Ο Γιάνης Βαρουφάκης “απασφάλισε”!
Με ένα άρθρο – “φωτιά” απαντά σε ένα ερώτημα: “Πόσο κόστισα;”.
Αυτός είναι και ο τίτλος του άρθρου του που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα των Συντακτών, με τον πρώην υπουργό Οικονομικών να αναφέρεται σε όλα τα “καυτά” ζητήματα.
Γερούν Ντάισελμπλουμ, capital controls, μνημόνια, σύμβουλοι, ταξίδια στις Βρυξέλλες, ΤΧΣ είναι μονάχα μερικά από αυτά.
Γράφει ξεκινώντας ο Γιάνης Βαρουφάκης: “Μετά τη συνθηκολόγηση της κυβέρνησής μας, αμέσως μετά το δημοψήφισμα, το «αφήγημα των νικητών» έχει ως εξής: Στα τέλη του 2014 η ελληνική οικονομία ανέκαμπτε. Αν ο λαός δεν «έσφαλλε» εκλέγοντάς μας, η ανάκαμψη θα συνεχιζόταν και το Μνημόνιο σύντομα θα αποτελούσε παρελθόν.
Ομως η διαπραγματευτική στάση που κράτησε η κυβέρνηση Τσίπρα απέναντι στους δανειστές, με πρωταγωνιστή τον υπογράφοντα, βούλιαξε την οικονομία ξανά στην ύφεση και εξανέμισε το μικρό πρωτογενές πλεόνασμα που με τόσο κόπο είχε δημιουργήσει η προηγούμενη κυβέρνηση.
«Ευτυχώς», την ύστατη στιγμή ο πρωθυπουργός έκανε πίσω, αντικατέστησε τον υπουργό Οικονομικών που κόστισε στη χώρα από 20 μέχρι και 90 δισ., και έσωσε την παρτίδα, ίσως και την πατρίδα.
Αν ήμουν “καλός πολιτικός” θα χρησιμοποιούσα τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για να “αποδείξω” ότι επί υπουργίας μου η ανάκαμψη ενισχύθηκε με τον ρυθμό της να ξεπετάγεται την περίοδο Απριλίου – Ιουνίου στο 1,6% – πιο ψηλά από τον ρυθμό που υποσχόταν (1,4%) η κυβέρνηση Σαμαρά για την ίδια περίοδο!
Δεν είμαι όμως «καλός πολιτικός», καθώς επιμένω να λέω την αλήθεια. Κι η αλήθεια είναι ότι η ελληνική οικονομία δεν ανέκαμψε επί υπουργίας μου. Οπως βεβαίως δεν υπήρξε καμία ανάκαμψη το 2014 επί ημερών των κ. Σαμαρά – Χαρδούβελη”.
Στόχος μας ήταν μια συμφωνία που να είναι βιώσιμη και να μην ξαναφέρει τη χώρα στα πρόθυρα νέας χρεοκοπίας μερικούς μήνες ή μερικά χρόνια μετά. «Δεν θα συνηγορήσουμε» είπα στις προγραμματικές δηλώσεις στη Βουλή, «σε άλλο ένα μεσοπρόθεσμο αδιέξοδο μόνο και μόνο για να πάρουμε 7,1 δισ. τώρα και να τα δώσουμε στο ΔΝΤ».
Τα 10,9 δισ. του ΤΧΣ δεν τα «έχασα» γιατί ήταν ένα ποσό σε ομόλογα που ποτέ δεν ήλεγχε το ελληνικό κράτος έτσι κι αλλιώς και τα οποία η τρόικα θα αποφάσιζε πώς θα τα διαθέσει στις τράπεζες, είτε έμεναν στο ΤΧΣ είτε τα μετέφεραν στην ευρωπαϊκή μητρική του, το ΕΤΧΣ, και μετά ξανά στο ΤΧΣ (όπως θα κάνουν τώρα)
Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη δεν ήθελαν να παραδεχτούν ότι το 2012 υποτίμησαν το πρόβλημα με τα «κόκκινα» δάνεια, τα οποία συρρικνώνουν την κεφαλαιακή βάση των τραπεζών. Ετσι, περίμεναν την κατάλληλη ευκαιρία για να φορτώσουν και αυτήν την εγκληματική αστοχία τους στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ: τα capital controls που εκείνοι επέβαλαν τα επικαλούνται τώρα, ψευδώς, ως τον λόγο για τον οποίο οι τράπεζες χρειάζονται όχι 10 αλλά 25 δισ.
Όσον αφορά στο «συνολικό “κόστος” που “επέφερε”» ο ίδιος, γράφει ότι ο επιπρόσθετος δανεισμός που προσέθεσε η εξάμηνη διαπραγμάτευση στα ήδη συμφωνημένα της τρόικας με τις προηγούμενες κυβερνήσεις είναι μηδενικός.
«Το 2ο Μνημόνιο προέβλεπε πως την περίοδο 2014-2018 απαιτούνταν περί τα 85 δισ. για να χρηματοδοτείται το (μη βιώσιμο) δημόσιο χρέος μας καθώς και η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών….το μόνο που άλλαξε με το τρίτο μνημόνιο είναι ότι η τρόικα παραδέχτηκε πως τα χρήματα που είχε υπολογίσει για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών ήταν ανεπαρκή και πως, άλλη μια φορά, οι ανόητοι στόχοι της για το πρωτογενές πλεόνασμα θα αστοχούσαν. Έτσι, ρίχνοντας το φταίξιμο στην κυβέρνησή μας, βρήκαν την ευκαιρία να “διορθώσουν” την αριθμητική τους εις βάρος του (ήδη μη βιώσιμου) χρέους μας. Την υπόλοιπη ζημιά την έκανε συνεχιζόμενη ύφεση».
Όσον αφορά στο κόστος μετάβασης της διαπραγματευτικής ομάδας στις Βρυξέλλες και διαμονής τους εκεί, γράφει ότι «νιώθει περήφανος για αυτό το το κόστος».
Και εξηγεί: “Ήταν το αντίτιμο της αξιοπρέπειας, καθώς καταργήσαμε τις εισβολές των τροϊκανών στα υπουργεία».
Επιπλέον, το «καθαρό»αντίτιμο, προσθέτει, ήταν πολύ μικρό, αν λάβει κανείς υπόψη ότι όταν έρχονταν στην Αθήνα οι τροϊκανοί τη «λυπητερή» πλήρωνε ο Έλληνας φορολογούμενος.
Σχετικά με το προσωπικό κόστος του ίδιου και των συμβούλων του, υπογραμμίζει ότι ο ίδιος έδωσε εντολή να μη χρησιμοποιηθούν οι δύο θωρακισμένες BMW που είχε στη διάθεσή του και να ενεργοποιηθεί η διαδικασία πώλησής τους και κυκλοφορούσε με τη μηχανή του και με υπηρεσιακό Hyundai δεκαετίας, ενώ όταν πετούσε ταξίδευε στην οικονομική θέση, «την ώρα που στο μπροστινό μέρος του αεροπλάνου συναθροίζονταν ευρωβουλευτές, βουλευτές της αντιπολίτευσης, κ.α.».
Για τους συμβούλους του υποστηρίζει κόστισαν «μηδέν» στον ελληνικό λαό, καθώς κανείς δεν έλαβε ούτε ένα ευρώ (James Galbraith, Jeff Sachs, Larry Summers, λόρδος Lamont, Glenn Kim).
Για τον Glenn Kim συγκεκριμένα αναφέρει πως συνέχισε να χρησιμοποιεί η κυβέρνηση μετά την παραίτησή του, ενώ για την επενδυτική εταιρεία Lazard αναφέρει πως οι προηγούμενες κυβερνήσεις πλήρωσαν πολλά εκατ. ευρώ, για τις συμβουλές της “που επί υπουργίας μου διέθετε απολύτως δωρεάν και με σημαντικό δικό τους κόστος”.
Γράφει χαρακτηριστικά: “Πολύς λόγος έχει γίνει για τους συμβούλους μου. Αξίζει μια ματιά στο πόσο κόστισαν στον ελληνικό λαό: ακριβώς μηδέν! Κανείς σύμβουλός μου δεν έλαβε ούτε ένα ευρώ. Ούτε ένα!”
«Τη στιγμή εκείνη που ο κ. Ντάισελμπλουμ…φανέρωσε τη δυσαρέσκειά του…η τρόικα εσωτερικού και εξωτερικού δεν μου τη συγχωρεί. Με τιμά την οργή της και με ευφάνταστους υπολογισμούς του πόσο “κόστισε” το χαμόγελο που ξαναβρήκαν εκατομμύρια Έλληνες και Ελληνίδες όσο εξελισσόταν η “Άνοιξη της Αθήνας”», απαντά κλείνοντας ο πρώην υπουργός Οικονομικών στο αν υπολόγισε κανείς το “κόστος της αξιοπρέπειας”.
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών