεν αμφιβάλει ότι η Ελλάδα θα πάρει τα λεφτά» σημειώνει ο συντάκτης αναφερόμενος στο σημερινό (15.06.2017) Eurogroup στο Λουξεμβούργο. «Αλλά ο Τσίπρας θέλει κάτι πιο πολύτιμο: την ελάφρυνση χρέους.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Κανένας σοβαρός οικονομολόγος δεν πιστεύει πως η Ελλάδα θα καταφέρει ποτέ να αποπληρώσει το χρέος, άνω των 300 δισ. ευρώ χωρίς ουσιαστική “συγχώρεση” από τους δανειστές της. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να πειστεί η Γερμανία, η χώρα στην οποία η Ελλάδα χρωστάει τα περισσότερα.
Για τη μεγαλύτερη από τη σχεδόν 10ετή ύφεση της Ελλάδας, η χώρα ήταν όμηρος της εσωτερικής πολιτικής. Τώρα, είναι όμηρος της Γερμανίας.
Το Βερολίνο, που αντιτίθεται εδώ και καιρό στην άμεση ελάφρυνση χρέους, αρνείται να υποχωρήσει. Με τις εκλογές να έχουν προγραμματιστεί για τα τέλη Σεπτεμβρίου, Μέρκελ και Σόιμπλε δύσκολα θα μαλακώσουν τη στάση τους άμεσα. Τα ελληνικά προγράμματα διάσωσης παραμένουν πολιτικά τοξικά στη Γερμανία και κάθε άλλη συμφωνία που θα περιλαμβάνει ελάφρυνση χρέους θα θεωρηθεί στο εσωτερικό ως μια παραδοχή ότι η προσπάθεια διάσωσης απέτυχε και σε βάρος των Γερμανών φορολογουμένων.
Με τα χρόνια, η Γερμανία δέχτηκε την παράταση των προθεσμιών για τα δάνεια της Ελλάδας και τη μείωση των επιτοκίων. Αλλά μια περικοπή, όπως απαιτεί το ΔΝΤ, παραμένει εκτός συζήτησης. Τουλάχιστον μέχρι να περάσουν οι εκλογές.
Δυστυχώς για τον Τσίπρα, δεν έχει μεγάλο λόγο στο θέμα. Ένας μεγάλος λόγος που θέλει την ελάφρυνση χρέους τώρα είναι πως θα μπορέσει έτσι η Ελλάδα να ενταχθεί στην ποσοτική χαλάρωση (QE) της ΕΚΤ. Αυτό θα συνέβαλε, σε μεγάλο βαθμό, στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης των επενδυτών στη σταθερότητα της Ελλάδας. Αλλά η Ελλάδα δεν θα μπει στο πρόγραμμα (ποσοτικής χαλάρωσης) όσο το χρέος της δεν θεωρείται βιώσιμο.
Ο Τσίπρας μπορεί να προσπαθήσει να αντισταθεί σε μια συμφωνία αυτή την εβδομάδα και να πάει το θέμα στη Σύνοδο Κορυφής των Βρυξελλών την άλλη εβδομάδα. Αλλά δύσκολα θα κάνει τη διαφορά. Η αλήθεια είναι ότι η Ευρώπη σταμάτησε να ακούει την Ελλάδα εδώ και πολύ καιρό.
Οι μέρες των συζητήσεων για το Grexit που προκαλούσαν νευρικότητα στις αγορές, έχουν περάσει. Σήμερα, η αναφορά στην Ελλάδα είναι πιο πιθανό να προκαλέσει ένα κενό βλέμμα, αν όχι ένα χασμουρητό. Με το χρέος της Ελλάδας ασφαλώς μακριά από τα χέρια των αγορών και στα θησαυροφυλάκια της ΕΚΤ και της Ευρώπης, η Ελλάδα δεν μπορεί πια να ταρακουνήσει το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα.
Ο Τσίπρας δεν κατάλαβε αυτή τη δυναμική μέχρι μετά την εκλογή του το 2015. Ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε υποσχόμενος να ανατρέψει τη λιτότητα που είχαν επιβάλει στην Ελλάδα οι δανειστές. Παρασυρμένος από τη νίκη, ο Τσίπρας έκανε δημοψήφισμα για το αν η κυβέρνηση πρέπει να αποδεχτεί τους όρους της διάσωσης που είχε διαπραγματευτεί ο προκάτοχός του. Η απάντηση των ψηφοφόρων ήταν ξεκάθαρη: όχι (σ.σ. και στα ελληνικά και στα αγγλικά το γράφει το Politico).
Τότε ήρθε η πραγματικότητα. Αντιμέτωπος με την κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος της Ελλάδας, την έξοδο από την ευρωζώνη και ένα μέλλον πιο ζοφερό από το παρόν, ο Τσίπρας και η μπάντα των αριστερών πυροτεχνημάτων του, ήρθαν στα συγκαλά τους. Ο Γιάνης Βαρουφάκης, ο “ροκ σταρ” υπουργός Οικονομικών που κάποτε σήκωσε το δάχτυλο στη Γερμανία, εκδιώχθηκε.
Από τότε, ο Τσίπρας συμμορφώθηκε σε μεγάλο βαθμό με τις απαιτήσεις των δανειστών για νέες περικοπές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Το Βερολίνο και οι εταίροι του αντιμετώπισαν τις περιστασιακές περιόδους αντίστασής του με υπομονή. Στην τελική, ήξεραν ότι ο Έλληνας ηγέτης δεν θα είχε άλλη επιλογή από το να υποχωρήσει.
Και αποδείχθηκε ξανά πως είχαν δίκιο. Μόλις τον περασμένο μήνα, ο Τσίπρας πέρασε περικοπές στις συντάξεις, μια κίνηση που κάποτε έμοιαζε αδιανόητη.
Από την αρχή της κρίσης, μέρος της γερμανικής στρατηγικής στη διαπραγμάτευση με την Ελλάδα ήταν να μην κάνει την πρόοδο εύκολη. Αν και Γερμανοί αξιωματούχοι δεν θα το παραδεχτούν δημόσια, το να κάνουν παράδειγμα (προς αποφυγή) την Ελλάδα ήταν πάντα μέρος του σχεδίου τους.
Και απέδωσε. Σε όλη την Ευρώπη, η Ελλάδα έχει συνώνυμο της οικονομικής ανικανότητας. Αξιωματούχοι σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες αναφέρονται στην Αθήνα σαν έναν διασκεδαστικό, αμετανόητο συγγενή. Κανείς δεν θέλει να είναι σαν την Ελλάδα.
“Η Ελλάδα είναι de facto αποικία“, είπε ο Πολωνός υπουργός Οικονομικών Witold Waszczykowski σε συνέντευξη του στο Politico, εξηγώντας την αντίσταση της χώρας του να ενταχθεί στην ευρωζώνη. “Δεν θέλουμε να επαναλάβουμε αυτό το σενάριο”.
Παρά τις προκλήσεις, η Ελλάδα ακόμη ελπίζει πως τελικά θα πάρει αυτό που θέλει.
Πρώτον, το ΔΝΤ παραμένει στο πλευρό της για περισσότερο από ένα χρόνο, αρνούμενο να συμμετάσχει στο πρόγραμμα διάσωσης αν δεν υπάρξει ελάφρυνση χρέους. Η γερμανική βουλή ενέκρινε το πρόγραμμα διάσωσης το 2015 με την προϋπόθεση της συμμετοχής του ΔΝΤ, το οποίο οι Γερμανοί θεωρούν εγγυητή πως η διαδικασία δεν θα ξεφύγει προς χάρη της Αθήνας.
Αυτό έχει οδηγήσει σε μια παρατεταμένη απόκλιση. Την περασμένη εβδομάδα η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ πρότεινε το ΔΝΤ να συμμετάσχει αλλά να μην εκταμιεύσει χρήματα μέχρι οι Ευρωπαίοι να αποφασίσουν τι είδους ελάφρυνση χρέους θα αποδεχτούν.
Αν γίνει αυτό, δεν θα είναι πριν από τις γερμανικές εκλογές. Στο μεσοδιάστημα, ο Τσίπρας δεν έχει πολλές επιλογές παρά το να αποδεχτεί τις επιθυμίες των “αποικιακών” αφεντάδων του».
Πηγή: Politico