Η ΠΟΜΙΔΑ επισημαίνει ότι η επιβολή του συμπληρωματικού φόρου «από τα 200.000 ευρώ, αντί για την πλήρη κατάργησή του, ρίχνει ολόκληρη την «μεσαία τάξη» στο «δόκανο» μιας ανάλγητης διπλής φορολόγησης χωρίς όριο, και βάζει “ταφόπλακα” στην οικοδομή, την κτηματαγορά και ολόκληρη την οικονομία».
«Με το άρθρο 50 του σν αυξάνονται κατά ποσοστό 23-25% οι συντελεστές φόρου όλων των αστικών οικοπέδων της χώρας, ανεξάρτητα αν μειώθηκε ή όχι η αντικειμενική τους αξία. Αυτό σημαίνει ότι σε όσες περιοχές δεν μειώθηκαν οι αντικειμενικές αξίες, ή μειώθηκαν συμβολικά, η αύξηση του φορολογικού βάρους είναι διπλή, και από την αύξηση του συντελεστή οικοπέδου, αλλά και από την αύξηση της κλίμακας του συμπληρωματικού φόρου», υποστηρίζει επίσης η ΠΟΜΙΔΑ.
Επίσης αναφέρει ότι «απουσιάζει από τις νέες ρυθμίσεις η μέχρι σήμερα ισχύουσα διάταξη για μείωση του φόρου των κενών και μη ρευματοδοτούμενων (ξενοίκιαστων) ακινήτων κατά 20%, που αποτελούσε μια ελάχιστη “ανάσα” σε φορολογούμενους με απρόσοδα ακίνητα, που επί ΕΕΤΗΔΕ-ΕΕΤΑ απαλλάσσονταν πλήρως, και η οποία τους δημιουργεί επιβάρυνση κατά 25% στα ποσά που θα πληρώσουν για τέτοια ακίνητα».