Η πρώτη έχει να κάνει με την οικονομία. Η τουρκική οικονομία δεν κινδυνεύει με κατάρρευση, όπως πολλοί στην Ελλάδα σπεύδουν χαιρέκακα να προεξοφλήσουν. Όμως, η σημερινή φρενήρης ανάπτυξη με την επεκτατική οικονομική πολιτική δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ ακόμα και οι ανορθόδοξες οικονομικές δοξασίες του Ερντογάν θα πρέπει σύντομα να δώσουν τη θέση τους σε ένα ορθόδοξο «σφίξιμο» της κάνουλας, πριν ο πληθωρισμός και η διολίσθηση της λίρας ξεφύγουν από κάθε έλεγχο.
Ο Ερντογάν υπολογίζει πολύ στην οικονομία. Άλλωστε το οικονομικό θαύμα της τελευταίας δεκαπενταετίας κυρίως ευθύνεται για την πολιτική του κυριαρχία. Αντίστοιχα, η οικονομική κρίση που έπληξε τους αντιπάλους του το 2001 ήταν η βασική αιτία της εκρηκτικής ανόδου του στην εξουσία. Ο Ερντογάν προτιμά να κάνει εκλογές τώρα με την κάνουλα ανοικτή, να τις κερδίσει και να «προσγειώσει» ομαλά την τουρκική οικονομία, πριν αυτή αργότερα κινδυνεύσει να συντριβεί, πράγμα που θα έθετε σε κίνδυνο τη δική του μακροημέρευση στην εξουσία.
Οι άλλες δυο αιτίες έχουν να κάνουν με την πολιτική. Ο Ερντογάν προτιμά να διεξάγει αυτές τις κρίσιμες εκλογές υπό καθεστώς έκτακτης ανάγκης, το οποίο ήδη παρατάθηκε εκ νέου. Θα του ήταν δύσκολο να το παρατείνει μέχρι τον Νοέμβριο του 2019, τρεισήμισι χρόνια από το αποτυχημένο πραξικόπημα. Τέλος, δεν θέλει τη χαρισματική Μεράλ Ακσενέρ ως αντίπαλο και προτιμά να αντιμετωπίσει έναν παραδοσιακό Κεμαλιστή του CHP. Γνωρίζει καλά ότι οι Κεμαλιστές έχουν μια οροφή εκλογικής απήχησης που δεν ξεπερνά το ένα τρίτο του πληθυσμού και πολύ δύσκολα θα συνεργαστούν με τους Κούρδους. Με άλλα λόγια, ο Ερντογάν δεν αφήνει τίποτα στην τύχη και παραμένει το φαβορί και σε αυτές τις εκλογές.