Ξεκίνησε στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης η δίκη του κυκλώματος που εξαπατούσε, συνήθως, ηλικιωμένους με τροχαία «μαϊμού».
Ήταν ένα πρωινό όπως όλα τα άλλα, μέχρι που χτύπησε το σταθερό τηλέφωνο του σπιτιού της και στην άλλη άκρη της γραμμής εμφανίστηκε μια άγνωστη ανδρική φωνή: «Ο γιος σας τράκαρε και σκότωσε ένα κοριτσάκι», ήταν τα λόγια του.
Η 78χρονη που μόλις είχε δεχθεί την κλήση τρομοκρατήθηκε και χωρίς να προλάβει να ψελλίσει μία κουβέντα άκουσε τον υποτιθέμενο γιο να εκλιπαρεί για βοήθεια. «Μαμά, σε παρακαλώ, βοήθησέ με. Θα μιλήσεις με έναν αστυνομικό. Είναι φίλος μου, θα σου πει τι θα κάνεις». Οι απατεώνες των λεγόμενων «μαϊμού» τροχαίων μόλις είχαν παγιδεύσει στα δίχτυα τους ένα ακόμη θύμα.
Σύμφωνα με όσα κατέθεσε αργότερα η ηλικιωμένη στους αστυνομικούς, από την επικοινωνία που ακολούθησε, προέκυψε, ότι ο δήθεν αστυνομικός αξίωσε 90.000 ευρώ για να γλιτώσει το παιδί της τη φυλακή. Εκείνη απάντησε ότι δεν έχει τόσα χρήματα και τότε ξεκίνησε η διαπραγμάτευση. Τελικά συμφώνησαν στο ποσό των 4.400 ευρώ, χρήματα που η ίδια πήγε και σήκωσε από τραπεζικό υποκατάστημα για να τα παραδώσει, όπως είχαν συμφωνήσει, μέσα σε σακούλα, σε έναν νεαρό που πέρασε μπροστά από το σπίτι της, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης.
Η περίπτωση της 78χρονης εξιχνιάστηκε από την Ασφάλεια Κατερίνης και διαπιστώθηκε ότι πίσω από την απάτη βρίσκεται ελληνοβουλγαρικό κύκλωμα, τα μέλη του οποίου σε διάστημα ενός έτους, κατά το 2019, διέπραξαν δεκάδες παρόμοιες απάτες, τετελεσμένες ή σε απόπειρα, απ’ άκρη εις άκρην της Βόρειας Ελλάδας, φθάνοντας μέχρι και την Μαγνησία. Όπως περιγράφεται στη δικογραφία, το συγκεκριμένο κύκλωμα απέσπασε 68.000 ευρώ από ηλικιωμένους – θύματα, ενώ αποπειράθηκε να αρπάξει επιπλέον 1,2 εκατ. ευρώ.
Η δράση του κυκλώματος από τον Ιανουάριο
Το κουβάρι άρχισε να ξετυλίγεται τον περασμένο Ιανουάριο όταν αστυνομικοί της Πιερίας συνέλαβαν στη Θεσσαλονίκη έναν 53χρονο Έλληνα στην κατοχή του οποίου βρέθηκαν 16.000 ευρώ σε μετρητά αλλά και κοσμήματα που είχε συγκεντρώσει από εξαπατημένους ηλικιωμένους και επρόκειτο να μεταφέρει στα ηγετικά στελέχη του κυκλώματος. Από την έρευνα προέκυψαν τα στοιχεία είκοσι Ελλήνων και Βούλγαρων, οι δώδεκα εκ των οποίων παραπέμφθηκαν σε δίκη ενώ οι υπόλοιποι φυγοδικούν.
Όπως περιέγραψε αστυνομικός της Ασφάλειας Κατερίνης, καταθέτοντας στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης όπου δικάζεται η υπόθεση, τα ηγετικά στελέχη της οργάνωσης φαίνεται ότι καλούσαν από άγνωστους αριθμούς τηλεφώνου που παρέπεμπαν στην Ρουμανία. «Στη συγκεκριμένη χώρα μπορεί κανείς να αποκτήσει αριθμό κινητού τηλεφώνου χωρίς να απαιτείται ταυτοποίηση στοιχείων» εξήγησε ο ίδιος. Οι διωκτικές αρχές εκτιμούν πάντως ότι τα ηγετικά στελέχη ενεργούσαν από την γειτονική Βουλγαρία.
Περιγράφοντας τον τρόπο δράσης τους, ο μάρτυρας κατέθεσε ότι «ζητούσαν χρήματα για να απαλλαγούν ποινικά οι δήθεν υπαίτιοι θανατηφόρων τροχαίων που άλλοτε ήταν τα εγγόνια των θυμάτων, και άλλοτε τα παιδιά ή τα ανίψια τους». Όπως πρόσθεσε, καλούσαν συνήθως πρωινές ώρες ή σε γιορτές, δείχνοντας προτίμηση σε μικρούς οικισμούς. Αυτός που καλούσε «μιλούσε καλά ελληνικά αλλά με ξένη προφορά» και συνήθως δίπλα του βρίσκονταν δύο ακόμη άτομα, ένας άνδρας και μία γυναίκα, ανάλογα με την περίπτωση.
Το κύκλωμα διέθετε και τους λεγόμενους «εισπράκτορες» που όπως στην περίπτωση της 78χρονης -η οποία κατέθεσε στο δικαστήριο τονίζοντας ότι «βρισκόταν σε χάλια κατάσταση και εκείνη την ώρα σκεφτόταν μόνο τον γιο της»- αναλάμβαναν να εισπράξουν τα χρήματα από τους παθόντες. Ένας εξ αυτών φέρεται να συνεργάστηκε με το κύκλωμα κατόπιν αγγελίας εύρεσης εργασίας που εντόπισε σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης. «Σύμφωνα με την αγγελία θα παραλάμβανε χρήματα για δήθεν αγορές προϊόντων» κατέθεσε ο ίδιος μάρτυρας. Η δίκη διεκόπη και θα συνεχιστεί την Πέμπτη.