Το δικαστήριο του Στρασβούργου έκρινε την προσφυγή 49 ενηλίκων και ανηλίκων, συριακής, αφγανικής και παλαιστινιακής υπηκοότητας, που εισήλθαν παράνομα στην Ελλάδα, μεταξύ 20 Μαρτίου και 15 Απριλίου 2016, οπότε είχαν φθάσει με βάρκα στη Χίο. Οι μετανάστες είχαν συλληφθεί αμέσως και είχαν εκδοθεί αποφάσεις απέλασης, βάση των οποίων μέχρι να επιστρέψουν στην Τουρκία θα παρέμεναν υπό κράτηση. Κάποιοι από τους ανήλικους, τελικά, απελάθηκαν σε άλλα κράτη για λόγους οικογενειακής επανένωσης κ.ά, ενώ άλλοι από τους προσφεύγοντες υπέβαλαν αιτήσεις ασύλου, οπότε ανακλήθηκαν οι αποφάσεις απέλασης και παρέμειναν υπό κράτηση.
Οι προσφεύγοντες έθεσαν στο δικαστήριο θέμα παραβιάσεων της Ευρωπαϊκής Συνθήκης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ως προς τις διατάξεις (άρθρα 3 και 5) που αφορούν τις συνθήκες κράτησης τους στα «hotspots» της Βιάλ και της Σούδας στη Χίο, της νομιμότητας της κράτησής τους εκεί και της δυνατότητας τους να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη. Οι προσφεύγοντες επικαλούμενοι τις συνθήκες αλλά και τον χρόνο κράτησης τους, καταλόγιζαν στην Ελλάδα παραβιάσεις του δικαιώματος τους σε προσωπική ελευθερία και ασφάλεια (άρθρο 5 ΕΣΔΑ) αλλά και εξευτελιστική και ταπεινωτική συμπεριφορά (άρθρο 3).
Σύμφωνα με την προσφυγή στο ΕΔΔΑ, οι 49 ανέφεραν ότι τα στρατόπεδα της Βιάλ και Σούδα, αποτελούν κίνδυνο για τη σωματική και ψυχική ευεξία τους. Κατήγγειλαν, επίσης, την ανεπάρκεια ιατρικής περίθαλψης, νομικών παροχών, την κακή ποιότητα των γευμάτων, τον υπερπληθυσμό στα στρατόπεδα, την έλλειψη εγκαταστάσεων για την ασφάλεια γυναικών και παιδιών κ.ά.
Με την απόφαση που εξέδωσε χθες το Δικαστήριο (υπόθεση KAAK ET AUTRES c. GRÈCE αριθμός 34215/16) έκρινε ότι η Ελλάδα έκανε το καλύτερο που μπορούσε για να εκπληρώσει την υποχρέωση παροχής φροντίδας και προστασίας στους ασυνόδευτους ανήλικους, μεταφέροντας τους αμέσως σε ασφαλή ζώνη και επίσης ότι οι ενήλικοι προσφεύγοντες μεταφέρθηκαν αμέσως -ή εντός δέκα ημερών- από το στρατόπεδο Βιάλ στο στρατόπεδο της Σούδας.
Οι προσφεύγοντες δεν είχαν νομική συνδρομή
Το Δικαστήριο έκρινε, επίσης, ότι οι συνθήκες κράτησης στο στρατόπεδο της Σούδας δεν συνιστούσε απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση. Επαναλαμβάνει επίσης προηγούμενη διαπίστωση του ότι η περίοδος κράτησης ενός μηνός στο στρατόπεδο Βιάλ δεν πρέπει να θεωρείται υπερβολική, δεδομένου του χρόνου που απαιτείται για τη συμμόρφωση με τις σχετικές διοικητικές διαδικασίες. Επιπλέον, η διάρκεια της κράτησης των προσφευγόντων από τη στιγμή που είχαν εκφράσει την επιθυμία τους να υποβάλουν αίτηση ασύλου ήταν σχετικά σύντομη. Έτσι, έκρινε ότι η κράτηση των προσφευγόντων δεν ήταν αυθαίρετη και ότι δεν μπορούσε να θεωρηθεί παράνομη.
Ωστόσο, θεωρεί πως οι προσφεύγοντες, οι οποίοι δεν είχαν νομική συνδρομή, δεν μπόρεσαν να κατανοήσουν το περιεχόμενο του ενημερωτικού φυλλαδίου και του υλικού που τους δόθηκε για τις διάφορες δυνατότητες προσφυγής που διέθεταν σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Το Δικαστήριο αναφέρει ότι οι αποφάσεις απέλασης, οι οποίες υποδεικνύουν τη δυνατότητα έφεσης, είχαν συνταχθεί στα ελληνικά με αποτέλεσμα οι προσφεύγοντες, οι οποίοι δεν είχαν νομική συνδρομή σε κανένα από τα στρατόπεδα, δεν είχαν δυνατότητα να κατανοήσουν το περιεχόμενο του ενημερωτικού φυλλαδίου που διένειμαν οι αρχές και ιδίως το υλικό που αφορούσε τα διάφορα ένδικα μέσα που διέθεταν βάση του εθνικού δικαίου. Επίσης, η απόφαση του ΕΔΔΑ τονίζει πως το επίμαχο ενημερωτικό φυλλάδιο αναφέρεται γενικά σε «διοικητικό δικαστήριο», χωρίς ωστόσο να διευκρινίζει ότι το πλησιέστερο διοικητικό δικαστήριο βρίσκεται στη Λέσβο, καθώς δεν υπάρχει διοικητικό δικαστήριο στο νησί της Χίου, όπου οι προσφεύγοντες κρατούνταν.
Έτσι το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι τα ένδικα μέσα που είχαν στη διάθεσή τους οι κρατούμενοι μετανάστες δεν ήταν ούτε προσβάσιμα, ούτε επαρκή (άρθρο 5.4 ΕΣΔΑ) και καταδικάζει την Ελλάδα να καταβάλει στον κάθε προσφεύγοντα 650 ευρώ για ηθική βλάβη.