Ο Ντόντικ διεκδίκησε και κέρδισε τη θέση του εκπροσώπου των Σέρβων στη συλλογική προεδρία της πάντα εύθραυστης Βοσνίας. Αντικαθιστά τον μετριοπαθή Μλάντεν Ίβανιτς, ο οποίος είχε υποστηρίξει τη συνεργασία των Σέρβων με τις βοσνιακές αρχές και τη συμφιλίωση των τριών εθνοτήτων, Μουσουλμάνων, Σέρβων και Κροατών, που συναποτελούν τον πληθυσμό της πολύπαθης αυτής χώρας.
Αντίθετα, ο Ντόντικ έχει κατά καιρούς υποστηρίξει την απόσχιση των Σέρβων, δηλαδή της Republika Srpska, της Σερβικής Δημοκρατίας που ελέγχει το 49% του βοσνιακού εδάφους, σύμφωνα με τη Συμφωνία του Ντέιτον του 1995, με την οποία τερματίστηκε ο βοσνιακός εμφύλιος.
Αντίθετα με τους Σέρβους, οι Κροάτες εξέλεξαν τον μετριοπαθή Ζέλικο Κόμσιτς, παρά τη στήριξη της κυβέρνησης της Κροατίας προς τον σκληροπυρηνικό εθνικιστή Ντράγκαν Τσόβιτς, ο οποίος είναι τώρα αναγκασμένος να αποχωρήσει. Τέλος, οι Βόσνιοι Μουσουλμάνοι εμφανίστηκαν περισσότερο διχασμένοι, αν και προπορεύεται ο Σεφίκ Ντζαφέροβιτς του κόμματος του Μπακίρ Ιζεμπέκοβιτς, γιου του ιστορικού ηγέτη των Μουσουλμάνων, Αλία.
Η Βοσνία παραμένει το μεγάλο βαλκανικό πρόβλημα. Σε αντίθεση με το Κόσοβο και, ακόμα περισσότερο, με το Μακεδονικό, τα οποία αφορούν περισσότερο το παρελθόν και λιγότερο το παρόν, αφού τα κρατικά σύνορα συμβαδίζουν λίγο-πολύ με την εθνοτική σύνθεση του πληθυσμού (Αλβανοί-Σέρβοι στην πρώτη περίπτωση, Σλαβομακεδόνες-Έλληνες στη δεύτερη), το Βοσνιακό αφορά μια ζώσα και αναπόδραστη πραγματικότητα. Οι Σέρβοι της Βοσνίας, που ελέγχουν το 49% του εδάφους της, δείχνουν μεγαλύτερη αφοσίωση προς το Βελιγράδι παρά προς το Σεράγεβο.
Η Συμφωνία του Ντέιτον επέτρεψε τη διπλή υπηκοότητα για τους Σέρβους και τους Κροάτες της Βοσνίας με τα όμορα εθνικά τους κράτη. Αν κρίνει κανείς από τον αριθμό όσων εκμεταλλεύονται το δικαίωμα αυτό, η μεγάλη πλειοψηφία και των Κροατών έχει στραμμένο το βλέμμα της προς το Ζάγκρεμπ παρά προς το Σεράγεβο, ιδίως αφού, μετά το 2013, η Κροατία έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το διαβατήριο της έχει μεγαλύτερη διεθνή αξία.
Η πολυπλοκότητα των πολιτικών θεσμών της Βοσνίας, που ήταν το αποτέλεσμα των επώδυνων συμβιβασμών για την ειρήνευσή της στο Ντέιτον, έχουν ως αποτέλεσμα τη δυσλειτουργική διακυβέρνησή της, η οποία επιτείνει την οικονομική της καχεξία και τη διαρροή των πιο ικανών νέων στο εξωτερικό. Η συνεπαγόμενη στασιμότητα διατηρεί υψηλή τη δημοτικότητα του ακραίου εθνικισμού και αποτρέπει τη σταθεροποίηση και ανάπτυξη της χώρας. Όλα αυτά φαίνεται να επιτρέπουν στο Κρεμλίνο ανέξοδα να δημιουργεί προβλήματα στους δυτικούς σχεδιασμούς, σε μια περιοχή όπως τα δυτικά Βαλκάνια, στα οποία η Δύση έχει επενδύσει πάρα πολλά. Έτσι, τα Βαλκάνια επιβεβαιώνουν τον ιστορικό τους ρόλο, ως το μαλακό υπογάστριο της Ευρώπης.