Το ναυάγιο του Τιτανικού στις 15 Απριλίου 1912 με 1502 νεκρούς, έχει καταγραφεί στην παγκόσμια συνείδηση ως η μεγαλύτερη ναυτική τραγωδία όλων των εποχών. Πρόκειται για λανθασμένη εντύπωση, προϊόν του πελώριου μύθου που συνόδευσε το υπερπολυτελές εκείνο καράβι από τη ναυπήγηση ως το ναυάγιο του στο παρθενικό του ταξίδι. Κι όμως, στις 9 το βράδυ της 30ης Ιανουαρίου του 1945, τέσσερις τορπίλες που εξαπολύθηκαν από ένα Σοβιετικό υποβρύχιο εναντίον του Γερμανικού πλοίου “Wilhelm Gustloff” στη Βαλτική θάλασσα, έφεραν μια τραγωδία που ισοδυναμούσε με πέντε Τιτανικούς μαζί.
Το «Γκάστλοφ» ήταν ένα πελώριο κρουαζιερόπλοιο 25.000 τόνων, χτισμένο στα ναυπηγεία του Αμβούργου το 1937. Ο πόλεμος που ξέσπασε δυο χρόνια αργότερα το καθήλωσε στις προβλήτες, καθώς οι Γερμανοί δεν πήγαιναν πια κρουαζιέρες. Επιταγμένο από το Γερμανικό ναυαρχείο, χρησιμοποιήθηκε ως πλωτό νοσοκομείο και ως μέρος προσωρινής διαμονής πληρωμάτων των πολεμικών υποβρυχίων. Τον Γενάρη του 1945, οι Σοβιετικές δυνάμεις που είχαν απελευθερώσει τη χώρα τους κι έσπρωχναν τη Βέρμαχτ προς τα δυτικά, εξαπέλυσαν μια τεράστια επίθεση που είχε στόχο τις ανατολικές επαρχίες της ίδιας της Γερμανίας. Ο Γερμανικός πληθυσμός γνωρίζοντας τη δίψα των Σοβιετικών για εκδίκηση κι έχοντας έναν αταβιστικό φόβο για τους Σλάβους που κατέφθαναν, συγκεντρώθηκαν κατά χιλιάδες στους δρόμους που οδηγούσαν προς τα δυτικά και στα μεγάλα λιμάνια της Πρωσίας.
Πάνω στο «Γκάστλοφ» επιβιβάστηκε άγνωστος αριθμός πανικόβλητων ανθρώπων, γυναικόπαιδων, τραυματιών και κρατικών υπαλλήλων. Οι πιο συντηρητικές εκτιμήσεις μιλούν για 8.000 ανθρώπους, άλλες για 10.000, αφού κάθε εκατοστό του πελώριου πλοίου ήταν κατειλημμένο από κόσμο. Βγαίνοντας όπως-όπως από το λιμάνι με ελάχιστη συνοδεία δυο τορπιλακάτων, το κατάφορτο καράβι είχε αφήσει την τύχη του μόνο στις πολύ κακές καιρικές συνθήκες. Ήταν τρικυμία, χιόνιζε και η θερμοκρασία ήταν μείον δέκα. Λογικά, τα υποβρύχια δεν επιχειρούσαν με τέτοιο καιρό. Δυστυχώς για τους επιβάτες, ένα Σοβιετικό S-13 με κυβερνήτη τον Αλεξάντερ Μαρινέσκο είχε βγει για περιπολία κι έπεσε πάνω στο «Γκάστλοφ». Ο Μαρινέσκο είδε από το περισκόπιο το μεγάλο πλοίο να πλέει δίχως φώτα πορείας, γεγονός που το κατέτασσε αυτόχρημα στα εχθρικά πλοία.
Τέσσερις τορπίλες βρήκαν τον στόχο τους και είκοσι λεπτά αργότερα το πελώριο σκαρί βυθίστηκε αύτανδρο. Όσοι επιβάτες δεν σκοτώθηκαν απ’ τις εκρήξεις παρασύρθηκαν στον βυθό, ενώ όταν κατέφθασαν πλοία για την περισυλλογή των ναυαγών, διαπίστωσαν ότι χιλιάδες παγωμένα πτώματα επέπλεαν πάνω στα κύματα. Παρά το κυνήγι που εξαπολύθηκε στο υποβρύχιο, αυτό όχι μόνο ξέφυγε, αλλά στο τέλος της περιπολίας του βύθισε άλλο ένα Γερμανικό επιβατικό, το «General von Steuben», με 3.000 επιβάτες, άλλους δύο Τιτανικούς δηλαδή. Συνολικά, σ’ εκείνη τη βόλτα, ο κυβερνήτης Αλεξάντερ Μαρινέσκο σκότωσε πάνω από 8.000 αμάχους Γερμανούς. Ο Αδόλφος Χίτλερ τον χαρακτήρισε ως τον «υπ’ αριθμός ένα εχθρό της Γερμανίας», ενώ για πολλά χρόνια διεξαγόταν συζήτηση για το αν ο Μαρινέσκο διέπραξε έγκλημα πολέμου ή έκανε απλώς το καθήκον του.
Το πιθανότερο είναι ότι απλώς έκανε τη δουλειά του και ότι δεν ήξερε ότι το «Γκάστλοφ» κουβαλούσε αμάχους. Υποστηρίχτηκε ότι στο φουγάρο του πλοίου υπήρχε ζωγραφισμένος ο ερυθρός σταυρός, όμως πόσο εφικτό ήταν για το υποβρύχιο μέσα σε άσχημες καιρικές συνθήκες και νύχτα να τον δει; Πάντως ο Μαρινέσκο δεν πρόκοψε στην Σοβιετική στρατιωτική ιεραρχία. Παράπεσε στην αφάνεια λόγω αλκοολισμού, χωρίς να ξέρουμε αν έπινε από πριν ή αν άρχισε να τα τσούζει λόγω τύψεων μετά το “επίτευγμα” του. Σε κάθε περίπτωση, οι καθημερινές απώλειες σ’ εκείνο τον φρικτό πόλεμο ήταν τόσο τεράστιες, που οι 8.000 νεκροί πέρασαν σχεδόν απαρατήρητοι. Εξάλλου, το εκούσιο ή ακούσιο έγκλημα έγινε από τους νικητές όχι από τους ηττημένους και μη μου πείτε ότι αυτό είναι άνευ σημασίας στη τελική ετυμηγορία της ιστορίας.
Διαβάστε εδώ κι άλλες ιστορίες με την υπογραφή του Δημήτρη Καμπουράκη, στη στήλη Μία σταγόνα ιστορία.