Δεν είναι η πρώτη φορά που μια ιστορία που θα μπορούσε να είναι το σενάριο του sequel της θρυλικής ταινίας Το Εξπρές του Μεσονυκτίου έρχεται στο φως. Είναι ακόμα μια ιστορία που συγκλονίζει. Είναι η ιστορία του γιατρού Μεχμέτ Ακάγια, ενός από τους χιλιάδες συλληφθέντες με εντολή Ερντογάν μετά την απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου.
Ο Τούρκος γιατρός ζούσε και εργαζόταν στην Κωνσταντινούπολη. Το βράδυ του πραξικοπήματος ήταν σε μια καφετέρια όταν είδε στο ίντερνετ πως στρατιώτες είχαν κλείσει γέφυρες. Γύρισε σπίτι του για να παρακολουθεί τις εξελίξεις. Την επόμενη σηκώθηκε να πάει στη δουλειά του, όλα έμοιαζαν φυσιολογικά αλλά δεν ήταν. Το νοσοκομείο ήταν κλειστό. Γύρισε σπίτι, μίλησε με τη γυναίκα του που μένει στη Μανίσα για να την καθησυχάσει. Δεν φανταζόταν τι τον περίμενε.
Οι μέρες παιρνούσαν, ο Ερντογάν άρχισε να εξαπολύει πογκρόμ. Και στις 9 Οκτωβρίου, ημέρα Κυριακή, χτύπησε και η δική του πόρτα. Έξι αστυνομικοί εισέβαλαν στο σπίτι του και τον συνέλαβαν. «Κατάσχεσαν τηλέφωνα, tablet, usb, υπολογιστές, μέχρι και τα βιβλία που διάβαζα», λέει στο Έθνος της Κυριακής.
«Με οδήγησαν στις φυλακές της Κωνσταντινούπολης και μ’ έβαλαν σ’ ένα κελί μαζί με δικαστές, εισαγγελείς, αξιωματικούς, κυρίως μορφωμένους ανθρώπους. Μέσα στις δέκα ημέρες που ήμουν φυλακισμένος, είδα ανθρώπους που βασανίστηκαν από τους φρουρούς. Έναν συγκρατούμενό μου τον είχαν επί τρεις ημέρες πισθάγκωνα δεμένο σε καρέκλα, δίνοντάς του μόνο νερό με ζάχαρη – απλά για να τον κρατήσουν ζωντανό», περιγράφει.
Click4more: Το Εξπρές του Μεσονυχτίου! Απάνθρωπα βασανιστήρια σε όποιον πηγαίνει κόντρα στον Σουλτάνο Ερντογάν
Ο λόγος της σύλληψής του; Άφησε και τον ίδιο εμβρόντητο. «Όταν με πήγαν στον αρχηγό της αστυνομίας και ρώτησα γιατί με συνέλαβαν, έμαθα ότι ο φάκελός μου ήταν μυστικός και δεν μπορούσα να λάβω γνώση της δικογραφίας. Το μόνο που μου είπε ήταν “κατηγορείσαι για απόπειρα δολοφονίας του προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας, Ταγίπ Ερντογάν, και κατάλυση της Δημοκρατίας της Τουρκίας”. Τα ‘χασα».
Δέχτηκε ερωτήσεις για το αν είναι οπαδός του Φετουλάχ Γκιουλέν, αν έχει διαβάσει τα βιβλία του και γιατί… είχε ανοίξει λογαριασμό στην τράπεζα BankAsia. Γιατί είχε υποκατάστημα δίπλα στο σπίτι του ήταν η απάντηση και τότε ρωτήθηκε ποιος… του έδωσε εντολή να ανοίξει το λογαριασμό! Γιατί; Γιατί οι ιδιοκτήτες της τράπεζας είναι υποστηρικτές του Γκιουλέν.
Μετά την ανάκριση και παρά την αντίθετη γνώμη του εισαγγελέα, ο δικαστής τον άφησε ελεύθερο. «Φοβόμουν ότι θα σαπίσω σ’ ένα κελί. Ήξερα πως δεν θα με άφηναν ήσυχο» λέει. Όταν λίγο καιρό μετά ο δικηγόρος του τον ενημέρωσε ότι ο εισαγγελέας θα παρέκαμπτε τη δικαστή και θα πήγαινε σε ανώτερο δικαστήριο για να βγάλει ένταλμα σύλληψής μου τα “έχασε” ξανά.
«Μάζεψα τα πράγματά μου και πήγα στο αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης. Στον έλεγχο διαβατηρίων μου είπαν ότι το διαβατήριό μου έχει ακυρωθεί και μου το κράτησαν. Ήμουν πλέον σε πανικό και έτρεμα από τον φόβο μου». Και τότε πήρε τη μεγάλη απόφαση.
«Έψαξα στο Ιντερνετ τρόπους για να ταξιδέψω στην Ελλάδα. Πήγα στη Μαρμαρίδα και συνάντησα κάποιους ανθρώπους. Προφανώς δουλεμπόρους, που διακινούν πρόσφυγες και μετανάστες. Με έβαλαν σε μία φουσκωτή βάρκα μαζί με περίπου 15 άτομα και ξεκινήσαμε για τη Ρόδο. Ήταν πίσσα σκοτάδι. Ευτυχώς ο καιρός ήταν καλός και δεν είχαμε προβλήματα. Έμεινα στη Ρόδο για μία μέρα και μετά πήρα το πλοίο της γραμμής για Αθήνα. Από εκεί πήρα ταξί και πήγα στην Ηγουμενίτσα», λέει ο Τούρκος καρδιολόγος.
Πρωταρχικός του στόχος ήταν να ταξιδέψει σε συγγενείς του στη Γερμανία. Αλλά ως ένας άνθρωπος που ποτέ στη ζωή του δεν είχε παρανομήσει, αποφάσισε να παραδοθεί στους λιμενικούς και να δηλώσει πολιτικός πρόσφυγας. Άλλωστε, δεν είχε διαβατήριο. «Ρώτησα έναν αξιωματικό του Λιμενικού πώς θα μπορούσα να μπω στο πλοίο για Ιταλία. Του εξήγησα ότι είμαι γιατρός και ότι με κυνηγούσαν στην Τουρκία μετά την απόπειρα πραξικοπήματος και κινδύνευε η ζωή μου, αλλά με συνέλαβε γιατί όταν μου ζήτησε διαβατήριο απάντησα ότι μου το είχαν ακυρώσει. Δεν έχω κάνει ποτέ κάτι παράνομο στη ζωή μου, οπότε δεν ήξερα και είπα την αλήθεια στον αξιωματικό».
Όπως λέει οδηγήθηκε στη φυλακή αλλά εκεί «μου συμπεριφέρθηκαν με σεβασμό και πολύ καλά, αλλά ήμουν φυλακισμένος». Δηλώνει όμως πως «θα ήθελα να μείνω στην Ελλάδα, είμαι πολιτικός πρόσφυγας, οι κατηγορίες σε βάρος μου είναι ψευδείς, θέλω να ασκήσω την Ιατρική εδώ, να βοηθώ ασθενείς, να υπηρετήσω τον ελληνικό λαό. Είμαι απλά ένας γιατρός που θέλει να έχει τους ασθενείς του και να επανενωθώ με την οικογένειά μου».
Την περασμένη εβδομάδα η υπόθεσή του εξετάστηκε από την Εισαγγελία Θεσσαλονίκης και αφέθηκε ελεύθερος ώσπου να εξεταστεί η αίτηση πολιτικού ασύλου που κατέθεσε στη χώρα μας.
«Φοβάμαι ότι αν επιστρέψω στην Τουρκία θα με πετάξουν σ’ ένα κελί και θα σαπίσω εκεί περιμένοντας για χρόνια να γίνει η δίκη. Δεν μπορώ να ρισκάρω τη ζωή μου, φοβάμαι για την οικογένειά μου που μένει ακόμα στην Τουρκία», λέει.
Πηγή: Έθνος