Ο Γιάννης Στουρνάρας μιλώντας στο συνέδριο του Γραφείου Προϋπολογισμού του κράτους στη Βουλή με θέμα «Κρίση – Μεταρρυθμίσεις – Ανάπτυξη», τόνισε με έμφαση ότι “η καθυστέρηση στην αξιολόγηση έχει προκαλέσει δυσμενή επίδραση σε όλους τους δείκτες της οικονομίας τους τελευταίους μήνες εξαιτίας της αβεβαιότητας και το χειρότερο είναι πως θέτει εν αμφιβόλω όλους ανεξαιρέτως τους στόχους του τρέχοντος έτους, αναπτυξιακούς, δημοσιονομικούς, χρηματοπιστωτικούς”.
Και ζήτησε να ολοκληρωθεί άμεσα η δεύτερη αξιολόγηση γιατί αλλιώς υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να μην επαληθευτούν οι θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας για το 2017 και μετά.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος αφού εκτίμησε ότι έχει υλοποιηθεί το 90% του δημοσιονομικού στόχου, τόνισε ότι τα όσα έχουν επιτευχθεί τα προηγούμενα χρόνια μας επιτρέπουν να ατενίζουμε το μέλλον με μεγαλύτερη αισιοδοξία.
Και αφού παρέθεσε την πρόοδο που έχει συντελεστεί στο δημοσιονομικό σκέλος και στην αντιμετώπιση ανισορροπιών της οικονομίας επισήμανε ότι μετά την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στα ακόλουθα:
1ον Άρση των εμποδίων που υπάρχουν ακόμη και για τις ιδιωτικοποιήσεις που έχουν ήδη εγκριθεί και περαιτέρω προώθηση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και αξιοποίησης της ακίνητης δημόσιας περιουσίας, μέσω των κατάλληλων χρήσεων γης.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
2ον Αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, το οποίο αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και την ελληνική οικονομία, με έμφαση στην αποπληρωμή των δανείων των λεγόμενων «στρατηγικών κακοπληρωτών». Αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε εξέλιξη πρωτοβουλίες για την καθιέρωση ενός πλαισίου διευθέτησης του ιδιωτικού χρέους, που θα χαρακτηρίζεται από ταχύτερες και αποτελεσματικότερες διαδικασίες. Αυτές οι πρωτοβουλίες περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων:
3ον Αντιμετώπιση του προβλήματος του υψηλού δημόσιου χρέους και ρεαλιστική αναπροσαρμογή των δημοσιονομικών στόχων. Η υλοποίηση των βραχυπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους στο πλαίσιο των αποφάσεων του Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου 2016 είναι ένα θετικό βήμα, καθώς τα μέτρα αυτά αναμένεται να μειώσουν το δημόσιο χρέος, έως το 2060 κατά 20 περίπου ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ καθώς και τις ετήσιες ακαθάριστες δανειακές ανάγκες του Ελληνικού Δημοσίου χρέος κατά 5 περίπου ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Ωστόσο, η διασφάλιση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους απαιτεί την ανάληψη πρόσθετων μεσο-μακροπρόθεσμων μέτρων.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, που έχουν ήδη δημοσιοποιηθεί, είναι συμβατή η βιωσιμότητα του χρέους με τη μείωση του δημοσιονομικού στόχου μετά το 2020 σε πρωτογενές πλεόνασμα 2,0% του ΑΕΠ (από 3,5%), εάν συνδυαστεί με ήπια μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, όπως για παράδειγμα με επιμήκυνση της μέσης σταθμισμένης περιόδου αποπληρωμής των τόκων του EFSF κατά 8,5 χρόνια. Τα χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα, σε συνδυασμό με την υλοποίηση των συμφωνηθεισών μεταρρυθμίσεων, τις ιδιωτικοποιήσεις και τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους θα συμβάλουν στην παγίωση της εμπιστοσύνης και στην ενίσχυση της οικονομικής ανάκαμψης και θα διευκολύνουν τη διατηρήσιμη επιστροφή στις χρηματοπιστωτικές αγορές μετά τη λήξη του προγράμματος.
4ον Αλλαγή στο μίγμα της δημοσιονομικής προσαρμογής, ώστε να καταστεί πιο φιλικό προς την επιχειρηματικότητα και την ανάπτυξη. Κάτι τέτοιο μπορεί να επιτευχθεί με: (α) επανεξέταση όλων των δημοσίων δαπανών με σκοπό την επαναστόχευσή τους, την ενίσχυση των ποικίλων μηχανισμών κινήτρων που εμπεριέχονται σε αυτές και τελικά τη μείωσή τους, (β) την αξιολόγηση των δομών του Δημοσίου και των δημόσιων οργανισμών, (γ) την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και (δ) τη μείωση των φορολογικών συντελεστών και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.
5ον Αντιμετώπιση του προβλήματος της μακροχρόνιας ανεργίας. Οι ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης και τα προγράμματα κατάρτισης καθώς και η αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας θα συμβάλουν στη μείωση της ανεργίας, επενεργώντας θετικά και στα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές.
Αναφερόμενος στην ανάπτυξη και εξειδικεύοντας στους κλάδους που μπορούν να συμβάλλουν προς αυτή την κατεύθυνση επισήμανε πως αυτοί είναι:
Πρωτογενής τομέας (Γεωργία, Κτηνοτροφία, Αλιεία)
Μεταποίηση
Ενέργεια
Μεταφορές
Περιβαλλοντική Βιομηχανία
Πληροφορική και Επικοινωνίες
Τουρισμός
Ποντοπόρος Ναυτιλία
Υγεία
Τέλος εξήρε τη σημασία του ανθρώπινου δυναμικού τονίζοντας πως “η Ελλάδα διαθέτει ένα σημαντικό αριθμό αξιόλογων, διεθνώς αναγνωρισμένων επιστημόνων. Επίσης, σημαντικός αριθμός Ελλήνων επιστημόνων δραστηριοποιείται στο εξωτερικό. Αυτός ο πλούτος για τη χώρα δεν έχει αξιοποιηθεί για δεκαετίες. Η Ελλάδα θα μπορούσε να αποτελέσει έναν αξιόλογο κόμβο τεχνολογίας (technology hub) με οικονομία βασισμένη στη γνώση και στην καινοτομία”.