Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Τα Νέα», ο κ. Φίλης σημειώνει ότι οι τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις επιβεβαιώνουν ότι ο αναζητήσεις των πολιτών βρίσκονται σε προοδευτική κατεύθυνση και επισημαίνει ότι αυτή «η λαϊκή εντολή αποτελεί τον ισχυρότερο παράγοντα που διασφαλίζει την κυβερνητική συνοχή και αποτρέπει ευφάνταστα σενάρια άλλων κυβερνητικών συνεργασιών».
Ο υπουργός Παιδείας ξεκαθαρίζει πως η πρωτοβουλία για τη διαμόρφωση νέων πολιτικών συνθέσεων προοδευτικού προσανατολισμού ανήκει στην κυβέρνηση, ενόψει μάλιστα των πρωτοβουλιών για την αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος, που περιλαμβάνουν και τις πολιτικές για την εξυγίανση και τη δημοκρατική ρύθμιση του άναρχου τοπίου στον χώρο των ΜΜΕ.
Σε αυτό το πλαίσιο εκφράζει την άποψη πως «έχει ωριμάσει η ανάγκη ο χώρος της ριζοσπαστικής Αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ στο επικείμενο συνέδριο να απευθυνθεί στην αντινεοφιλελεύθερη Κεντροαριστερά και σε σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις που παραμένουν πολιτικά ανένταχτες».
Σε ερώτηση για ενδεχόμενη κυβερνητική συγκατοίκηση με την Ένωση Κεντρώων, ο κ. Φίλης καθιστά σαφές πως κάθε κυβερνητική συνεργασία προϋποθέτει συμφωνία σε πρόγραμμα που συγκροτείται στη βάση κοινών αξιών και πολιτικών στόχων. Το κόμμα του κ. Λεβέντη, προσθέτει, είναι βραχύβιο κοινοβουλευτικά και δεν παραπέμπει σε κάποιο συγκροτημένο ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα. Πάντως αναγνώρισε πως το «φαινόμενο Λεβέντη» διαθέτει διάρκεια και ανθεκτικότητα «που οφείλεται στην κρίση της πολιτικής και στην ανάδυση σχημάτων στα οποία κατευθύνεται η επικίνδυνη κατάσταση της α-πολιτικής».
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο υπουργός Παιδείας στον εθνικό διάλογο για τη μεταρρύθμιση στην Παιδεία. Τόνισε πως αναγκαία είναι η ευρύτερη κοινωνική και πολιτική συναίνεση, και σημείωσε προς προϋπόθεση για την επιτυχία του είναι η αδιαμεσολάβητη συμμετοχή των εκπαιδευτικών και η έμπρακτη έκφραση κοινωνικού ενδιαφέροντος για τη δημόσια εκπαίδευση. Η συγκρότηση της επιτροπής διαλόγου από συγκεκριμένες προσωπικότητες, αλλά και οι πρώτες ενδείξεις διακομματικής συνεργασίας στο πλαίσιο της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, ενισχύουν την εκτίμησή μας ότι μπορεί να υπάρξει συναίνεση σε ορισμένα μείζονα ζητήματα, σημείωσε και έστειλε το μήνυμα πως «είμαστε ανοικτοί στις προτάσεις των άλλων κομμάτων και φορέων, γνωρίζοντας ότι ακόμα κι αν εκκινούν από διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες πρέπει να αναζητηθεί και να βρεθεί κοινός τόπος, προκειμένου η εκπαίδευση να αποκτήσει τον κυρίαρχο μορφωτικό της ρόλο και να μην είναι θεσμός ακραίου κοινωνικού ανταγωνισμού».
Εστιάζοντας ειδικότερα στον εθνικό και κοινωνικό διάλογο για την Παιδεία, αναφέρει αυτή τη φορά δεν θα επικεντρωθεί στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, αλλά σε μείζονα ζητήματα που αφορούν όλες τις βαθμίδες και ότι θα ξεκινήσει με την καταγραφή των μεγάλων εκπαιδευτικών προβλημάτων που προϋπήρξαν της οικονομικής κρίσης αλλά επιδεινώθηκαν με αυτήν, και υπογραμμίζει πως οφείλει να αξιοποιεί την ελληνική και διεθνή εμπειρία και να καταλήξει σύντομα σε μεταρρυθμίσεις.
Στην κατεύθυνση αυτή, σκιαγραφεί ότι σταθερή επιδίωξή του υπουργείου Παιδείας είναι η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας με μαζικούς διορισμούς στην Πρωτοβάθμια και τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση από φέτος, μέσω της αξιοποίησης μεταδιδακτορούχων στα μεταπτυχιακά και στο ανοικτό πανεπιστήμιο με τη βαθμιαία κατάργηση του αριθμού των εισακτέων και την κατά προτεραιότητα διδασκαλία από νέους επιστήμονες. Είναι μια έμπρακτη συμβολή στην ανάσχεση της μετανάστευσης Ελλήνων επιστημόνων στο εξωτερικό, τόνισε.
Σε ό,τι αφορά το ασφαλιστικό έκανε λόγο ότι θα είναι η «μητέρα των μαχών» προκειμένου η χώρα να φύγει από τη στενωπό της λιτότητας και να προχωρήσει σταδιακά στην ανασυγκρότηση του κοινωνικού κράτους, ως ποιοτικού χαρακτηριστικού της ανάπτυξης. Η ακεραιότητα των κύριων συντάξεων αποτελεί για την κυβέρνηση κόκκινη γραμμή, διεμήνυσε και προέταξε την αύξηση των εσόδων και στην ανάπτυξη για τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού. Στο ίδιο πνεύμα κινήθηκε και για το θέμα των κόκκινων δανείων, τονίζοντας πως «θα επιμείνουμε στη θέση μας τα στεγαστικά δάνεια πρώτης κατοικίας να μην γίνουν τροφή στους γύπες των αγορών».
Τέλος, ειδική μνεία έκανε στο θέμα του χρέους, σημειώνοντας πως«προσβλέπουμε σε μια συμφωνία που για πρώτη φορά θα δημιουργήσει προϋποθέσεις δίκαιης αντιμετώπισης του ελληνικού προβλήματος, ώστε με σταθερά βήματα να προχωρήσουμε στην ανάπτυξη». Αναφέρθηκε στη δέσμευση των θεσμών να ανοίξει η συζήτηση για το χρέος μετά την πρώτη αξιολόγηση, αλλά, όπως επισήμανε, καιροφυλακτούν οι δυνάμεις που αντιδρούν. Δεν είναι τυχαίο, παρατήρησε, ότι τις τελευταίες ημέρες τρεις φορές, με πρώτο προσωπικά τον Σόιμπλε, επανέρχεται το σενάριο του προσωρινού «Γκρέξιτ» ή της μικρότερης Σένγκεν. Πρόκειται για αντιλήψεις που, όπως ανέφερε, επιχειρούν να συρρικνώσουν την ευρωζώνη σε ένα κλαμπ λίγων πλούσιων χωρών υπό γερμανική επιρροή και συνέχισε πως ο ακρωτηριασμός όμως της Ευρώπης ανοίγει τον ασκό του Αιόλου. Με αυτή την έννοια, επισήμανε, η ρύθμιση του ελληνικού χρέους γίνεται ακόμα περισσότερο ευρωπαϊκό θέμα και επιτακτική ανάγκη.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ