Η Ρόδος παρακολούθησε με αμείωτο ενδιαφέρον την εξέλιξη της υπόθεσης, με τον ξενοδόχο να δικαιώνεται. Είχε πέσει θύμα πρώην τραπεζικού διευθυντή, που πρωταγωνίστησε σε σκάνδαλο εικονικών προθεσμιακών καταθέσεων σε υποκατάστημα κεντρικής τράπεζας στο νησί της Ρόδου και του επιδικάστηκε αποζημίωση. Το τραπεζικό ίδρυμα που τον απασχολούσε και ο πρώην τραπεζικός υποχρεώνονται με την απόφαση να καταβάλουν στον ενάγοντα, έκαστος εις ολόκληρον, το συνολικό ποσό των 210.000 ευρώ.
Ο ξενοδόχος γνώρισε τον εγκαλούμενο το έτος 2001. Ισχυρίζεται ότι ο πρώην τραπεζικός διευθυντής τον εξυπηρετούσε πάντα με ευγένεια, του ανανέωνε τις προθεσμιακές του καταθέσεις, του χορηγούσε τις σχετικές αποδείξεις της κάθε προθεσμιακής καταθέσεως και γενικά ένιωθε ότι είχε γρήγορη και προνομιακή εξυπηρέτηση. Στο κατάστημα που διηύθυνε, ο ξενοδόχος τηρούσε, μεταξύ άλλων και έναν λογαριασμό καταθέσεως ταμιευτηρίου σε ευρώ.
Στις αρχές Ιουνίου του έτους 2015, εξαιτίας των ασταθών πολιτικών συνθηκών που επικρατούσαν στην Ελλάδα και της οικονομικά δυσμενούς περιρρέουσας ατμόσφαιρας, επικοινώνησε, όπως υποστηρίζει, μαζί του για να ενημερωθεί σχετικά με τις εξελίξεις στον τραπεζικό κλάδο και να του εκμυστηριευθεί το φόβο του από την έντονη φημολογία μέσω των Μ.Μ.Ε. για κούρεμα των τραπεζικών καταθέσεων. Όπως περιγράφει, του πρότεινε να επενδύσει τα χρήματά του σε ένα νέο προϊόν της τράπεζας και συγκεκριμένα σε μία νέα σύμβαση προθεσμιακής κατάθεσης σε ξένο νόμισμα, με το οποίο τάχα διασφαλιζόταν το κεφάλαιο, δεν θα υπήρχε περίπτωση κουρέματος του ποσού της κατάθεσης και θα ελάμβανε καλύτερο επιτόκιο.
Του ζήτησε να προβεί αρχικά σε ανάληψη ποσού ύψους 200.000 € για να μετατραπεί σε συνάλλαγμα μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος. Φέρεται μάλιστα να υποσχέθηκε ότι με την ολοκλήρωση της κατάθεσης θα του παρέδιδε και τα σχετικά αποδεικτικά έγγραφα. Αφού τον έπεισε, όπως εκθέτει, υπάλληλος του ξενοδοχείου μετέβη στην τράπεζα και ανέλαβε για λογαριασμό του, δυνάμει ειδικού πληρεξουσίου, το ως άνω ποσό. Ο εγκαλούμενος, όπως τον ενημέρωσε ο υπάλληλος, μίλησε τηλεφωνικά με ταμία της τράπεζας και έδωσε εντολές στο εσωτερικό τηλέφωνο να ετοιμαστούν τα σχετικά έγγραφα και λίγα λεπτά μετά, ο ταμίας τον κάλεσε, πήγε στο ταμείο κι αφού υπέγραψε το δελτίο ανάληψης, του παρέδωσε τα χρήματα και αντίγραφο του σχετικού δελτίου.
Τέλη Ιουνίου του 2015, όταν άρχισε να γίνεται ορατό το πρόβλημα με τις τράπεζες που οδήγησε στις αρχές Ιουλίου στο κλείσιμο τους και στην επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls), ζήτησε από τον εγκαλούμενο να σταματήσει την προθεσμιακή κατάθεση και να επιστρέψει το κεφάλαιο. Εκείνος φέρεται να τον διαβεβαίωσε ότι δεν υπήρχε ενδεχόμενο να κουρευτούν τα χρήματα αφού τα είχε επενδύσει σε πρόγραμμα του εξωτερικού, καθησυχάζοντας τον.
Ακολούθησαν επισκέψεις στην τράπεζα μέχρι τον Αύγουστο και ο ξενοδόχος δεν μπορούσε να τον βρεί μέχρι που ενημερώθηκε από τα δημοσιεύματα της «δημοκρατικής» για το ό,τι κάποιος διευθυντής τράπεζας, είχε καταχραστεί χρήματα και εν συνεχεία επιβεβαίωσε ότι ήταν ο εγκαλούμενος. Διαπίστωσε στην πορεία ότι τα χρήματα δεν είχαν επενδυθεί, ότι η τράπεζα δεν ήταν ενήμερη και ότι είχε πέσει, όπως κι άλλοι πελάτες, θύμα της απατηλής συμπεριφοράς του τραπεζικού διευθυντή.
Πηγή: dimokratiki.gr