Στα συμπεράσματα που της μελέτης επισημαίνεται ότι οι Ελληνικές τράπεζες μπορούν να συμβάλουν στη χρηματοδότηση της οικονομικής ανάκαμψης της Ελλάδας, με τη βασική προϋπόθεση ότι η Ελλάδα και η Ελληνική κυβέρνηση θα βοηθήσει τις τράπεζές της να ανακάμψουν, αναλαμβάνοντας ριζοσπαστικές και πειστικές οικονομικές πρωτοβουλίες, με σκοπό την επιστροφή της χώρας σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και τη βελτίωση της αξιοπιστίας της εφαρμοσμένης πολιτικής και της εμπιστοσύνης της διεθνούς αγοράς.
Τονίζει επίσης ότι υπάρχει η δυνατότητα να επσιτρέψουν στη χώρα περί τα 45 δισ. ευρώ. Συγκεκριμένα θα πρέπει να ζητήσει από τις Ελληνικές επιχειρήσεις και πολυεθνικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, να επαναπατρίσουν σημαντικό ύψος καταθέσεων που διατηρούν σε ξένες τράπεζες, καθώς και των εσόδων τους από εξαγωγές και άλλες δραστηριότητες, τα οποία εκτιμάται συνολικά ότι ξεπερνούν σήμερα τα €30 δις, ενώ αν οι Έλληνες πολίτες πειστούν και εμπιστευτούν τη χώρα ξανά, θα μπορούσαν να επιστρέψουν στο τραπεζικό σύστημα χαρτονομίσματα ύψους € 10-15 δις εντός της επόμενης διετίας.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
1) Την αποκατάσταση κανονικών συνθηκών ρευστότητας στην Ελληνική αγορά, με τη σημαντική επιστροφή των καταθέσεων και την ανάκτηση της πρόσβασης των τραπεζών στις διεθνείς κεφαλαιαγορές.
2) Την αποτελεσματική διαχείριση και τη σημαντική μείωση του σημαντικού ύψους των επισφαλών δανείων: η πρόκληση για τις Ελληνικές τράπεζες σήμερα δεν είναι η επάρκεια των κεφαλαίων (η οποία υπάρχει), αλλά η δέσμευση και η ικανότητα των Ελληνικών τραπεζών να υλοποιήσουν με αποφασιστικότητα και σχέδιο την αποτελεσματική διαχείριση των προβληματικών δανείων και να μειώσουν σημαντικά τα υπόλοιπα (€115 δις το ύψος των προβληματικών δανείων σήμερα με βάση τον ορισμό ΝΡΕ σε επίπεδο ομίλων).
3) Τη μείωση του ρόλου και της ανάμιξης του επίσημου τομέα και του κράτους στη διακυβέρνηση των συστημικών τραπεζών, η οποία προέκυψε ως συνεπακόλουθο της σημαντικής κρατικής βοήθειας που έχουν λάβει οι τράπεζες τα χρόνια της κρίσης. Οι σχετικοί περιορισμοί δυσκολεύουν την αποτελεσματική διοίκηση και περιορίζουν την ανάπτυξη των εργασιών εν γένει.
4) Την αποτελεσματική προσαρμογή σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο ευρωπαϊκό τραπεζικό περιβάλλον: το τραπεζικό τοπίο στην Ευρώπη μετασχηματίζεται ραγδαία, κυρίως λόγω της εισαγωγής του νέου, αυστηρότερου και διευρυμένου κανονιστικού πλαισίου, την καθοριστική επίδραση των νέων τεχνολογιών και την ένταση του ανταγωνισμού από μη τραπεζικούς χρηματοδοτικούς φορείς και τις διεθνείς αγορές χρήματος και κεφαλαίων.
5) Την αποκατάσταση θετικών ρυθμών πιστωτικής επέκτασης και ανάπτυξης των τραπεζικών εργασιών, με την ενίσχυση της ζήτησης για πιστώσεις, που είναι σήμερα εξαιρετικά υποτονική και μεταβάλλεται με αρνητικούς ρυθμούς, λόγω των συνθηκών ύφεσης στην οικονομία και τις αβεβαιότητες στις αγορές, που συνδέεται με την επιστροφή της χώρας σε αναπτυξιακή τροχιά, την αποκλιμάκωση των επιτοκίων και τη βελτίωση των προσδοκιών και του οικονομικού κλίματος.