Δευτέρα, 30 Σεπτ.
21oC Αθήνα

Τί θα κερδίσει η Ελλάδα από την αξιολόγηση και τη ρύθμιση του χρέους

Τί θα κερδίσει η Ελλάδα από την αξιολόγηση και τη ρύθμιση του χρέους

Όφελος ίσο με 2,8% του ΑΕΠ, τουτέστιν 5 δισ. Ευρώ περίπου, με τη ρύθμιση του χρέους βλέπει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας. Ο Γιάννης Στουρνάρας μιλώντας στο Σύνδεσμο Βιομηχάνων Βόρειας Ελλάδας επισήμανε επίσης ότι το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους (πληρωμή ομολόγων, τόκων και εντόκων γραμματίων) μετά τη ρύθμιση θα περιοριστεί ως ποσοστό του ΑΕΠ στο 15% και έτσι θα καταστεί διαχειρίσιμο.

Ο ίδιος εκτιμά πως μετά το 2018 η ανάγκη για πρωτογενή πλεονάσματα θα περιοριστεί στο 2% του ΑΕΠ και το 2030 χάρη στη ρύθμιση το χρέος θα είναι ίσο με το 100% του ΑΕΠ, ενώ το 2035 θα πέσει ακόμα περισσότερο στο 89%.

Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας επισήμανε επίσης ότι “η επιτυχής ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος είναι βέβαιο ότι θα επιδράσει θετικά στο κλίμα εμπιστοσύνης και τις προοπτικές ανάκαμψης της οικονομίας το 2016. Είναι το κλειδί για την επιστροφή καταθέσεων στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα και θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις:

Πρώτον, για την επανένταξη των ελληνικών κρατικών τίτλων στις αποδεκτές από το Ευρωσύστημα εξασφαλίσεις (“waiver”), γεγονός που θα επιτρέψει την πιο φθηνή χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).

Δεύτερον, για να καταστεί δυνατή η συμμετοχή και των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Η επανένταξη των ελληνικών τίτλων στις αποδεκτές από το Ευρωσύστημα εξασφαλίσεις και η συνεπαγόμενη πιο φθηνή αναχρηματοδότηση των τραπεζών, σε συνδυασμό με τη συμμετοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων στους πυλώνες ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, εκτιμάται ότι θα έχουν σημαντική θετική επίπτωση στα αποτελέσματα των τραπεζών, δυνητικού ύψους για το επόμενο έτος περί τα 400 με 500 εκατομμύρια ευρώ.

Οι έμμεσες επιπτώσεις όμως, όπως για παράδειγμα η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας του Ελληνικού Δημοσίου και των ελληνικών τραπεζών, αναμένεται να είναι σημαντικά υψηλότερες”.

Η επιτυχής ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος είναι βέβαιο ότι θα επιδράσει θετικά στο κλίμα εμπιστοσύνης και τις προοπτικές ανάκαμψης της οικονομίας το 2016.

Είναι το κλειδί για την επιστροφή καταθέσεων στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα και θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις:

Πρώτον, για την επανένταξη των ελληνικών κρατικών τίτλων στις αποδεκτές από το Ευρωσύστημα εξασφαλίσεις (“waiver”), γεγονός που θα επιτρέψει την πιο φθηνή χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).

Δεύτερον, για να καταστεί δυνατή η συμμετοχή και των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Η επανένταξη των ελληνικών τίτλων στις αποδεκτές από το Ευρωσύστημα εξασφαλίσεις και η συνεπαγόμενη πιο φθηνή αναχρηματοδότηση των τραπεζών, σε συνδυασμό με τη συμμετοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων στους πυλώνες ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, εκτιμάται ότι θα έχουν σημαντική θετική επίπτωση στα αποτελέσματα των τραπεζών, δυνητικού ύψους για το επόμενο έτος περί τα 400 με 500 εκατομμύρια ευρώ.

Οι έμμεσες επιπτώσεις όμως, όπως για παράδειγμα η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας του Ελληνικού Δημοσίου και των ελληνικών τραπεζών, αναμένεται να είναι σημαντικά υψηλότερες”.

Όσον αφορά στα προβλήματα και τις καθυστερήσεις εξόδου από τα μνημόνια ο κ. Στουρνάρας βλέπει ευθύνες στο εγχώριο πολιτικό σύστημα, αλλά και στους εταίρους οι οποίοι δεν τήρησαν τις δεσμεύσεις τους, ενώ ορισμένοι προχωρούσαν σε απειλές για Grexit δηλητηριάζοντας το κλίμα.

Συγκεκριμένα ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος επισήμανε ότι: “Αυτή η καθυστέρηση οφείλεται, μεταξύ άλλων, στον αρνητικό ρόλο που διαδραμάτισαν: Η έλλειψη οικειοποίησης και προσήλωσης, από μερίδα του πολιτικού κόσμου, στη διόρθωση των λαθών του παρελθόντος και στην εφαρμογή των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, η αντιμνημονιακή ρητορική, ο κομματικός ανταγωνισμός και η έλλειψη συνεννόησης μεταξύ των πολιτικών κομμάτων, καθώς και τα ποικίλα, μεγάλα και μικρά, συμφέροντα που επεδίωκαν τη διατήρηση των κεκτημένων τους και τη μη υιοθέτηση και εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.

Παράλληλα, όμως, η μη τήρηση των δεσμεύσεων των Ευρωπαίων εταίρων όσον αφορά την υλοποίηση των αποφάσεων του Eurogroup του Νοεμβρίου του 2012 για την ελάφρυνση του χρέους, αλλά και το γεγονός ότι σε κάθε καθυστέρηση στη διαπραγμάτευση, ακόμη και για τεχνικά ζητήματα, επισείονταν ως απειλή από ορισμένους από τους εταίρους ο κίνδυνος της χρεοκοπίας και εξόδου από το ευρώ, με ανάλογα αποτελέσματα στις αγορές, επέτειναν την αβεβαιότητα και επηρέασαν αρνητικά το οικονομικό κλίμα στη χώρα”.

Οικονομία Τελευταίες ειδήσεις

Σχολιάστε