Όταν παλιότερα στις γειτονιές παίζανε μπιλιάρδο ήταν φυσικό να αναπτυχθεί και ο τζίγος γύρω από το εξαιρετικά δύσκολο και ενδιαφέρον άθλημα.
Παιζόντουσαν δλδ στοιχήματα…ψιλοποσά… βασικά μεταξύ φίλων… άλλες φορές πάλι χόντραινε το παιγνίδι… ο καλός της μιας γειτονιάς εναντίον του καλού μιας άλλης κ.λ.π.
Εχω δει μερικές φορές με τα ίδια μου τα μάτια το εξής:
Αγνωστος τύπος μπαίνει στο μπιλιαρδάδικο… Πίνει μια μπύρα και κοιτάει. Παρακολουθεί τους παίκτες… παίζει μέναν μέτριο… χάνει παταγωδώς… ξαναπαίζει μέναν πιο μέτριο χάνει ακόμα πιο παταγωδώς. Την επόμενη φορά βάζει και ένα στοιχηματάκι… το χάνει… Ερχεται την επόμενη… το ίδιο… Λέει και βλακειούλες… Κάνει τον άνετο… όλο στο παρατριχα του φεύγει η στεκιά… τον ψιλοδουλεύουν οι άλλοι… κάποια στιγμή οι άλλοι που νομίζουν ότι έχουν βρει ψίμο (άσχετο δλδ) χοντραίνουν το στοίχημα… τον ενθαρρυνουν… τον πάνε για εκτέλεση… παίζει με τον καλύτερο των άλλων… Ο Καλύτερος δεν ακουμπάει τη στέκα… Μαζεύει το χρήμα, συνεχίζει να κάνει τον ψιλοβλακάκο και εξαφανίζεται.
Σας λέω το’χω δει μερικές φορές. Με διάφορους άγνωστους… η απορία είναι πώς τσιμπάνε οι άλλοι. Τσιμπάνε 1ον γιατι υπάρχουν και πραγματικά ψώνια που νομίζουν ότι ξέρουν και 2ον γιατι οι άνθρωποι βγάζουν εύκολα συμπεράσματα.
Το’χω δοκιμάσει κι εγω με video-game με ιδιοκτήτη ξενοδοχείου στην Μάνη… Παίξαμε τον λογαριασμό δυο εβδομάδων δικαοπών double or nothing την ημέρα που έφευγα… Φυσικά τον είχα αφήσει να κερδίζει επί 15νθημερο. Είχε ρεκόρ 200.000 points και ειχα 12.000.000… επί τόσες μέρες δεν ξεπέρασα ποτέ τα 25.000… κι αυτα δύσκολα… Συνεχώς με πείραζε και μου έδινε συμβουλές…και κοκορευόταν πόσο καλά έπαιζε… Δεν εκνευρίστηκα ούτε μία φορά… το ξενοδοχείο ήταν ακριβό βλέπετε… Επρεπε να δείτε τη φάτσα του όταν ξεπέρασα -μιλώντας μάλιστα στο κινητο- το πρώτο εκατομμυριο.
-Με κοροϊδεψες… μου αναψοκοκκινισμένος, αλλά είχε φέρει και την παρέα του να γελάσουν.
-Όχι, δεν σε κοροϊδεψα… εσύ παραμυθιάστηκες.
Τι προσπαθω να πω τόση ώρα….
Τα φαινόμενα απατούν.
Ο Μεγάλος Αλέκος Σακελλάριος μου είχε πει κάποτε όταν ήμουν πιτσιρικάς και νομιζα ότι όλα τα ξέρω… και για να μην το κάνω κλισέ και μίζερο… ο καθένας τα ξέρει όλα σε σχέση πάντα με την ηλικία του. Αλοίμονο μας αν ένας 20άρης ξέρει όσα ξέρει ένας 60άρης… η ζωή θα ήταν απίστευτα μονοτονη…
… μου είπε λοιπόν ο Σακελλάριος σε έναν …κρεσέντο μου:
-Ακουσε με αγόρι μου, υπάρχουν δυο ειδών έξυπνοι. Αυτοί που το δείχνουν και αυτοί δεν το δείχνουν. Οι πιο έξυπνοι είναι αυτοί που δεν το δείχνουν… εσύ κι εγω είμαστε απ’ αυτούς που θέλουν να το βροντοφωνάζουν γι αυτό και διαλέξαμε να γινουμε άνθρωποι της επικοινωνίας.
Η ζωη με δίδαξε ότι ο μπαρμπα-Αλέκος είχε α-πό-λυ-το δίκιο.
Είναι εξαιρετικά δύσκολο να περάσεις μια γνωμη, μια ιδέα σε κάποιον άλλο… ειδικά αν είναι αφεντικό, προϊστάμενος κ.λ.π. Υποθέτω ότι ολοι λίγο- πολύ το’χετε ζήσει. Το γιατι είναι μια άλλη συζητηση, αλλά δεν είναι το ευκολότερο πράγμα (στην Ελλάδα) να «ξεπεράσεις» τον επικεφαλής.
Ένα είναι το κόλπο.
Να του βάλεις στο στόμα τις σκέψεις σου.
Να τον κάνεις να λέει αυτος την επόμενη φράση… επίπεδο… και σιγα –σιγα να πιστέψει ότι είναι δικιά του η ιδέα και όχι δικιά σου…
Να αφήσεις τα ίχνη σου στο μυαλό του… όπως λέει και μια φίλη μου.
Όχι μόνο θα την κάνει την ιδέα (project) , αλλά θα την υποστηρίξει φυσικά, αφού θα’ναι «δικιά» του.
Υπάρχουν λοιπόν αλήθειες που δεν είναι αλήθειες…. κι όμως τελικά είναι.
Το να μην κερδίζεις π.χ. στο μπιλιάρδο δεν είναι απάτη.
Δεν δηλωσες ότι είσαι μετρ…οι άλλοι θεωρησαν ότι δεν είσαι.
Μα προσποιήθηκες…θα σκεφτούν πολλοί.
Ε, και; Ποιος βλαξ είπε ότι στον τζόγο απαγορεύεται η προσποίηση; Αντιθέτως είναι βασικό προσόν.
Στις 30 Οκτωβρίου 1974 στην Κινσάσα του Ζαΐρ (νυν Δημοκρατία του Κονγκό) έγινε ο σπουδαιότερος αγώνας στη ιστορία του μποξ.
Ο Μοχάμεντ Αλι (που κατά τη γνώμη μου είναι ο μεγαλύτερος αθλητής όλων των εποχών… κι όχι μόνο για τα αθλητικά του αξεπέραστα επιτεύγματα) αντιμετωπιζε τον παγκόσμιο πρωταθλητή (και εξαιρετικό πυγμάχο) Τζόρτζ Φόρμαν. Το απόλυτο φαβορί ήταν ο Φόρμαν. Ο Αλι μόλις είχε επιστρέψει στα ρινγκ μετα από μεγάλο διάστημα, επειδή είχε αρνηθεί να πολεμήσει στο Βιετνάμ δηλώνωντας: «δεν έχω τίποτα εναντίον των Βιετγκόγκ».
Επί οκτώ γύρους έφαγε απίστευτο ξύλο.
Σε κάθε γροθιά έλεγε στον Φόρμαν:
«Αυτό μπορείς μόνο,Τζορτζ; Δεν έχεις τίποτε άλλο;».
Οι θεατές ήταν σίγουροι, ο διαιτητής ηταν σίγουρος, ο ίδιος ο Φόρμαν και οι προπονητές του ήταν σίγουροι, ότι ο Μοχάμεντ Αλι θα κατέρρεε στον τρίτο γύρο…όμως είχε πάει όγδοος γύρος και εκείνος συνέχιζε να λέει στον Φόρμαν:
«Αυτό μπορείς μόνο,Τζορτζ; Δεν έχεις τίποτε άλλο;».
Μέχρι που ο παγκόσμιος πρωταθλητής εξουθενώθηκε να κτυπά και ο Αλι του έδωσε αστραπιαία κτυπήματα ρίχνοντας τον νοκ άουτ.
Τυχαίο;
Καθόλου… άλλωστε όλα αυτά που διηγούμαι σήμερα δεν εμπεριέχουν τον παραγοντα τύχη. Όλα βασίζονται στην αλήθεια που δεν υπάρχει… αλλά όλοι είναι σίγουροι ότι υπάρχει…
Διάβασα ένα εξαιρετικό άρθρο του Παναγιώτη Γιωτά για αυτόν τον αγώνα στην Κινσάσα.
Αντιγράφω για να δείτε ότι δεν ήταν τυχαίο:
«Ο Αλι από τον δεύτερο γύρο παρέμενε κολλημένος στα σχοινιά, σχεδόν οριζοντιοποιημένος και υπέμενε τα χτυπήματα του Φόρμαν. Τα χαλαρωμένα σχοινιά απορροφούσαν το μεγαλύτερο μέρος της δύναμης του Φόρμαν. Ο Αλι είχε προετοιμαστεί σκληρά σε αυτή την τακτική και είχε το κουράγιο να παίζει ψυχολογικά με τον αντίπαλό του ρωτώντας τον μετά κάθε γροθιά: «Αυτό μπορείς μόνο,Τζορτζ; Δεν έχεις τίποτε άλλο;». Ο παγκόσμιος πρωταθλητής έχασε και την τελευταία σταγόνα ενέργειας στις αλόγιστες επιθέσεις που εξαπέλυε εναντίον του Αλι. Στον όγδοο γύρο, μόλις βρήκε την ευκαιρία, ο Αλι αναπήδησε από τα σχοινιά και με ταχύτατα χτυπήματα ξάπλωσε τον Φόρμαν στο καναβάτσο.»
Δεν το’κανε λοιπόν τυχαία. Προπονήθηκε ακριβώς γι’ αυτό και άφησε τους άλλους να πιστεύουν ότι αυτος θα’ταν ο τελευταίος του αγώνας.
Δεν κέρδισε ο Αλι… η σιγουριά των άλλων έχασε.
Μην μασάτε στο φαίνεσθαι.
Συνήθως είναι μασκαρεμένο.