Παρασκευή, 29 Νοε.
17oC Αθήνα

Τηλεοπτικές άδειες: Η κυβέρνηση απαντά στην Ένωση Ιδιοκτητών Τηλεοπτικών Σταθμών

Τηλεοπτικές άδειες: Η κυβέρνηση απαντά στην Ένωση Ιδιοκτητών Τηλεοπτικών Σταθμών

Απαντήσεις επί των συμπερασμάτων της ΕΙΤΗΣΕΕ για τη μελέτη της Σχολής της Φλωρεντίας του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου σχετικά με τον αριθμό ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών στην Ελλάδα, δίνουν κυβερνητικοί κύκλοι.

Αναλυτικά οι απαντήσεις κυβερνητικών πηγών σε κάθε ένα από τα πέντε συμπεράσματα της ΕΙΤΗΣΕΕ:

– Συμπέρασμα 1ο ΕΙΤΗΣΕΕ: «Με την σημερινή τεχνολογία η Digea έχει τη δυνατότητα να εκπέμπει 16 προγράμματα υψηλής ευκρίνειας ή 48 κανονικής ευκρίνειας και στο μέλλον 54 και 150 αντίστοιχα».

Όπως εύστοχα παρουσιάζεται στη μελέτη του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου, η προσθαφαίρεση συχνοτήτων που πραγματοποιήθηκε κατά τη σχεδίαση του χάρτη συχνοτήτων θα δημιουργήσει προβλήματα παρεμβολών με τις όμορες χώρες στο εγγύς μέλλον. Ο ψηφιακός Χάρτης Συχνοτήτων θα πρέπει να επανασχεδιαστεί λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς τάσεις για την απελευθέρωση της ζώνης των 700 ΜΗz καθώς και τις συχνότητες που της έχουν αποδοθεί από την ITU – και μόνον αυτές. Λαμβάνοντας υπόψη αυτές τις παραμέτρους, καθώς και τις συστημικές παραμέτρους όπως ορίζονται στον χάρτη συχνοτήτων και αναφορικά με την τεχνική συμπίεσης, ο μέγιστος αριθμός προγραμμάτων εθνικής εμβέλειας, υψηλής ευκρίνειας που δύναται να εκπέμψει ο πάροχος δικτύου είναι τέσσερα (4). Οποιαδήποτε προσθήκη σε αυτόν τον αριθμό σημαίνει ότι είτε δεν θα έχουμε περιφερειακά, ούτε δημόσια προγράμματα είτε ότι ο νέος Χάρτης Συχνοτήτων θα αναπαράγει τις δυσλειτουργίες και τα προβλήματα του προηγούμενου.

Από τα παραπάνω είναι εμφανές ότι δεν αρκεί να εξετάσουμε την τεχνολογία του παρόχου δικτύου προκειμένου να προσδιορισθεί ο αριθμός των αδειών (σημειώνεται ότι οι παρατιθέμενοι αριθμοί δεν τεκμηριώνονται από την ΕΤΗΣΕΕ), αλλά αντιθέτως, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και οι παράμετροι που προαναφέρθηκαν.

-Συμπέρασμα 2ο ΕΙΤΗΣΕΕ: «Η μελέτη έχει ακόμα και αριθμητικά λάθη. Ενώ αναφέρει ότι η χωρητικότητα ενός πολυπλέκτη είναι 24.88 Mbit/s και η απαίτηση μίας ροής υψηλής ευκρίνειας είναι 8 Mbit/s, καταλήγει ότι χωρούν δύο ροές αντί για 3. Το συμπέρασμα των 4 προγραμμάτων βγαίνει μετά από αριθμητικά λάθη, λανθασμένες παραδοχές και λογικές υπερβάσεις».

Σύμφωνα με ITU-R-REP-BT.2386-2015, η χωρητικότητα του κάθε πολυπλέκτη καθορίζεται από το είδος της διαμόρφωσης, την κωδικοποίηση και το διάστημα διαφύλαξης (guard interval).

Με την ΚΥΑ 39805/2014 «Τροποποίηση του Χάρτη Συχνοτήτων Επίγειας Ψηφιακής Ευρυεκπομπής Τηλεοπτικού Σήματος», η παράγραφος 7 του άρθρου 3 της ΚΥΑ 42800/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «Στο Παράρτημα Ζ΄ παρατίθεται χάρτης της επικράτειας με την ραδιοκάλυψη από όλα τα επιτρεπτά κέντρα εκπομπής για προδιαγραφές της ITU 64 QAM−FEC 3/4.».

Επίσης, η παράγραφος 1 του άρθρου 4 της ΚΥΑ 42800/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «Η βασική σχεδίαση του χάρτη αφορά σε συστημικές παραμέτρους σχεδίασης διαμόρφωση 64−QAM, κωδικοποίηση 3/4 και διάστημα φύλαξης (Guard Interval − Gl) τουλάχιστον 1/8, για σταθερή λήψη. Εφόσον οι τεχνικές προδιαγραφές εκπομπής που προσδιορίζονται στα Παράρτημα Δ΄ και Ε΄ της παρούσας δεν παραβιάζονται, ο πάροχος μπορεί να επιλέγει ελεύθερα την τεχνολογία ανάπτυξης των δικτύων του»

Συνεπώς η ονομαστική μέγιστη δυνατή χωρητικότητα που θα μπορούσε να επιτευχθεί είναι 24.88 Μbit/s ή Mbps (ITU 64 QAM−FEC 3/4 GI 1/8). Η Digea όμως έχει αναπτύξει το δίκτυο χρησιμοποιώντας 16 QAM−FEC 3/4 GI 1/8 κι έτσι η πραγματική μέγιστη χωρητικότητα είναι 16.59 Mbit/s.

Επίσης όσον αφορά τον αριθμό των προγραμμάτων, σύμφωνα με το technical report της EBU (Defining Spectrum Requirements of Broadcasting in the UHF Band, 2015), ο συνολικός ρυθμός για ένα πρόγραμμα με HD ευκρίνεια κυμαίνεται από 8.35 -12.35 Mbps. Συνεπώς ακόμα και αν ληφθεί υπόψη η μέγιστη ονομαστική χωρητικότητα των 24.88 Μbps o αριθμός των HD προγραμμάτων σε ένα πολυπλέκτη δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος από 2.

Όπως προκύπτει από την παραπάνω τεκμηρίωση, ουδέν αριθμητικό ή άλλο σφάλμα υφίσταται στους υπολογισμούς της μελέτης του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου.

– Συμπέρασμα 3ο ΕΙΤΗΣΕΕ: «Η μελέτη αναφέρει ότι σε κανένα κράτος της Ε.Ε δεν έχει γίνει διαγωνισμός για χορήγηση αδειών παρόχου περιεχομένου με δημοπράτηση ή άλλη διαδικασία. Για τον υπολογισμό του τιμήματος συγκρίνει με διαδικασίες για χορήγηση χρήσης φάσματος, κάτι που έχει ολοκληρωθεί στην Ελλάδα και έχει καταβληθεί τίμημα 4.1 εκατ. ευρώ ανά πολυπλέκτη. Δηλαδή η πρόταση είναι να πληρωθεί δύο φορές το ίδιο πράγμα».

Σε κανένα σημείο της η μελέτη δεν αναφέρει πως το τίμημα που προτείνει αφορά διαγωνισμό για παραχώρηση χρήσης φάσματος. Αντιθέτως, διαμέσου της εξέτασης πέντε παραδειγμάτων αδειοδότησης σε χώρες-μέλη της ΕΕ και εφαρμόζοντας δύο διαφορετικές μεθόδους συγκριτικής αξιολόγησης, προκειμένου να επιτευχθεί η αναγκαία μεθοδολογική ισορροπία, η μελέτη τεκμηριώνει κατά τρόπο επιστημονικά άρτιο την πρότασή της για το αρχικό τίμημα του διαγωνισμού.

– Συμπέρασμα 4ο: «Από την ίδια μελέτη προκύπτει ότι το τίμημα που έδωσε η Digea είναι υπερβολικό, τουλάχιστον διπλάσιο από την πρόταση της μελέτης».

Ο συντάκτης της ανακοίνωσης (και) στο σημείο αυτό συγχέει τον πάροχο δικτύου (Digea) με τον πάροχο περιεχομένου (τηλεοπτικοί σταθμοί). Δεν έχει απολύτως καμία σχέση το τίμημα που πλήρωσε η Digea με το τίμημα που πρέπει να καταβάλει ένας τηλεοπτικός σταθμός προκειμένου να λειτουργεί νόμιμα. Ας μην ξεχνάμε, ωστόσο, πως μέτοχοι της Digea είναι οι τηλεοπτικοί σταθμοί εθνικής εμβέλειας -μέλη της ΕΙΤΗΣΕΕ. Το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει στην πραγματικότητα ταύτιση του παρόχου δικτύου με τον πάροχο περιεχομένου είναι μια ακόμη παθογένεια του άναρχου τηλεοπτικού πεδίου, η οποία μάλιστα αντίκειται στο ενωσιακό δίκαιο.

– Συμπέρασμα 5ο: «Δεν υπάρχει αξιολόγηση ή πρόταση για οικονομική βιωσιμότητα σταθμών».

Η έρευνα του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου ξεκαθαρίζει με τον πλέον ρητό τρόπο ότι τα διαθέσιμα στους συντάκτες της στοιχεία δεν επαρκούσαν για τη διεξαγωγή ενδελεχούς και επιστημονικής μελέτης της οικονομικής βιωσιμότητας των τηλεοπτικών σταθμών. Διότι τα δημοσιευμένα οικονομικά στοιχεία των τηλεοπτικών επιχειρήσεων είναι παρωχημένα, ελλιπή και ελέγχονται για την αξιοπιστία τους. Για παράδειγμα, μόλις προ ημερών μεγάλη τηλεοπτική επιχείρηση υποχρεώθηκε να επανασυντάξει τον ισολογισμό της, όταν ορκωτοί ελεγκτές διαπίστωσαν εκτεταμένες ανακρίβειες. Παρά ταύτα, η μελέτη επισημαίνει τον δραστικό περιορισμό της διαφημιστικής αγοράς, σε συνδυασμό με τη συσσώρευση δανειακών υποχρεώσεων στις λειτουργούσες επιχειρήσεις και σημειώνει ότι ο περιορισμός του αριθμού τους θα λειτουργούσε υπέρ της βιωσιμότητάς τους.

Πολιτική Τελευταίες ειδήσεις

Σχολιάστε