Διαλλακτική απέναντι στην εκκλησία επιχείρησε να εμφανιστεί η κυβέρνηση μετά τη θύελλα αντιδράσεων που προκάλεσε σε Ιεραρχία και κλήρο η συμφωνία Τσίπρα – Ιερώνυμου. Μόνον όμως επιφανειακά. Γιατί επί της ουσίας η κυβέρνηση διεμήνυσε στην Εκκλησία πως έχει “και το καρπούζι και το μαχαίρι” για να προχωρήσει στο σχέδιό της και κυρίως την πολιτική βούληση.
Άκρως χαρακτηριστικές και ενδεικτικές των κυβερνητικών προθέσεων είναι οι φράσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου:
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
-
“Πιστεύουμε ότι δεν μπορεί να βρεθεί επωφελέστερο πλαίσιο για την Εκκλησία, αλλά και για την Πολιτεία”, φράση που δείχνει ότι η κυβέρνηση θα εμμείνει μέχρι τέλους στην συμφωνία.
-
“Η Κυβέρνηση ούτε βιάζεται ούτε πιέζεται”. Είναι το μήνυμα προς την “αντιπολίτευση” στην Εκκλησία, δηλαδή τους Μητροπολίτες που ξεσηκώθηκαν κατά της συμφωνίας.
-
“Η Εκκλησία οφείλει να κατανοήσει ότι δεν αποτελεί αρμοδιότητά της να αποφασίζει για θέματα τα οποία υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Πολιτείας, όπως, για παράδειγμα, ποιες ανάγκες υπάρχουν για δημοσίους υπαλλήλους”. Η φράση έχει ιδιαίτερη σημασία, ειδικά όταν την λέει ο Δημήτρης Τζανακόπουλος, ο οποίος δέχεται τα πυρά ακόμη και “μετριοπαθών” ιεραρχών ότι αυτός δυναμίτισε την συμφωνία, με την σπουδή του να εξαγγείλει διορισμό 10.000 υπαλλήλων στη θέση των κληρικών.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
-
“Αν αυτό το βήμα, επ’ ωφελεία της Εκκλησίας, (σσ τη νομοθετική κατοχύρωση της μισθοδοσίας των κληρικών) η ίδια δεν το επιθυμεί, τότε μάλλον αφήνει την πρωτοβουλία των αποφάσεων αποκλειστικά στην Πολιτεία”.
-
Και το κυριότερο: “Σε κάθε περίπτωση, οι τελικές αποφάσεις επί του ζητήματος θα ληφθούν από τον Πρωθυπουργό και την Κυβέρνηση, όταν έρθει η κατάλληλη ώρα”.
Η μόνη αναδίπλωση της κυβέρνησης είναι η παραδοχή πως έκανε λάθος όταν ανακοίνωσε τη συμφωνία της πολιτείας με την Εκκλησία χωρίς να ενημερώσει το Φανάρι, τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης και τις Μητροπόλεις Δωδεκανήσων.
Γι αυτό και ο πρωθυπουργός έδωσε εντολή στον υπουργό Παιδείας να εκκινήσει κύκλο συναντήσεων με τον Πατριάρχη, με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, με τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης Ειρηναίο, αλλά και με τις ιερές Μητροπόλεις Δωδεκανήσων, “ώστε να διευκρινιστούν πτυχές της πρότασης, οι οποίες μπορεί να μην ήταν σαφείς στην αρχή”.