Αντιμέτωπη με την σοβαρότερη κρίση των… 367 ημερών διακυβέρνησης βρίσκεται η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Η Κομισιόν έστειλε σήμερα δύο σαφή “μηνύματα” με αποδέκτη το Μέγαρο Μαξίμου. Η έξοδος της χώρας από τη συνθήκη Σένγκεν είναι πια ορατή και μάλιστα έχει χρονοδιάγραμμα. Τρεις μήνες. Τόσο περιθώριο δίνεται στην Ελλάδα για να βελιώσει τις συνθήκες ελέγχου στα σύνορά της, οι οποίες σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν είχαν βαθμό… κάτω από τη βάση. Την ίδια ώρα, ο Βάλντις Ντομπρόβσκις “υπογράφει” το δεύτερο μήνυμα. Το οποίο αναφέρει πως η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους ουδεμία σχέση έχει με την προσφυγική κρίση.
Κατηγορηματική, λοιπόν, απάντηση ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν συνδέει την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους με τη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης, έδωσε πριν από λίγο ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής, Βάλντις Ντομπρόβσκις.
«Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν συνδέει το ελληνικό πρόγραμμα με θέματα που έχουν να κάνουν με τη Σένγκεν», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Ντομπρόβσκις, ενώ συμπλήρωσε ότι η επαναξιολόγηση των προϋποθέσεων αποπληρωμής του ελληνικού χρέους θα γίνει μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης.
Αυτό αποτελεί και σημείο – κλειδί. Κι έχει να κάνει με το ότι οι Θεσμοί φαίνεται πως προσπαθούν να… “τρενάρουν” την αξιολόγηση, την ώρα που το ζήτημα της ελάφρυνσης του “χρέους” αποτελεί το μεγάλο “στοίχημα” της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό διότι ο στόχος του Μαξίμου είναι η ελάφρυνση του χρέους να αποτελέσει το… αντίβαρο για το -δυσβάσταχτο- τρίτο μνημόνιο που υπογράφηκε το καλοκαίρι του 2015.
Ο Επίτροπος Βάλντις Ντομπρόφσκις ανακοίνωσε ότι κατά τη διάρκεια της σημερινής της συνεδρίασης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υιοθέτησε ένα σχέδιο έκθεσης για την κατάσταση στα ελληνικά συνορά, βασισμένη σε επιτόπιες επισκέψεις που πραγματοποιήθηκαν τον περασμένο Νοέμβριο.
Το βασικό συμπέρασμα της έκθεσης είναι η ύπαρξη σοβαρών προβλημάτων που σχετίζονται όπως είπε με πλημμελείς διαδικασίες καταγραφής, δακτυλοσκόπησης και ελέγχου των εγγράφων των προσφύγων και των μεταναστών καθώς και με την έλλειψη διασύνδεσης με τα δεδομένα ευρωπαϊκών υπηρεσιών, όπως η Ιντερπόλ.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κρίνει ότι η Ελλάδα “αμέλησε σοβαρά” τα καθήκοντά της όσον αφορά την εφαρμογή των κανόνων της Ζώνης Σένγκεν και δίνει στην Αθήνα διορία τριών μηνών προκειμένου να ελέγχει τα σύνορά της, προειδοποιώντας ότι σε διαφορετική περίπτωση οι άλλες χώρες της ζώνης ελεύθερης μετακίνησης θα κλείσουν τα σύνορά τους με την Ελλάδα.
Στην αντίθετη περίπτωση θα μπορούν, όπως άφησε σαφώς να εννοηθεί, οι χωρες της ζώνης του Σέγκεν να επαναφέρουν ελέγχους στα συνορά τους ως το μέγιστο χρονικό διάστημα των δύο ετών και όχι των έξι μηνών, όπως σήμερα ισχύει.
“Το σχέδιο έκθεσης καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα παραμέλησε σοβαρά τις υποχρεώσεις της και ότι υπάρχουν σοβαρές παραλείψεις στους ελέγχους των εξωτερικών συνόρων που πρέπει να αντιμετωπιστούν από τις ελληνικές αρχές”, είπε ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Βάλντις Ντομπρόφσκις.
Κοινοτικές πηγές ανέφεραν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Φεβρουαρίου θα συζητήσει για την πρόοδο που έχει συντελεστεί σε σχέση με τις αποφάσεις των Συμβουλίων του 2015 και τις σχετικές δεσμεύσεις των κρατών-μελών, αλλά και για τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν ώστε να αντιμετωπιστούν οι πιθανές ελλείψεις και οι αδυναμίες της διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων της Ελλάδας.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, η συζήτηση στο Κολλέγιο των Επιτρόπων ήταν αρχικά έντονη με κατηγορίες για καθυστερήσεις από την ελληνική πλευρά όσον αφορά στα συμφωνηθέντα, αλλά και λόγω των αδυναμιών που η έκθεση καταγράφει.
Ο Επίτροπος Δημήτρης Αβαμόπουλος, αναφέρουν οι ίδιες πηγές, εξήγησε ότι η Ελλάδα έχει επιταχύνει τις διαδικασίες και λαμβάνει ήδη μέτρα για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που εντοπίστηκαν στην επίσκεψη του Νοεμβρίου. Παράλληλα τόνισε ότι η χώρα βρίσκεται σε πίεση και η μόνη ουσιαστική λύση είναι η συνέχιση παροχής συνδρομής προς την Ελλάδα. Ταυτόχρονα ζήτησε τη συνδρομή των επιτρόπων, αλλά και των κρατών μελών, ώστε να επιταχυνθούν οι διαδικασίες επιστροφής παράτυπων μεταναστών στις χώρες προέλευσής τους.
Όπως φάνηκε από τη συζήτηση κοινός στόχος είναι να μη χρειαστεί η ενεργοποίηση του άρθρου 26, η συνέχιση δηλαδή των ελέγχων στα σύνορα Γερμανίας, Αυστρίας και άλλων που έχουν ήδη επιβληθεί και να επανέλθει η λειτουργία της Σένγκεν κανονικά.
Σε κάθε περίπτωση οι κοινοτικές πηγές που μίλησαν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ τόνισαν πως η διαδικασία έχει ξεκινήσει για να υιοθετηθούν συστάσεις βάσει του άρθρου 19Α του Schengen Borders Code, ενώ ανάλογες συζητήσεις έγιναν και στο Άτυπο Συμβούλιο Υπουργών Εσωτερικών. Η εικόνα που υπάρχει στις Βρυξέλλες είναι πως αν η Ελλάδα δε λάβει άμεσα αποτελεσματικά μέτρα, τον Μάιο θα ενεργοποιηθεί το άρθρο 26 ώστε να συνεχίσουν οι έλεγχοι σε συγκεκριμένα σημεία (ή όλα) των εσωτερικών συνόρων ενός η περισσότερων κρατών-μελών.
Η εφαρμογή των συμφωνηθέντων μέχρι τα μέσα Φεβρουαρίου (όπως hotspots, χώροι πρώτης και προσωρινής υποδοχής, κράτηση των παράτυπων μεταναστών και έκδοση αποφάσεων επιστροφής) συνδέονται και αυτά άμεσα με τη βελτίωση του ελέγχου των συνόρων, επισήμανε κοινοτική πηγή στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Παράλληλα, προειδοποιήσεις έγιναν και από τον Γερμανό κυβερνητικό εκπρόσωπο, Στέφεν Ζάιμπερτ. Συγκεκριμένα τόνισε πως για τη γερμανική κυβέρνηση, απόλυτη προτεραιότητα έχει η βελτίωση της φύλαξης των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς, χωρίς αποτελεσματική φύλαξη, τίθεται σε κίνδυνο η ελεύθερη διακίνηση στο χώρο της Σένγκεν.
«Το Συμβούλιο της ΕΕ έχει ήδη ασχοληθεί με αυτό το θέμα και συμφώνησε να συνεννοηθεί κατά τη διάρκεια της ολλανδικής Προεδρίας, δηλαδή στους πρώτους έξι μήνες του 2016, στη βάση της πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μία κοινή ευρωπαϊκή συνοριοφυλακή και ακτοφυλακή», δήλωσε ο κ. Ζάιμπερτ και, αναφερόμενος ειδικά στην ΠΓΔΜ, προσέθεσε τα εξής: «Είναι μία χώρα στη διαδικασία εισαγωγής προς την ΕΕ και, όπως με όλες τις χώρες που έχουν αυτό το στάτους, το θέμα είναι να αναπτύξουμε και την αστυνομική συνεργασία και συνεργασία ασφάλειας». Αυτό, εξήγησε, συμπεριλαμβάνει και τη βήμα προς βήμα υιοθέτηση ευρωπαϊκών στάνταρντ.
Στην προσφυγική κρίση οι χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ξεκίνησαν μεταξύ τους μια «αρνητική σπείρα» με σκοπό να αποθαρρύνουν τους αιτούντες άσυλο να έρθουν στις χώρες τους. Αυτό υποστηρίζει ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ.
Σε άρθρο του που δημοσιεύεται σήμερα στην εφημερίδα Le Monde, ο Γιούνκερ εκτιμά πως «προκλήθηκε μια αρνητική σπείρα στην οποία οι εθνικές κυβερνήσεις περιορίζουν το καθεστώς ασύλου ώστε να το καταστήσουν λιγότερο ελκυστικό από εκείνο της γειτονικής χώρας, ενώ οι πολιτικοί αξιωματούχοι τροφοδοτούν έναν λαϊκισμό που φέρνει μόνο οργή και όχι λύσεις».
Διαβεβαιώνοντας στον τίτλο του όρθρου του πως «η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη θα υπερισχύσει στο τέλος», ο πρόεδρος της Κομισιόν εκφράζει τη λύπη του που στο θέμα της ευρωπαϊκής συνεργασίας για το μεταναστευτικό, «οι εβδομάδες περνούν χωρίς να τηρούνται οι δεσμεύσεις» και «ότι, αντίθετα, οι επικρίσεις διαμοιράζονται στη δεξιά και στην αριστερά».
«Είναι καιρός να έχουμε λίγο μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στην ικανότητα της Ευρώπης να παράγει συλλογικές απαντήσεις σε προβλήματα που υφίσταται κάθε κράτος-μέλος της Ένωσης, μόνο του, με έντονο τρόπο», συνεχίζει. Ακόμη και αν ακυρώναμε τους κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά το άσυλο, αυτό δεν θα καταργούσε τις εθνικές υποχρεώσεις σεβασμού του διεθνούς δικαίου και την ανθρωπιστική αξίωση να προσφέρουμε άσυλο στα πρόσωπα που το χρειάζονται».
«Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση είναι ένα θέμα συχνά πολύπλοκο», καταλήγει. «Δεν πετυχαίνουμε πάντα με το πρώτο κτύπημα. Αν μπορούσα να περιγράψω την Ευρώπη με μία μόνο λέξη, θα ήταν “επιμονή”. Μαζί, θα είμαστε ενωμένοι εναντίον εκείνου που επιδιώκει να μας διαιρέσει. Θα επιμείνουμε το 2016. Και θα επιτύχουμε».
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ