Χωρίς προηγούμενο θα είναι η φορολόγηση όλων των εισοδημάτων που ξεπερνούν το όριο φτώχειας έστω και κατά το ελάχιστο. Ειδικά μικρά και μεσαία εισοδήματα της τάξης των 800 και των 1.000 ευρώ μπαίνουν στο στόχαστρο της εφορίας, ενώ ειδικά για τις οικογένειες με εισόδημα κοντά στις 30.000 ευρώ το χρόνο οι φόροι θα πέσουν βροχή με ένα κοκτέιλ αυξήσεων που θα εκτινάξουν τα ποσά που θα πρέπει να πληρωθούν.
Ουσιαστικά με την κατάργηση του αφορολόγητου για τα εισοδήματα άνω των 800 ευρώ το μήνα (καθαρά) θα βρεθούν να πληρώνουν φόρο από το πρώτο ευρώ δεκάδες χιλιάδες μισθωτοί και συνταξιούχοι που ως τώρα δεν πλήρωναν σχεδόν τίποτε στην εφορία, αφού πλέον θα φορολογούνται από το πρώτο ευρώ χωρίς δηλαδή τη φοροαπαλλαγή των πρώτων 9.000 ευρώ που είχαν ως τώρα.
Την ίδια ώρα ωστόσο όλα δείχνουν ότι έρχονται νέοι αυξημένοι συντελεστές φορολόγησης για τα εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ (μεικτά). Η αύξηση αυτή θα είναι κλιμακωτή και θα είναι μεγαλύτερη για τα εισοδήματα άνω των 25.000 ευρώ, θα τιμωρεί ουσιαστικά τις οικογένειες που ακόμη αντέχουν έχοντας είτε έναν αξιοπρεπή μισθό ή μια σύνταξη ή τις οικογένειες με δύο μικρούς μισθούς.
Ταυτόχρονα όμως η φορολόγηση των εισοδημάτων αυξάνεται αυτομάτων καθώς ενσωματώνεται η κατά τα άλλα έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης ή οποία πλέον εντάσσεται πλήρως ως νέος φόρος στα εισοδήματα όλων όσοι έχουν αποδοχές άνω των 12.000 ευρώ το χρόνο.
Όλα τα παραπάνω αυξάνουν κατακόρυφα τους φόρους και θεωρείται βέβαιο ότι θα αυξήσουν κατακόρυφα και τις οφειλές προς το δημόσιο. Την ίδια ώρα όμως δεν υπάρχει στον ορίζοντα καμία νέα ρύθμιση χρεών, καθώς την απαγορεύει το μνημόνιο, ενώ αντίθετα οι οφειλέτες θα δουν ότι καταργείται το 25% ως ανώτατο όριο κατάσχεσης μισθών και συντάξεων και έτσι η εφορία θα μπορεί να κατασχέσει μεγαλύτερα ποσά αυτόματα από τον τραπεζικό λογαριασμό.
Σε ό,τι αφορά στους αγρότες τα νέα δεν περιλαμβάνουν τίποτε άλλο από υποσχέσεις για ισοδύναμα. Ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Βαγγέλης Αποστόλου είπε μιλώντας στη Βουλή: «θα επιμένουμε», έχοντας ως αιχμές δύο εργαλεία: Πρώτον, τον πραγματικό προσδιορισμό του αγροτικού εισοδήματος μέσα από την τήρηση εσόδων – εξόδων εκτός των μικρών (μετά από προσδιορισμό) παραγωγών και δεύτερον, τον επανακαθορισμό της έννοιας του επαγγέλματος του αγρότη, στοχεύοντας στη διαφορετική και διαφοροποιημένη μεταχείρισή του.
Ανακοίνωσε ότι το υπουργείο θα καταθέσει εναλλακτικές λύσεις, των οποίων η βασική φιλοσοφία θα είναι να κατανεμηθούν τα φορολογικά βάρη δίκαια στους αγρότες και σύμφωνα με τη φοροδοτική τους ικανότητα, με ιδιαίτερη μέριμνα στους μικρομεσαίους.
Ως παραδείγματα, ο υπουργός είπε ότι:
– για τον υπολογισμό του καθαρού γεωργικού εισοδήματος επιδιώκουμε να αναγνωρίσουμε ως τεκμαρτή δαπάνη την αμοιβή της οικογενειακής εργασίας, καθώς και τις αποσβέσεις κεφαλαίων και άλλες δαπάνες, όπως τη διευρυμένη και πραγματική χρήση του εργόσημου, ιδίως στους μετανάστες.
– στο βαθμό που η διαπραγμάτευση περιλάβει και τις ενισχύσεις, επιδιώκουμε αφορολόγητο όριο όπως ήδη έχει εφαρμοστεί, 12.000 ευρώ μεταφέροντας όμως μεγαλύτερα φορολογικά βάρη στα υψηλότερα ποσά.