Παλαιότερα, σε ένα άρθρο μου για την Έρευνα και Τεχνολογία στην Ελλάδα, είχα αναφέρει ότι στη χώρα μας λειτουργούν σχεδόν 100 δημόσια ερευνητικά κέντρα, τα οποία χρηματοδοτούνται από τον Προϋπολογισμό. Και είχα διατυπώσει ένα ερώτημα: Όλα αυτά τα Κέντρα, τι ακριβώς έχουν προσφέρει στην κοινωνία μας τα τελευταία 50 χρόνια;
Στη χώρα μας, η δαπάνη για έρευνα ανέρχεται περίπου στο 1,3% του ΑΕΠ, γεγονός που μας κατατάσσει στην 16η θέση ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε απόλυτους αριθμούς, αυτό το ποσοστό αντιστοιχεί σε πάνω από 2 δις ευρώ το χρόνο. Χρήματα που προφανώς προέρχονται από τους φόρους, τους οποίους καταβάλλουν οι Έλληνες πολίτες.
Επανέρχομαι λοιπόν στο ερώτημα. Έχει προκύψει όλα αυτά τα χρόνια κάτι «χειροπιαστό» για την κοινωνία μας από αυτή την επένδυση, η οποία από το 1980 μέχρι σήμερα ανέρχεται σωρευτικά σε παρούσες αξίες κοντά στα 100 δις; Ειλικρινώς, δεν γνωρίζω την απάντηση.
Αφορμή για την επάνοδό μου στο θέμα μού έδωσε η ανακοίνωση για την ανακάλυψη ενός νέου Ισραηλινού φαρμάκου για την θεραπεία λοίμωξης από κορωνοϊό, επάνω στο οποίο δουλεύει ένα ερευνητικό Κέντρο υπό τον καθηγητή Ναντίρ Αρμπέρ. Δεν πρόκειται για καμμία πολυεθνική φαρμακοβιομηχανία αλλά για ένα δημόσιο ερευνητικό Κέντρο στο Τελ Αβίβ.
Επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας, ο καθηγητής Αρμπέρ είναι ένας γαστρεντερολόγος, ο οποίος σπούδασε στη χώρα του, ειδικεύθηκε στη χώρα του και εργάζεται στη χώρα του. Από ό,τι διαβάζω στο βιογραφικό του, δεν πήγε ούτε στην ιατρική σχολή του Χάρβαρντ, ούτε σε κάποιο άλλο σχολείο ανάλογης φήμης στο εξωτερικό. Έμεινε στη χώρα του, στον τόπο του, και εργάζεται εκεί όλη του τη ζωή επάνω στη ειδικότητά του, κλεισμένος μέσα στο εργαστήριό του μαζί με τους συνεργάτες του.
Με το ξέσπασμα της πανδημίας, ο Αρμπέρ άρχισε το «ψάξιμο». Στόχος του, η προσπάθεια να καταλάβει πώς λειτουργεί ο κορωνοϊός και πώς επιδρά στους ανθρώπινους πνεύμονες, ώστε να καταφέρει να βρει κάτι που θα μπορούσε να περιορίσει ή να εξαφανίσει το πρόβλημα από τη λοίμωξη, προστατεύοντας έτσι την ανθρώπινη υγεία. Και ως φαίνεται, μέσα σε λίγους σχετικά μήνες έφθασε σε ένα πρώτο αποτέλεσμα με την ανακάλυψη ενός φαρμάκου, το οποίο αυτή τη στιγμή βρίσκεται στη φάση κλινικών δοκιμών.
Προφανώς, είναι ακόμη νωρίς για να μάθουμε κατά πόσον το συγκεκριμένο φάρμακο θα είναι αποτελεσματικό και σε ποιό βαθμό. Όμως, χωρίς αμφιβολία, γίνεται σοβαρή προσπάθεια, στην οποία λαμβάνουν πλέον μέρος και πολλές χώρες, οι οποίες προσφέρονται να συμμετέχουν στις κλινικές δοκιμές, μεταξύ των οποίων και η χώρα μας.
Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω τι ποσοστό του Ισραηλινού ΑΕΠ δαπανάται για έρευνα και πόσα χρήματα ξοδεύονται στα ερευνητικά Κέντρα αυτής της χώρας. Θα το ψάξω. Όμως, είναι γνωστό ότι το επίπεδο πανεπιστημιακών σπουδών και ακαδημαϊκής έρευνας σε αυτή τη χώρα βρίσκεται πολύ ψηλά εδώ και πολλά χρόνια. Οι άνθρωποι εκεί δεν το «παίζουν» επιστήμονες. Είναι.
Το δε Κράτος, συστηματικά χρηματοδοτεί σοβαρές προσπάθειες που έχουν ως στόχο τα επιτεύγματα εκείνα, τα οποία θα εισφέρουν πραγματικά αποτελέσματα με απώτερο, ουσιαστικό όφελος του κοινωνικού συνόλου.
Εδώ, δεν μιλάμε για μια τεράστια χώρα. Δεν μιλάμε για Αμερική, ή Καναδά, ούτε για τη Γερμανία ή τη Βρετανία. Μιλάμε για μια μικρή χώρα που δημιουργήθηκε μόλις μετά τον τελευταίο μεγάλο πόλεμο. Για μια χώρα που βρίσκεται σε μια γεωπολιτικά επικίνδυνη ζώνη, τη Μέση Ανατολή, που – καλώς ή κακώς – απειλείται επί πολλά χρόνια από άλλες που την περιτριγυρίζουν.
Και όμως. Μέσα σε αυτά τα χρόνια, έπεσαν με τα μούτρα στη δουλειά και κατάφεραν να δημιουργήσουν σοβαρές υποδομές, να αναπτύξουν την Οικονομία τους και να στηρίξουν όσους «Αρμπέρ» ήθελαν να προσφέρουν με το έργο τους «κάτι» που θα ωφελούσε τον τόπο τους. Και το παράδειγμα του συγκεκριμένου καθηγητή Αρμπέρ δεν είναι μοναδικό. Απλώς, το φέρνει στην επιφάνεια η οδυνηρή επικαιρότητα της πανδημίας.
Επισκέφθηκα το Ισραήλ μόνο μια φορά, για δουλειά, πριν από αρκετά χρόνια. Και έζησα από κοντά τον τρόπο που δουλεύουν εκεί κάτω. Ομολογώ ότι εντυπωσιάστηκα. Μπορεί η κουλτούρα τους να μη μου ταίριαζε απολύτως, αλλά εκτίμησα τη σοβαρότητα και τη μεθοδικότητα με την οποία εργάζονται και δημιουργούν. Και την απλότητα με την οποία ζουν και πορεύονται στην κοινωνία τους.
Αμφιβάλλω εάν αυτοί οι επιστήμονες αμείβονται με «αστρονομικά» ποσά, ή εάν το παίζουν «αστέρες» της επιστήμης. Αμφιβάλλω εάν τους γνωρίζει καν ο κόσμος. Και δεν νομίζω ότι εμφανίζονται κάθε μέρα στην τηλεόραση και τα ραδιόφωνα για να μιλήσουν δημόσια για το έργο τους. Τα αφήνουν αυτά στους πολιτικούς και όσους κάνουν άλλες δουλειές.
Επίσης, δεν άκουσα ποτέ να συνδικαλίζονται, να προβάλλουν δημοσίως τις πολιτικές και ιδεολογικές τους απόψεις, να ασχολούνται με καταλήψεις των πανεπιστημιακών Σχολών ή των ερευνητικών Κέντρων της χώρας τους. Πρώτον, επειδή οι ίδιοι στέκονται μακρυά από όλα «αυτά». Και δεύτερον, επειδή αυτά τα «αυτά» απλώς δεν συμβαίνουν εκεί.
Κλείνω λέγοντας ότι είμαι σίγουρος πως στη χώρα μας κάπου «κρύβονται» και κάποιοι δικοί μας «Αρμπέρ». Μακάρι να δούμε και εδώ τέτοια παραδείγματα. Για το καλό του τόπου και κυρίως των ανθρώπων που περιμένουν να δουν κάτι καλύτερο και κάτι περισσότερο από εκείνους τους αφανείς επιστήμονες που θέλουν πραγματικά να δημιουργήσουν και να προσφέρουν.
Μακάρι.