Το πόσο προβληματική ήταν η Ολυμπιακή, το πόσες φορές ανακοινώθηκε το εκάστοτε νέο σχέδιο σωτηρίας της βαρεθήκαμε να το ακούμε και κυρίως απαυδήσαμε να το πληρώνουμε.
Ξαφνικά ένα χρόνο πριν, με συνοπτικές διαδικασίες, η Ολυμπιακή επωλήθη, χωρίς τους γνωστούς τηλεοπτικούς καυγάδες των συνδικαλιστών, τις διαδηλώσεις με τα τακούνια και τις καταλήψεις με τα Rolex. Κανείς Ολυμπιακάριος δεν έσκισε τα ιμάτιά του για τη μεταβίβαση “εθνικού πλούτου”, δεν έκανε έκκληση στον πατριωτισμό των Ελλήνων που εγκαταλείπουν τους χερσαίους και παράλιους ακρίτες στα χέρια αδηφάγων ιδιωτών.
Η τότε κυβέρνηση φούσκωσε σαν διάνος για την επιτυχία της και όλοι σκεφτήκαμε έναν καλό λόγο για τον επιχειρηματία που μας απάλλαξε από το Ολυμπιακόν άγος.
Θαύμα γενικώς. Κράτησε όπως όλα τα θαύματα ημέρες λίγες. Διότι βάσει της συμφωνίας πώλησης το δημόσιο, δηλαδή ο προϋπολογισμός, δηλαδή οι φορολογούμενοι, όλοι εμείς, τους χρυσώναμε τους ανθρώπους, και σύνταξη πλήρη έπαιρναν και αποζημίωση απόλυσης και εναλλακτικά μετατάξεις μπορούσαν να ζητήσουν. Για μια ακόμη φορά κάθε εργαζόμενος ζήλευε, ήθελε να είναι υπό απόλυση στην Ολυμπιακή, άνεργος ή συνταξιούχος στα σαράντα του. Έκτοτε παρενέβη πειθαρχικά η κρίση , η χώρα χρεοκοπούσε και η κυβέρνηση άλλαξε.
Με τις νέες δραματικές συνθήκες η κυβέρνηση υπαναχωρεί εν μέρει από τα υπεσχημένα στους υπαλλήλους της Ολυμπιακής. Διαπραγματεύεται εκ νέου, αλλάζει τους κανόνες ως προς τις μετατάξεις και το εφάπαξ. Οι Ολυμπιακάριοι κατά προσφιλή τακτική προχωρούν δυναμικά, καταλαμβάνοντας το Γενικό Λογιστήριο του κράτους. Με τον τρόπο αυτό διεκδικούν-θεωρούν- τα δικαιώματά τους.
Τι και πόσο δίκιο έχουν;
Το Ελληνικό κράτος κατά προσφιλή συνήθεια άλλαξε τους κανόνες. Απαράδεκτο. Όπως το κάνει κάθε τόσο με το φορολογικό, όπως αντισυνταγματικά εποίησε με την έκτακτη εισφορά πέρυσι, όπως συχνά πυκνά κάνει με τις χρήσεις γης και τόσα άλλα. Έτσι άνθρωποι που έκαναν την επιλογή της συνταξιοδότησης με βάση την πρόταση που είχαν στα χέρια τους, βρέθηκαν σήμερα σε μονομερή αλλαγή συμφωνίας. Η οργή μεγάλη και δικαιολογημένη. Φτιάχνεις τα όνειρα, κάνεις το κουμάντο σου, τακτοποιείσαι και έρχεται ο εγγυητής της σταθερότητας, ο τοποτηρητής της συμφωνίας και φέρνει τα πάνω κάτω!
Ποιος μπορεί να μη δικαιολογήσει την αντίδραση , τη διαμαρτυρία το ψάξιμο του δίκιου;
Ας το πάρουμε κι αλλιώς. Η κυβέρνηση δεν άλλαξε μόνο τη συμφωνία της πρώην Ολυμπιακής. Έκοψε στην ουσία τον 14ο μισθό, μέρος επιδομάτων, επιβάλλει νέους φόρους. Ουσιαστικά μεταβάλλει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς του συνόλου των νοικοκυριών αφαιρώντας τουλάχιστον 10% από τα εισοδήματα. Κι όμως , σύμφωνα και με τις δημοσκοπήσεις, αλλά κρίνοντας και από την ισχνή συμμετοχή στις απεργίες, η κοινωνία βογκώντας μεν αλλά κατά πλειοψηφία δε αποδέχεται τις στερήσεις. Γιατί όλοι συνειδητοποιούν το κρίσιμο της κατάστασης το δράμα της χρεοκοπίας.
Τι μοιάζει πιο ισχυρό κεκτημένο; Η περσινή συμφωνία των εργαζομένων της Ολυμπιακής ή το δικαίωμα του 14ου μισθού; Και η σύγκριση κατά το δεύτερο σκέλος μπορεί να συμπληρωθεί με πολλά άλλα μέτρα!
Τι ιδιαίτερο έχουν κατ αυτή την έννοια οι πρώην εργαζόμενοι της Ολυμπιακής έναντι όλων των υπολοίπων; Γιατί οργίζονται και καταλαμβάνουν; Οι άλλοι ψυχή, παιδιά, δάνεια και έξοδα δεν έχουν;
Αυτό το τελευταίο θυμίζει αρκετά την προηγούμενη εργασιακή συμπεριφορά τους. Αναμφισβήτητα προνομιούχοι σε σχέση με τους υπόλοιπους εργαζόμενους, λυσσαλέα αντιδρούσαν σε κάθε απόπειρα εξορθολογισμού των αποδοχών/δικαιωμάτων τους, παρ΄ όλο που αναγνώριζαν πως εργάζονται στην πλέον καταχρεωμένη και προβληματική Ελληνική εταιρία.
Με τεράστια λεβεντιά και μοναδική αξιοπρέπεια δεχόντουσαν και διεκδικούσαν να τους πληρώνουμε όλοι οι υπόλοιποι, μιας και η εταιρία έμπαινε μέσα. Ήταν δηλαδή στην ουσία επιδοτούμενοι ειδικού καθεστώτος δημόσιοι υπάλληλοι , όπως άλλωστε και οι αγρότες που πρόσφατα ξεκάπνισαν τα τρακτέρ τους στις Εθνικές.
Ειλικρινά , όσο κι αν σε προσωπικό επίπεδο δεν μπορείς να μην συμπαθήσεις και κατανοήσεις την οργή των ανθρώπων αυτών, με τίποτε ούτε τότε ούτε τώρα μπορώ να δικαιολογήσω τη στάση τους. Νομίζω πως αν έχουμε μια τύχη να βγούμε καλύτερα από την κρίση, αν μπορούμε να χτίσουμε ελπίδα, αυτή είναι ξεριζώνοντας, παίρνοντας οριστικό διαζύγιο από τις τόσο ατομικιστικές, ακοινωνικές συμπεριφορές, όσων ζουν σε κόσμους του αέρα, δηλαδή της κατανάλωσης και της κενής επίδειξης, που είτε από φόβο είτε από πλέον δυσκολογύριστη πνευματική τελμάτωση, δεν θέλουν να αντιληφθούν το τι συμβαίνει, είναι ανίκανοι να μοιραστούν, να συναισθανθούν. Άρα ανίκανοι να ανταποκριθούν σε αυτές τις νέες αξίες που αναδύονται και αποτελούν το σωσίβιο για το μέλλον.
Τι κρίμα νέοι άνθρωποι να διεκδικούν τη σύνταξη στα σαράντα! Πόση δυστυχία και απόγνωση κρύβουν τελικά μέσα τους και δεν ειρωνεύομαι καθόλου!