Όπως τονίζεται στην αγωγή η κυρία Κατερίνα Παπακώστα, ως εκπρόσωπος δημόσιας αρχής προέβη ανεπιτρέπτως και παρανόμως, σε άμεση προσβολή του τεκμηρίου της αθωότητας μου (και άρα σε προσβολή της προσωπικότητας μου).
«Ειδικότερα εκφράστηκε ως μη έδει η βεβαιότητα της περί της ενοχής μου και μάλιστα, αμέσως μετά την σύλληψη μου και προ πάσης γνώσης της περί σε βάρος μου κατηγορίας, πολλώ δε μάλλον προτού απολογηθώ. Προέβη άνευ λόγου και αιτίας, στις ως άνω ανοίκειες δηλώσεις της, εμφανιζόμενη μάλιστα να επιχαίρει για την υποτιθέμενη επιτυχία της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας, μολονότι η σύλληψη μου έλαβε χώρα σε εκτέλεση εντάλματος του ειδικού εφέτη ανακριτή και όχι κατόπιν έρευνας της ως άνω υπηρεσίας. Εθίγη βαρύτατα η προσωπικότητα μου καθώς δεν εθίγει μόνο η επαγγελματική μου αξιοπιστία αλλά και η τιμή και η υπόληψη μου δια της διατύπωσης της ως άνω απόλυτης θέσης περί βέβαιης ενοχής μου, εκφραζόμενη δια επίσημων χειλέων δημόσιας αρχής, δημιουργείται έντονα αρνητικό και νοσηρό, και τοξικό κλίμα σε βάρος μου, το οποία υποσκάπτει ευθέως τα εχέγγυα για την ορθή ποινική μεταχείριση του».