Οι τράπεζες φαίνεται να ξεπερνούν σταδιακά όλα τα κακώς κείμενα που τους άφησαν «προίκα» τα τρία συνεχή μνημόνια και η εν συνεχεία η πανδημία και αλλάζουν επίπεδο. Το ζητούμενο βέβαια είναι οι τράπεζες στην νέα εποχή, να διαδραματίσουν έναν πρωτεύοντα ρόλο.
Εξάλλου είναι αδύνατο να επιτευχθούν οι στόχοι για την ανάπτυξη της οικονομίας τα επόμενα χρόνια, χωρίς ο ρόλος των τραπεζών να είναι ενεργός.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Στην κυβέρνηση υπάρχει μία σχετική ενόχληση, για το γεγονός ότι η δανειοδότηση επιχειρήσεων, κυρίως των μικρομεσαίων δεν είναι αυτή που θα μπορούσε.
Οι τράπεζες που έχουν καεί στο χυλό φυσάν και το γιαούρτι. Τα «κόκκινα» δάνεια όλο το περασμένο διάστημα τις γονάτισε και πέρασε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα προκειμένου να μπορέσουν να διαχειριστούν ενεργητικά ένα τεράστιο χαρτοφυλάκιο μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Σύμφωνα με τον σχεδιασμό τους, το 2022 τα «κόκκινα» δάνεια ως ποσοστό επί του συνόλου θα υποχωρήσει κάτω από το 10%, ενώ για κάποιες τράπεζες αυτό μπορεί να συμβεί από εφέτος.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Το παραπάνω γεγονός σε συνδυασμό με το ότι η πανδημία τελικά δεν φαίνεται να αφήνει πίσω της, τόσο μεγάλο ύψος νέων κόκκινων δανείων, έχει ως αποτέλεσμα η εικόνα των τραπεζών σήμερα να είναι καλύτερη από ποτέ. Και θα είναι ακόμη καλύτερη στο άμεσο μέλλον, όταν και θα ολοκληρωθούν οι σχεδιαζόμενες κινήσεις για την βελτίωση των κεφαλαιακών τους δεικτών, αλλά και της ρευστότητάς τους.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των τραπεζών τα νέα κόκκινα δάνεια, απόρροια της πανδημίας δείχνουν ότι τελικά δεν θα υπερβούν τα 5 δισ., ενώ πριν από λίγο καιρό και οι ίδιοι τα εκτιμούσαν αρκετά υψηλότερα. Η ΤτΕ μάλιστα εκτιμούσε ότι η νέα γενιά «κόκκινων» δανείων θα μπορούσε να φτάσει ακόμη και τα 10 δισ..
Και ενώ όλοι θα περίμεναν να υπάρξει μερική χαλάρωση των κριτηρίων δανειοδότησης επιχειρήσεων, εντούτοις αυτό δεν συμβαίνει και τα δάνεια δίνονται με το σταγονόμετρο αν και οι τραπεζίτες θεωρούν ότι η πιστωτική επέκταση είναι ικανοποιητική σε μεγάλο βαθμό. Αναφέρουν μάλιστα ότι και οι ίδιες οι τράπεζες θέλουν και επιδιώκουν την αύξηση του δανεισμού προς τις επιχειρήσεις, αφού αφενός αυτή είναι η αποστολή τους και αφετέρου από αυτή και μόνο την δραστηριότητα μπορούν να φέρουν υγιή αύξηση της κερδοφορίας τους.
Αναφέρουν ωστόσο ότι η χορήγηση νέων δανείων δεν μπορεί να ξεφύγει από το πλαίσιο των κριτηρίων που υπαγορεύουν πανευρωπαϊκά οι εποπτικοί κανόνες.
Οι τράπεζες μάλιστα αναφέρουν, ότι μέσα στην περίοδο της πανδημίας έχουν χορηγήσει δάνεια συνολικού ύψους 21 δισ. ευρώ. Από το ποσό αυτό, τα 14 δισ. ευρώ προήλθαν από δικά τους δανειακά προγράμματα, ενώ αξιοποιώντας τα προγράμματα της Πολιτείας, χρηματοδότησαν πάνω από 30 χιλιάδες, κυρίως μικρομεσαίες επιχειρήσεις, διοχετεύοντας προς αυτές 6,5 δισ. ευρώ από τα δύο εγγυοδοτικά προγράμματα της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας.
Η θέση του υπουργείου Οικονομικών είναι ότι στην περίοδο της πανδημίας, η Πολιτεία προσπάθησε να ανακόψει την επέλαση των «κόκκινων» δανείων με σειρά προγραμμάτων, όπως για παράδειγμα το ΓΕΦΥΡΑ Ι και το ΓΕΦΥΡΑ ΙΙ και όπως δείχνουν τα στοιχεία μάλλον ο στόχος αυτός έχει επιτευχθεί σε σημαντικό βαθμό.