Με τις προσφυγές ζητείτο η ακύρωση της εγκυκλίου που εξέδωσε το υπουργείο Εργασίας στις 18 Φεβρουαρίου 2019, με την οποία παρέχονταν οδηγίες για την εφαρμογή του νέου κατώτατου μισθού των 650 ευρώ (με ισχύ από 1η Φεβρουαρίου 2019) και του ημερομισθίου για τους υπαλλήλους και τους εργατοτεχνίτες όλης της χώρας.
Για το ζήτημα των τριετιών, επί της ουσίας, υπάρχουν δύο αντίθετες νομικές προσεγγίσεις και ερμηνείες. Η πλευρά των εργοδοτών υποστηρίζει ότι οι τριετίες στις κατώτατες αμοιβές έχουν καταργηθεί, ενώ η επίμαχη εγκύκλιος διευκρινίζει ότι οι τριετίες πρέπει να συνεχίσουν να καταβάλλονται.
Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, οι τριετίες έχουν καταργηθεί όσον αφορά τον νομοθετημένο κατώτατο μισθό και το κατώτατο ημερομίσθιο, βάσει του άρθρου 103 του ν. 4172/2013 και μετά την προσθήκη με το άρθρο πρώτο υποπαράγραφος ΙΑ.6 περ. 2 του ν. 4254/2014.
Από την άλλη πλευρά, η ΓΣΕΕ, η Ομοσπονδία Συλλόγων Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων, το Εργατοϋπαλληλικό Κέντρο Αθήνας και το υπουργείο Εργασίας υποστηρίζουν ότι η εγκύκλιος είναι γνήσια ερμηνευτική και για τον λόγο αυτό απαραδέκτως προσβάλλεται ενώπιον του ΣτΕ με αίτηση ακύρωσης, και ότι οι τριετίες ορθώς συνεχίζουν και καταβάλλονται στους εργαζομένους που τις δικαιούνται, καθώς από καμία διάταξη νόμου δεν προκύπτει ρητά η κατάργησή τους, σιωπηρή δε κατάργησή τους, όπως υποστηρίζει η εργοδοτική πλευρά, δεν νοείται ούτε μπορεί να συναχθεί ερμηνευτικά.
Ακόμη, η ΓΣΕΕ κ.λπ. υποστήριξαν ότι οι τριετίες, εκτός των άλλων, αποτέλεσαν, επί σειρά ετών, περιεχόμενο των Εθνικών Γενικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και θεμελιώνονται ήδη στον νόμο. Τυχόν δε απόφαση που θα υιοθετούσε την άποψη του ΣΕΒ θα οδηγούσε σε ραγδαίες μειώσεις μισθών για χιλιάδες εργαζομένους, παρά τον αντίθετο σκοπό του νομοθέτη, που ήταν η χορήγηση αυξήσεων. Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας αναμένεται τους πρώτους μήνες του 2020.