Πρόκειται για τον Άλεξ Ανφούζο, με ιταλίδα μητέρα και αιγύπτιο πατέρα.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον φτώχειας και δυστυχίας. ‘Οταν ήταν πέντε ετών, η μητέρα του συνελήφθη για διακίνηση ναρκωτικών. Ο Άλεξ, που δεν είχε αναγνωρισθεί από τον πατέρα του, μεταφέρθηκε προσωρινά στο σπίτι μιας φίλης της μητέρας του και στη συνέχεια, όταν συνελήφθη κι εκείνη, στο σπίτι του αδελφού της.
Στις 17 Μαρτίου του 1987, ενώ έπαιζε σε δρόμο του χωριού Βιλλανόβα Ντι Γκουϊντόνια, λίγο έξω από την Ρώμη, εμφανίσθηκαν τρεις άνδρες. Παρουσιάσθηκαν σαν “φίλοι του πατέρα του” και του ζήτησαν να τους ακολουθήσει.
Τρομαγμένος ο Άλεξ υπάκουσε και βρέθηκε,με περιπετειώδη τρόπο, στο Κάιρο της Αιγύπτου.
Μια πραγματική απαγωγή, μια υπόθεση που οι αστυνομικές αρχές της Ιταλίας, δεν κατάφεραν να εξιχνιάσουν.
Σιγά – σιγά,ο μικρός ξέχασε τα ιταλικά, έχασε τις επαφές με την μητέρα του και έζησε στο σπίτι της γιαγιάς του,της μητέρας του πατέρα του.
Μπόρεσε να σπουδάσει, να γίνει τεχνικός ηλεκτρονικών υπολογιστών, αλλά δεν απέκτησε ποτέ διαβατήριο ή αστυνομική ταυτότητα (η ύπαρξη του, επισήμως,δεν δηλώθηκε ποτέ) ενώ αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει το ιταλικό του όνομα και να “ξαναβαπτισθεί” Αλί Μοχάμεντ.
Πριν λίγους μήνες, όμως, η νοσταλγία και η βαθύτερη ανάγκη να ξαναβρεί τις ρίζες του, τον ώθησαν να προσπαθήσει να σπάσει την απομόνωσή του: μπήκε στο “κοινωνικό δίκτυο” του Facebook και άρχισε να αναζητά κάποιους συνεπώνυμους ή συγγενείς του, που να λέγονται Ανφούζο.
Αρχικά, του απάντησε ένας εικονολήπτης της Rai, που εργάζεται στην Καλαβρία και ονομάζεται Πίνο Ανφούζο αλλά δεν ήταν συγγενείς.
Όμως, ψάχνοντας τα αρχεία των εφημερίδων, μέσω διαδικτύου, ο οπερατέρ διαπίστωσε ότι τα όσα του είχε διηγηθεί ο Άλεξ ήταν όντως η ακριβής πραγματικότητα.
Επικοινώνησε με τους υπεύθυνους της εκπομπής του Rai 3, “Chi l’ ha visto”(το ανάλογο της ελληνικής “Φως στο Τούνελ”) και τους ζήτησε να κινητοποιηθούν.
Χθες, ο Άλεξ μπόρεσε να μιλήσει από τα στούντιο της Rai και να διηγηθεί, αναλυτικά, την ιστορία του.
Δυστυχώς, όμως, στην ιστορία αυτή, δεν υπάρχει αίσιο τέλος: η μητέρα του, Σιλβάνα Ανφούζο, πέθανε πριν μπορέσει να τον ξανασυναντήσει.