Παράλληλα έστειλε ξεκάθαρο μήνυμα προς την ΠΓΔΜ λέγοντας ότι η Ελλάδα επιδιώκει σχέσεις φιλίας, καλής γειτονίας και εμπράκτως αποδεικνύει ότι ευνοεί την προοπτική προς το ΝΑΤΟ και την ΕΕ.
Ωστόσο, διευκρίνισε ότι υπάρχει μία σημαντική προϋπόθεση: Η επίλυση του ζητήματος του ονόματος σύμφωνα με την ιστορία και το διεθνές δίκαιο.
«Για να γίνει αυτό -όπως καταστήσαμε σαφές και είναι θέση αποδεκτή και από την ΕΕ και επίσης από το ΝΑΤΟ και από τα Ηνωμένα Έθνη- πρέπει η γειτονική μας χώρα να φέρει τις αναγκαίες αλλαγές στην έννομη τάξη της και πρωτίστως στο Σύνταγμά της. Γιατί το Σύνταγμα, ως έχει σήμερα, δεν ανταποκρίνεται -σε καμία περίπτωση- σ’ αυτές τις προϋποθέσεις» υποστήριξε ο κ. Παυλόπουλος και πρόσθεσε ότι περιμένουμε την εκπλήρωση αυτής της υποχρέωσης.
Μάλιστα, διεμήνυσε πως «μόνο όταν τελειώσει και τελειώσει οριστικά- δεν πρόκειται σε αυτό να υπάρξουν εκπτώσεις- μόνο μετά το πέρας όλης αυτής της διαδικασίας και αφού διαπιστωθεί ότι αυτή η αναθεώρηση εμπεριέχει όλες τις εγγυήσεις για τις οποίες μίλησα προηγουμένως, τότε είναι δυνατόν να υπάρξει πρόσκληση για ένταξη στο ΝΑΤΟ και βεβαίως έναρξη συζητήσεων σε ό,τι αφορά την ενταξιακή πορεία της ΠΓΔΜ προς την ΕΕ. Τότε και μόνο τότε είναι δυνατόν να οριστικοποιηθεί το περιεχόμενο της συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ και να έρθει προς κύρωση στη Βουλή των Ελλήνων» παρατήρησε.
Επίσης, ανέφερε ότι η ελληνική πλευρά εύχεται αυτή η διαδικασία να έχει ευνοϊκή κατάληξη και συμπλήρωσε ότι η ευθύνη ανήκει στη γειτονική χώρα, ενώ σημείωσε ότι μέσα από αυτήν τη συμφωνία προκύπτουν, όπως η ίδια η ΠΓΔΜ ομολογεί, η ιστορία και ο πολιτισμός της Μακεδονίας μας, της Μακεδονίας του Φιλίππου και του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αυτής της Μακεδονίας, η οποία άφησε ανεξίτηλο το στίγμα της πάνω στην ιστορία και τον πολιτισμό της ανθρωπότητας, αυτή η κληρονομιά είναι ελληνική στο ακέραιο.
Μάλιστα, ο κ. Παυλόπουλος τόνισε ότι το γειτονικό κράτος έχει έναν λαό, ο οποίος είναι σλαβικός, μία γλώσσα που είναι σλαβική και το ομολογούν και οι ίδιοι και πρόσθεσε ότι πρέπει να αναζητήσουν σε αυτήν τη σλαβική καταγωγή τους, τη σλαβική προέλευσή τους, ό,τι σημαντικό έχουν προσφέρει οι Σλάβοι γενικότερα και, ιδίως, στην περιοχή. Και όχι να αναζητούν ρίζες ή κληρονομιές που δεν τους ανήκουν. «Το κρατάμε αυτό εμείς, οι Έλληνες. Γιατί είναι σημαντικό και είναι η πρώτη φορά που το αποδέχτηκαν ύστερα από την δήλωση του Κίρο Γκλιγκόροφ. Αλλά επαναλαμβάνω: Η ευθύνη για την περαιτέρω πορεία τούς ανήκει. Εμείς είμαστε εδώ και να διευκολύνουμε τη δική τους πορεία, αλλά -και το τονίζω- να μην παραχωρήσουμε οτιδήποτε από εκείνο που μας ανήκει, σύμφωνα με την ιστορία μας και τον πολιτισμό μας» επισήμανε.
“Κρίσιμη περίοδος για την Ελλάδα”
Υποδεχόμενος, για τρίτη φορά, στο Προεδρικό Μέγαρο τους Ελληνοαμερικανούς φοιτητές, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας προέβη σε έναν διπλό απολογισμό της τελευταίας τριετίας, υπενθυμίζοντας ότι κατά την πρώτη συνάντησή τους, σε μία κρίσιμη περίοδο για την Ελλάδα, τους είχε διαβεβαιώσει ότι πρώτον η χώρα θα προχωρήσει αταλάντευτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στον σκληρό πυρήνα της, την Ευρωζώνη, και θα είναι αξιόπιστος και συνεπής Σύμμαχος στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Δεύτερον, ότι θα υπερασπισθούμε τα εθνικά μας θέματα με συνέπεια και πίστη, χωρίς εκπτώσεις, χωρίς να διεκδικούμε κάτι που δεν μας ανήκει, αλλά και χωρίς να παραχωρούμε οτιδήποτε, έστω και μία κεραία απ’ αυτό που πράγματι μας ανήκει.
“Οι εταίροι μας αναγνωρίζουν τα όσα πετύχαμε”
Ως προς το πρώτο, ο κ. Παυλόπουλος ανέφερε ότι η Ελλάδα, πράγματι, έχει σταθεροποιήσει πλήρως την πορεία της και τον ρόλο της μέσα στην ΕΕ και στον σκληρό πυρήνα της, την Ευρωζώνη. «Και όχι μόνον αυτό, αλλά μέσα από τις δυσκολίες και τις θυσίες του ελληνικού λαού, με τις οποίες επιτύχαμε αυτό το αποτέλεσμα, οι εταίροι μας μας αναγνωρίζουν τούτο, που είναι και αυτονόητο: Είμαστε από τους πιο συνειδητοποιημένους εταίρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εξ ου και ο σεβασμός, εξ ου και η δύναμη της Ελλάδας εντός της ΕΕ και της Ευρωζώνης. Το τρέχον πρόγραμμα έληξε μετά την τελευταία αξιολόγηση. Επετεύχθη συμφωνία και σε ό,τι αφορά τη διαχειρισιμότητα -προσέχω τον όρο που χρησιμοποιώ- του χρέους της Ελλάδας και, πλέον, μπαίνουμε στη φάση ενός άλλου προγράμματος, με πολύ διαφορετική νοοτροπία απ’ αυτήν που είχαν τα προηγούμενα, όπως συνέβη και με άλλες χώρες, π.χ. με την Πορτογαλία και την Κύπρο» σημείωσε.
Στη συνέχεια, ευχαρίστησε όλες τις δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις γιατί, όπως είπε, για να επιτύχουμε αυτό το αποτέλεσμα της σταθεροποίησής μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη, η συμπαράσταση των δημοκρατικών πολιτικών δυνάμεων του τόπου, από την πρώτη στιγμή, από το κρίσιμο καλοκαίρι του 2015, από τον Αύγουστο του 2015, ήταν συνεπής.
«Παρά τις επί μέρους διαφορές, που είναι απόλυτα θεμιτές σε μία Δημοκρατία, οι πολιτικές δυνάμεις στον βασικό μας στόχο, τον στόχο της πορείας μας στην Ευρώπη και την Ευρωζώνη, υπήρξαν συντεταγμένες, ενωμένες και συνεπείς. Και γι’ αυτό τις ευχαριστώ για μίαν ακόμη φορά δημόσια» τόνισε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
“Το νέο πρόγραμμα πρέπει να έχει μια διαφορετική νοοτροπία”
Απευθυνόμενος στους εταίρους μας, ενόψει του νέου προγράμματος, το οποίο -όπως είπε- θα έχει μία διαφορετική νοοτροπία και ένα διαφορετικό περιεχόμενο από τα προηγούμενα προγράμματα, επισήμανε ότι εδώ πρέπει να λάβουν υπόψη τους, κατά την κατάρτιση αυτού του προγράμματος, που επίκειται άλλωστε, ότι αυτές οι τεράστιες θυσίες του ελληνικού λαού για να παραμείνουμε στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, αποδίδονται και σε λάθη που δεν είναι δικά μας. Σύμφωνα με τον κ. Παυλόπουλο, υπήρξαν λάθη εκείνων οι οποίοι διαμόρφωσαν τα πρώτα προγράμματα και, ιδίως, το πρώτο μνημόνιο. Είχε πολλά σφάλματα, ειδικά σε ό,τι αφορά τον υπολογισμό της ύφεσης.
«Αυτές οι εσφαλμένες εκτιμήσεις που οδήγησαν, το τονίζω, σε θυσίες που δεν οφείλονται σε λάθη του ελληνικού λαού, πρέπει να ληφθούν υπόψη. Γιατί πρέπει να υπάρξει, κατά την κατάρτιση αυτού του προγράμματος, ένα είδος επανόρθωσης για τον ελληνικό λαό σε ό,τι αφορά τα ζητήματα αυτά. Επειδή είμαστε απόλυτα ειλικρινείς με τους εταίρους μας, επειδή -θυμίζω- ότι ισχύει σε όλα αυτά τα πράγματα η αρχή της αλληλεγγύης και ο κανόνας pacta sunt servanda, γι ‘αυτό στην όλη προσπάθεια που θα γίνει είμαι βέβαιος ότι και εκείνοι θ’ ανταποκριθούν στο δικό τους, από τη δική τους πλευρά, ευρωπαϊκό τους καθήκον έναντι της Ελλάδας» υπογράμμισε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
“Το Κυπριακό είναι ευρωπαϊκό πρόβλημα”
Σχετικά με το Κυπριακό, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διευκρίνισε ότι δεν είναι μόνο ελληνοκυπριακό ή πρόβλημα μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Τουρκίας. «Είναι ευρωπαϊκό πρόβλημα, είναι διεθνές πρόβλημα. Επιδιώκουμε, πάντα, μία δίκαιη και βιώσιμη λύση και είμαστε απόλυτα ειλικρινείς» υπογράμμισε. Ωστόσο, παρατήρησε ότι «η λύση του Κυπριακού μπορεί να υπάρξει μόνο με βάση το διεθνές δίκαιο και το ευρωπαϊκό κεκτημένο, δοθέντος ότι η Κύπρος είναι πλήρες κράτος-μέλος της ΕΕ και του σκληρού πυρήνα της, της Ευρωζώνης. Τούτο σημαίνει, με βάση μάλιστα το πρωτογενές ευρωπαϊκό δίκαιο, ότι δεν είναι νοητή λύση του Κυπριακού με στρατεύματα κατοχής και εγγυήσεις τρίτων. Τούτο είναι αδιανόητο με βάση το ευρωπαϊκό δίκαιο και έχει καταστεί σαφές στην Τουρκία. Το τονίζω, όχι μόνο από την Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά και από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Πέραν, δε, τούτου, αν αποδεχόμασταν κάτι τέτοιο για την Κύπρο, φανταστείτε πόσο καταστροφικό προηγούμενο, για την κυριαρχία των κρατών-μελών της ΕΕ, θα εδημιουργείτο. Τι άλλα προβλήματα θα μπορούσαν να υπάρξουν στο μέλλον. Αυτό είναι, πλέον, κοινός κανόνας στο πλαίσιο της ΕΕ και μία σημαντική επιτυχία σε ό,τι αφορά την υπεράσπιση αυτού του μεγάλου θέματος. Και είναι εξαιρετικά σημαντικό ότι αυτή, πλέον, είναι κοινή γραμμή όλων των δημοκρατικών πολιτικών δυνάμεων και στην Κύπρο και στην Ελλάδα».
Τέλος, αναφορικά με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, επανέλαβε, μεταξύ άλλων, ότι η Τουρκία οφείλει να εφαρμόσει το διεθνές δίκαιο, να σεβαστεί το ευρωπαϊκό κεκτημένο, να σεβαστεί τα σύνορα της Ελλάδας και της ΕΕ. Όπως τόνισε, δεν υπάρχουν γκρίζες ζώνες. Επίσης, σημείωσε ότι η Ελλάδα πιστεύει στην καλή γειτονία και ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας και πρόσθεσε ότι κάθε αμφισβήτηση των συνόρων και του εδάφους της Ελλάδας είναι αμφισβήτηση των συνόρων και του εδάφους της ΕΕ, με όλες τις εντεύθεν συνέπειες.
Τους Ελληνοαμερικανούς φοιτητές συνόδευαν ο πρόεδρος του Ελληνοαμερικανικού Ινστιτούτου, Νίκος Λαρυγγάκης και ο υφυπουργός Εξωτερικών, Τέρενς Κουίκ.