Δευτέρα, 25 Νοε.
11oC Αθήνα

Τσίπρας: Οι δανειστές δεν είναι φίλοι μας

Τσίπρας: Οι δανειστές δεν είναι φίλοι μας

«Από την επόμενη μέρα και της τυπικής ολοκλήρωσης της αξιολόγησης, ξεκινάμε την υλοποίηση του στρατηγικού μας σχεδιασμού. Ενός σχεδιασμού που ξεδιπλώνεται σε ορίζοντα εξαετίας, τα δύο χρόνια μέχρι τις επόμενες εκλογές, τον Σεπτέμβριο του 2019, αλλά και η τετραετία που θα ακολουθήσει αυτήν την αναμέτρηση, η οποία θα είναι η πρώτη περίοδος μετά από μία δεκαετία που μία ελληνική κυβέρνηση θα μπορεί να υλοποιήσει έργο εκτός της μέγγενης της επιτροπείας».

Αυτό είναι ένα από τα πολλά, βασικά μηνύματα που έστειλε ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, με την εισήγησή του στο υπουργικό συμβούλιο, μιλώντας για την επόμενη ημέρα της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης και ζητώντας από τους υπουργούς να μην υπάρξουν καθυστερήσεις, αλλά συντονισμός και ιεράρχηση στην υλοποίηση του σχεδιασμού.

Ο κ. Τσίπρας σημείωσε ότι ο Σεπτέμβρης του 2018 θα σημάνει την οριστική υλοποίηση της εντολής που πήρε η κυβέρνηση τον Σεπτέμβριο του 2015: Να είμαστε εμείς αυτοί που θα διασφαλίσουμε την ομαλή και αμετάκλητη έξοδο της χώρας από την περίοδο των μνημονίων και της επιτροπείας. Επίσης, προσδιόρισε ως προτεραιότητα πέντε πυλώνες της κυβερνητικής πολιτικής εφ εξής: Αύξηση των θέσεων εργασίας, επενδύσεις, ανασυγκρότηση του κοινωνικού κράτους, μεταρρύθμιση στην τοπική αυτοδιοίκηση και συνταγματική αναθεώρηση.

Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε εκτενώς στην τεχνική συμφωνία και τα μέτρα που περιλαμβάνει, τα περιοριστικά και τα αντίμετρα, και εξήγησε γιατί αυτή η τεχνική συμφωνία αποτελεί «εξιτήριο» της χώρας από την επιτροπεία και τα προγράμματα. Όπως διευκρίνισε, «οι δανειστές δεν είναι φίλοι μας» και η κυβέρνηση διαπραγματεύτηκε σκληρά αντί να υιοθετήσει τα κελεύσματα όσων έλεγαν να υπογράψει ό,τι συμφωνία τής έφερναν οι θεσμοί. Έστειλε, δε, μηνύματα στους εταίρους, ότι η Ελλάδα έχει κάνει όσα της αναλογούν και τώρα αναμένει να πειθαρχήσουν στις αποφάσεις για λύση στο χρέος. Ακόμη, είπε ότι αναμένει την τελική στάση του προέδρου της ΝΔ, Κυρ. Μητστοτάκη, καθώς έχει δηλώσει ότι δεν θα ψηφίσει τα αντίμετρα, εξηγώντας ότι με αυτήν τη στάση του έχει βρεθεί σε ένα αδιέξοδο που δημιούργησε ο ίδιος.

«Οι δανειστές δεν είναι φίλοι μας»

Αίσθηση προκάλεσε η αποστροφή του πρωθυπουργού ο οποίος είπε: «Για να μην ξεχνιόμαστε, και η τωρινή συμφωνία δεν παύει να είναι κομμάτι του πλαισίου από το οποίο αγωνιζόμαστε να απεμπλακούμε» και σημείωσε ότι έχει πλήρη συναίσθηση της ευθύνης και απόλυτη επίγνωση της κατάστασης, για να υπογραμμίσει: «Οι δανειστές δεν είναι φίλοι μας. Ούτε έγιναν τον Ιούλιο του ’15, ούτε το Μάη του ’16, ούτε τώρα». Όπως εξήγησε, οι δανειστές, αφενός επιδιώκουν να εξασφαλίσουν τα χρήματα που δάνεισαν στην Ελλάδα και, αφετέρου, έχουν συγκεκριμένο μοντέλο και στρατηγική για τον τρόπο οργάνωσης της οικονομίας αλλά και της κοινωνίας. Ένα μοντέλο, είπε, που βρίσκεται σε σύγκρουση πολλές φορές με αυτό που η κυβέρνηση επιδιώκει για τη χώρα, για την οικονομία και για την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών.
«Έχουμε, όμως, ιεραρχήσει τον θεμελιώδη στόχο. Να βγάλουμε τη χώρα από τα μνημόνια. Να τελειώσει οριστικά η περίοδος της ταπεινωτικής επιτροπείας», ανέφερε, προσθέτοντας ότι «αυτός ο στόχος συνιστά το πρώτιστο αριστερό, προοδευτικό και πατριωτικό καθήκον».

«Διαπραγματευτήκαμε σκληρά»

Ο κ. Τσίπρας είπε ότι η κυβέρνηση δεν είναι διατεθειμένη να υλοποιήσει αυτόν τον στόχο λαμβάνοντας το οποιοδήποτε κόστος. «Δεν υπήρξαμε ποτέ θιασώτες της λογικής του “πάση θυσία”. Δεν ακούσαμε ποτέ τις φωνές που επανειλημμένα μας καλούσαν να υπογράψουμε ό,τι συμφωνία μάς φέρουν οι θεσμοί», τόνισε για να συμπληρώσει: «Για τον λόγο αυτό, διαπραγματευτήκαμε σκληρά. Σε κάποια σημεία υποχωρήσαμε, όμως, σε άλλα τόσα, καταφέραμε να κερδίσουμε πράγματα που θα δώσουν ανάσα σε εκατομμύρια συμπολίτες μας».

Ισόποσα μέτρα ελάφρυνσης στα περιοριστικά μέτρα

Ο πρωθυπουργός εξήγησε γιατί η τεχνική συμφωνία είναι ισόρροπη, αναφερόμενος και στα περιοστικά μέτρα και στα αντίμετρα. Ειδικότερα, επισήμανε ότι το συνολικό αποτέλεσμα θα είναι ουδέτερο, «δηλαδή δεν θα υπάρξει ούτε ένα ευρώ περισσότερη λιτότητα, υπό την προϋπόθεση πάντοτε ότι είμαστε εντός των στόχων του προγράμματος», καθώς η τροποποίηση του δημοσιονομικού μείγματος το 2019 και το 2020, αφορά περιοριστικά μέτρα ύψους 1% συν 1% αλλά και ισόποσα μέτρα ελάφρυνσης.

Ως προς το περιεχόμενο της συμφωνίας σημείωσε:

– Για το 2019 τα περιοριστικά μέτρα στοχεύουν τη μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 1%. Η τεχνική συμφωνία προβλέπει ότι η μεγαλύτερη μείωση δεν μπορεί να ξεπερνά το 18%, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν προσωπικές διαφορές που υπερβαίνουν ακόμα και το 30% της συνολικής σύνταξης.
– Για το 2020 συμφωνήθηκε η εξοικονόμηση 1% του ΑΕΠ να προέλθει από τη μείωση του αφορολόγητου ορίου. Το αφορολόγητο θα διαμορφωθεί επομένως το 2020 μεσοσταθμικά στα 5.900 ευρώ.
Όμως, όπως υπογράμμισε, «στον αντίποδα αυτών, για πρώτη φορά σε κλείσιμο αξιολόγησης, περιγράφονται και τα ισόποσα αντίμετρα για το 2019 και το 2020, υπό την προϋπόθεση ότι το 2018 θα επιτευχθεί ο στόχος για 3,5% πρωτογενές πλεόνασμα».

«Με τη στάση του για τα αντίμετρα ο κ. Μητσοτάκης είναι μπροστά στο αδιέξοδο που ο ίδιος δημιούργησε»

Ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι καθώς η συγκεκριμένη δέσμη αντίμετρων θα κατατεθεί ως ξεχωριστό άρθρο στη Βουλή, «θέλουμε όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης να έχουν τη δυνατότητα να ψηφίσουν έστω αυτό το ευνοϊκό κομμάτι της συμφωνίας» και σημείωσε ότι αναμένει να δει και την τελική στάση του κ. Μητσοτάκη «ο οποίος σήμερα δηλώνει ότι δεν θα ψηφίσει, γιατί ισχυρίζεται πως αυτά τα θετικά μέτρα είναι απλά ψίχουλα». Σχολίασε ότι «με αυτήν του τη στάση έχει βρεθεί, όμως, μπροστά σε ένα αδιέξοδο που δημιούργησε ο ίδιος: Είτε θα αρνηθεί να ψηφίσει τα θετικά μέτρα και θα επαναλάβει το ίδιο λάθος που έκανε τον περασμένο Δεκέμβρη, όταν καταψήφισε την παροχή της εφ άπαξ 13ης σύνταξης, είτε θα τα ψηφίσει, αναγνωρίζοντας ότι αυτά τα μέτρα όχι απλά δεν αποτελούν ψίχουλα αλλά μία ουσιαστική στήριξη προς τους πολίτες αλλά και τις επιχειρήσεις».

Τι κατάφερε η κυβέρνηση με τη διαπραγμάτευση

Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε εκτενώς στα κομβικά ζητήματα «στα οποία μετά από σκληρή διαπραγμάτευση, κατορθώσαμε να φτάσουμε σε ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα:
– Πρώτα απ’ όλα στα ζητήματα της ενέργειας, όπου κατορθώσαμε να παραμείνει η ΔΕΗ υπό δημόσιο έλεγχο και η πώληση μονάδων της να περιοριστεί μονάχα στο 40% των λιγνιτικών μονάδων, δηλαδή περίπου στο 10% της συνολικής παραγωγής, που ούτως ή άλλως θα βαίνει μειούμενο λόγω των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
– Στο θέμα των συμβασιούχων, καταφέραμε αφενός να μην περικοπεί ο αριθμός αυτών που επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό και αφετέρου να εισαχθεί ρήτρα εξαίρεσης αυτών που προσλαμβάνονται για την κάλυψη των αναγκών της προσφυγικής κρίσης.
– Στο θέμα της δημόσιας περιουσίας, τελικά εντάχθηκαν στην Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας δημόσιες επιχειρήσεις και περιουσία που ανήκαν στο ΤΑΙΠΕΔ, και άρα μπορούμε πλέον να εξετάσουμε δυνατότητες αξιοποίησής τους πέρα από την πώληση.
– Το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές, εκεί όπου η απαίτηση ήταν η καθολική απελευθέρωση, αλλά καταλήξαμε σε ένα πλαίσιο που θα αφορά Κυριακές σε συγκεκριμένες τουριστικές περιοχές.
– Όσον αφορά την εξοικονόμηση 0,2% του ΑΕΠ που θα υλοποιηθεί το 2018, αυτή είχε συμφωνηθεί από τον περασμένο Νοέμβριο και επιτυγχάνεται χωρίς κοινωνικό αντίκτυπο.

«Κάναμε τη δύσκολη πολιτική επιλογή παίρνοντας εξιτήριο από την επιτροπεία»

Ο κ. Τσίπρας εξήγησε ότι η κυβέρνηση κατέληξε σε αυτήν τη συμφωνία, παραχωρώντας, επί της ουσίας, μία νομοθετημένη δέσμευση για δημοσιονομικά μέτρα το 2019 και το 2020, «διότι ήταν η βέλτιστη δυνατή λύση για να αρθεί το αδιέξοδο που προκαλούσε με τη στάση του το ΔΝΤ». Ανέφερε ότι η παρουσία του ΔΝΤ στο πρόγραμμα αποτελούσε τη βασική σταθερά της Γερμανίας, παρά τις σοβαρές διαφορές τους στο ζήτημα του χρέους, ενόψει φυσικά και των γερμανικών εκλογών το φθινόπωρο.
«Κάναμε αυτήν τη δύσκολη πολιτική επιλογή, παίρνοντας ουσιαστικά το εξιτήριο από την επιτροπεία και το τέλος της εποχής των μνημονίων που άφησαν τεράστιες πληγές στη χώρα», σημείωσε, εξηγώντας γιατί μιλά για «εξιτήριο»: «Διότι, η επίτευξη τεχνικής συμφωνίας είναι το πρώτο αποφασιστικό βήμα για να κλείσουμε άμεσα τις άλλες σημαντικές εκκρεμότητες», με πρώτη και βασική αυτή του χρέους. «Ισχύει στο ακέραιο, ότι χωρίς λύση για το χρέος δεν υφίστανται μέτρα. Μέχρι τη συνεδρίαση του Eurogroup στις 22 Μάη θα πρέπει να έχουν σαφώς περιγραφεί τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος», τόνισε.

Η Ελλάδα έκανε όσα της αναλογούν, αναμένει λύση για το χρέος που θα δημιουργεί καθαρό διάδρομο

Ο πρωθυπουργός επισήμανε ότι το περίγραμμα των τεχνικών λύσεων είναι, άλλωστε, αυτό που αποτυπώθηκε στην απόφαση της 24ης Μάη του 2016 και έστειλε το μήνυμα πως «σε κάθε περίπτωση, αυτό που αναμένουμε είναι μία λύση για το χρέος, που θα δημιουργεί ένα καθαρό διάδρομο δεκαετίας για την ελληνική οικονομία και παράλληλα θα καλύπτει τόσο τους Ευρωπαίους όσο και το ΔΝΤ». Στο ίδιο πλαίσιο, τόνισε την απόσταση ανάμεσα στο ΔΝΤ και -κυρίως- τη Γερμανία στο συγκεκριμένο θέμα, υπογράμμισε, ωστόσο, ότι «η Ελλάδα έχει κάνει όσα της αναλογούν και μένει πλέον όλοι να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να πειθαρχήσουν στις αποφάσεις του περασμένου Μάη».
Ο κ. Τσίπρας, ανέφερε ότι ο προσδιορισμός των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος αποτελεί, επίσης, τη βασική προϋπόθεση ώστε να προχωρήσει και η ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, σημειώνοντας ότι «ήδη, οι καθυστερήσεις, λόγω των παράλογων απαιτήσεων κυρίως του ΔΝΤ στη διαπραγμάτευση, έχουν κοστίσει στην ελληνική οικονομία και πρέπει γρήγορα να καλύψουμε το χαμένο έδαφος».

«Το κυβερνητικό έργο δεν μπορεί να καθυστερεί»

Με το βλέμμα στους υπουργούς, ο Αλέξης Τσίπρας, αφού είπε ότι «το κλείσιμο της αξιολόγησης κλείνει ένα σημαντικό κύκλο της διακυβέρνησης μας» και αναγνώρισε ότι «η παράταση των διαπραγματεύσεων, δέσμευσε χρόνο και φαιά ουσία από τα περισσότερα υπουργεία, που υπό συνθήκες ομαλότητας θα μπορούσαν να παράξουν πολύ πιο αποτελεσματικά, έργο», τόνισε ότι θέλει να είναι καθαρός, λέγοντας: «Δεν υπάρχει πλέον για κανέναν ανάμεσα μας το άλλοθι της διαπραγμάτευσης. Το κυβερνητικό έργο δεν μπορεί να καθυστερεί. Από την επόμενη μέρα και της τυπικής ολοκλήρωσης της αξιολόγησης, ξεκινάμε την υλοποίηση του στρατηγικού μας σχεδιασμού, που ξεδιπλώνεται σε ορίζοντα εξαετίας». Όπως υποστήριξε, η κυβέρνηση έχει καταφέρει ήδη αρκετά, παρά το περιοριστικό δημοσιονομικό πλαίσιο και την αβεβαιότητα, όμως, πλέον έχει έρθει η ώρα να κάνει ακόμα περισσότερα, «έχοντας μέθοδο, ιεραρχήσεις, χρονοδιαγράμματα, στρατηγικό σχέδιο».

Όπως σημείωσε, «η κυβέρνηση έχει καταφέρει ήδη:

– Να περιορίσει σχεδόν κατά 4% την ανεργία.
– Να έχουν δημιουργηθεί 170.000 νέες θέσεις εργασίας από τη μέρα που αναλάβαμε.
– Να καταγραφεί, για πρώτη φορά τον Μάρτιο, ότι είναι σχεδόν ίσες οι νέες προσλήψεις μόνιμης εργασίας σε σχέση με τις εκ περιτροπής.
– Να έχει περιοριστεί η αδήλωτη εργασία στο 13% όταν βρισκόταν στα επίπεδα του 20% πριν το 2015».
«Κινούμαστε, αναμφισβήτητα, σε σωστή κατεύθυνση, όμως βρισκόμαστε ακόμα μακριά από τους στόχους μας, δεδομένης της καταστροφής που παραλάβαμε», σχολίασε.

Δεύτερος κόμβος, οι επενδύσεις

Ως δεύτερο κόμβο, απολύτως αλληλένδετο με τον πρώτο, χαρακτήρισε το ζήτημα των επενδύσεων, αναφερόμενος στις βάσεις που έχουν ήδη μπει για να καροποφορήσει η σχετική προσπάθεια. Μίλησε για την ψήφιση ενός «σοβαρού φιλοεπενδυτικού αναπτυξιακού νόμου», την αξιοποίηση στο έπακρο των διαθέσιμων χρημάτων από τα ευρωπαϊκά ταμεία και το ΕΣΠΑ, και την περαιτέρω ενίσχυση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.
«Η εμπέδωση της σταθερότητας που φέρει το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης είναι το σήμα για ένα αναγκαίο ισχυρό επενδυτικό κύμα, που θα δώσει αναπτυξιακή ώθηση στην οικονομία», είπε χαρακτηριστικά.

Τρίτο κομβικό σημείο η ανασυγκρότηση του κοινωνικού κράτους

Επ’ αυτού, τόνισε ότι έχουν ήδη γίνει εμβληματικές παρεμβάσεις:

– Η πρόσβαση των 2,5 εκατ. ανασφάλιστων στην Υγεία.
– Η ανασυγκρότηση του ΕΣΥ.
– Οι προσλήψεις σε νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό.
– Η θέσπιση του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης.
– Η απρόσκοπτη λειτουργία των σχολείων στην αρχή του σχολικού έτους, για πρώτη φορά τον καιρό της κρίσης.
Ο πρωθυπουργός στάθηκε σε δύο κομβικά σημεία που ακόμα πρέπει να γίνουν:
Α) Τη μεταρρύθμιση που αφορά την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, που συνιστά μία αναγκαία τομή σε έναν κλάδο, ο οποίος βρέθηκε στο στόχαστρο της επιθετικής λιτότητας, ήδη, πριν από το 2010.
Β) Την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, η οποία πρέπει να φέρει τον άνεμο της προοδευτικής αλλαγής στην Παιδεία, «στον αντίποδα των αποτυχημένων και αντιδραστικών νομοθετημάτων των περασμένων ετών, που βρήκαν απέναντί τους σύσσωμη την εκπαιδευτική κοινότητα».

Πολιτική Τελευταίες ειδήσεις

Σχολιάστε