Μία τέτοια θα αφορούσε στον οδικό χάρτη για τη ρύθμιση του χρέους που συζητήθηκε στο χτεσινό Eurogroup και αφορά στην αναφορά για προεξόφληση χρέους προς το ΔΝΤ ή τα κράτη μέλη.
Τι σημαίνει αυτή η δυνατότητα. Σημαίνει πως ελαφρύνεται το χρέος και η εξυπηρέτησή του κυρίως, καθώς ακριβότερα, δηλαδή με υψηλότερο επιτόκιο και μικρότερης διάρκειας δάνεια, θα αντικατασταθούν με άλλα του ESM τα οποία θα έχουν μεγαλύτερη διάρκεια, περίοδο χάριτος και χαμηλότερα επιτόκια.
Η εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό με την απόδοση 8 δισεκατομμυρίων ευρώ των κερδών των κεντρικών τραπεζών και της ΕΚΤ από τα ελληνικά ομόλογα, δείχνει πως η πρώτη φάση της ελάφρυνσης του χρέους, ως το 2018, μπορεί να παράξει αποτελέσματα και για τα επόμενα χρόνια και ιδίως την τριετία 2022 ως 2024, που οι τόκοι και η εξόφληση χρεών είναι κυριολεκτικά βουνά αδύνατα προς υπερπήδηση, αφού το 2022 απαιτούνται χια τόκους και χρεολύσια (μόνο των ομολόγων και όχι των εντόκων γραμματίων) 33,2 δισ. Ευρώ, το 2023 το κονδύλι ανέρχεται σε 28,6 δισ. Ευρώ και το 2024 24,4 δισ. Ευρώ.
Επίσης, σημαντική θα πρέπει να θεωρηθεί και η παράμετρος πως τα δάνεια του πρώτου μνημονίου που χορήγησαν κράτη και τα οποία αρχίζουν να λήγουν, θα περνούν σταδιακά στα χέρια του ESM, στοιχείο με ιδιαίτερη πολιτική σημασία.
Η τριφασική αντιμετώπιση και οι ρυθμίσεις του χρέους θα έχουν ένα κοινό παρονομαστή ο οποίος μένει να διαμορφωθεί και ο οποίος στηρίζεται στο ποσοστό των δαπανών για την εξυπηρέτηση του χρέους και το οποίο σύμφωνα με πληροφορίες δεν θα ξεπερνά το 15% του ΑΕΠ και θα αφορά τόσο στις δαπάνες για τόκους, χρεολύσια των ομολόγων, αλλά και των εντόκων γραμματίων.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί πως η ελληνική κυβέρνηση εκτιμά πως η τριφασική προσέγγιση, ως το 2018, στη συνέχει ως το 2022 και τα πιο μακροπρόθεσμα δάνεια, θα τις επιτρέψει να διαπραγματευθεί και τη δέσμευση για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ.
Στα αρμόδια υπουργεία θεωρούν πως δεν είναι ρεαλιστικό να προσδοκάς πως θα έχει η χώρα για μακρύ χρονικό διάστημα τόσο ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης ώστε να πετυχαίνει τέτοια πρωτογενή πλεονάσματα (άποψη που ασπάζεται και το ΔΝΤ και γι΄ αυτό ζητά χαμήλωμα των στόχων του πρωτογενούς πλεονάσματος).
Ο μαγικός αριθμός στον οποίο στηρίζεται ο στόχος; των πλεονασμάτων είναι 3,5% τουλάχιστον ονομαστική ανάπτυξη.
Και επειδή το σενάριο περιλαμβάνει την εκτίμηση μέσης ανάπτυξης 1,5% σε βάθος πολλών χρόνων (στηρίζεται στο γεγονός ότι ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης την προηγούμενη 30ετία ήταν για την ελληνική οικονομία 1,5% του ΑΕΠ), θα πρέπει η Ελλάδα αυτό το διάστημα να έχει πληθωρισμό τουλάχιστον 2%.
Επειδή πρόκειται για φιλόδοξο σενάριο, στο υπουργείο Οικονομικών θεωρούν πως το πιο ρεαλιστικό κριτήριο είναι η ρήτρα ανάπτυξης και με αυτό να ορίζονται και οι υποχρεώσεις για το χρέος.
Ομως, υπάρχει και μία κρυφή ελπίδα. Στο νέο περιβάλλον που θα δημιουργηθεί και θα λείψουν οι αγκυλώσεις του παρελθόντος, τα εμπόδια, η διαφθορά του Δημοσίου, είναι πιθανό οι ρυθμοί ανάπτυξης να είναι πιο ισχυροί, γιατί, όπως λένε, και το γενικότερο επενδυτικό και οικονομικό περιβάλλον θα είναι πιο ελκυστικά.
Μόνο πoυ για να συμβεί, αυτό, όπως παραδέχονται στο υπουργείο Οικονομικών, απαιτούνται τολμηρές μεταρρυθμίσεις στο κράτος ώστε να παταχθεί η γραφειοκρατία και η διαφθορά και σταθεροί κανόνες για την επενδυτική και οικονομική δραστηριότητα.
Κι αυτά μένει να γίνουν. Ως τότε ας κρατάμε μικρό καλάθι.