Είναι ένα από τα βασικά όπλα για την μετάβαση σε μια πιο ελεύθερη καθημερινότητα. Ο λόγος για τα self test για τον κορονοϊό τα οποία έχουν αρχίσει μαζικά να κάνουν οι Έλληνες πολίτες στο σπίτι τους.
Σύμφωνα με την εκτίμηση των φαρμακοποιιών, μέχρι στιγμής έχουν διατεθεί τουλάχιστον 15.000.000 self test, με τους δικαιούχους να αυξάνονται συνεχώς. Την ίδια στιγμή, εκτός από τη δεδομένη τους περιβαλλοντική επίπτωση ερωτήματα υπάρχουν και για το γιατί ενώ θεωρούνται «βιολογικά απόβλητα» εντούτοις απορρίπτονται στα γενικά απορρίμματα. Τι κάνουν όμως οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες και πόσο επιβαρυντικό είναι για την Ελλάδα, με τις κάκιστες επιδόσεις στη διαχείριση απορριμμάτων, να «φορτώνει» με περισσότερα πλαστικά τους ήδη «σκασμένους» χώρους υγειονομικής ταφής;
Τι ισχύει με την απόρριψη των self test στην Ελλάδα
Η μεγάλη κουβέντα για τα self test ξεκίνησε αρχικά από το εξής δεδομένο- ότι στις οδηγίες χρήσης τους περιγράφονται ως «βιολογικά απόβλητα». Όπως αναγράφουν οι οδηγίες τους:
«Απορρίψτε όλα τα δείγματα και τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν για την εκτέλεση της δοκιμής ως βιολογικά απόβλητα».
Οι οδηγίες που δόθηκαν λοιπόν από την Γενική Γραμματεία Συντονισμού Διαχείρισης Αποβλήτων, του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας είναι οι εξής:
Aν το self test είναι αρνητικό, απορρίπτεται μαζί με τα λοιπά αστικά απόβλητα, κλεισμένο σε πλαστική σακούλα στον κοινό κάδο απορριμμάτων (πράσινο ή γκρι κάδο). Αν είναι θετικό, πάλι απορρίπτεται σε σακούλα καλά κλεισμένη η οποία τοποθετείται σε κλειστό κάδο εντός της οικίας και στη συνέχεια σε δεύτερη σακούλα, η οποία κλείνει το ίδιο σφιχτά, χωρίς να γεμίσει υπερβολικά για να αποφευχθεί τυχόν διάρρηξη αυτής και απορρίπτεται στον πράσινο ή γκρι κάδο.
Σημειώνεται ότι τα απόβλητα των self–test δεν τοποθετούνται στους μπλε κάδους ανακύκλωσης, αφού όπως μας απάντησαν από το ΥΠΕΝ: «αυτό ενδέχεται να ενέχει κίνδυνο επιμόλυνσης των εργαζομένων στη διαχείριση των ανακυκλώσιμων υλικών, ιδιαίτερα κατά τη διαδικασία της χειροδιαλογής. Άλλωστε θα ήταν και πρακτικά ανέφικτη η διαλογή και ανακύκλωσή τους».
Στην ουσία, οι παραπάνω οδηγίες είναι μέρος ενός γενικού «μπούσουλα» που έχει εκδώσει η γενική γραμματεία διαχείρισης απορριμμάτων μιας και τα ίδια ισχύουν και για άλλα ιατρικά και παραϊατρικά αναλώσιμα μιας χρήσης (γάντια, χειρουργικές μάσκες, μαντηλάκια κτλ).
Παρόλα αυτά, την ίδια στιγμή, όλα τα παραπάνω είδη, όταν προέρχονται από υγειονομικές μονάδες, ταξινομούνται ως επικίνδυνα απόβλητα και οδηγούνται προς αποτέφρωση ή αποστείρωση, με ευθύνη της εκάστοτε υγειονομικής μονάδας.
Γιατί δεν αντιμετωπίζονται ως νοσοκομειακά απόβλητα και τι κάνουν με αυτά Γερμανία και Αγγλία
Το πρώτο ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί (ειδικά τα θετικά) self test που έχουν πραγματοποιηθεί οικιακά να πετάγονται στα γενικά απορρίμματα ενώ αυτά που προκύπτουν από τα νοσοκομεία να έχουν άλλη τύχη;
Όπως μας απάντησαν από το ΥΠΕΝ: «από την αρχή της πανδημίας και με σκοπό την προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος, εκδώσαμε σχετικές οδηγίες για τη διαχείριση των αποβλήτων την εποχή του κορονοϊού, οι οποίες αναρτήθηκαν στον ιστότοπο του Υπουργείου συμπεριλαμβανομένου ειδικά σχεδιασμένου βίντεο, λαμβάνοντας υπόψη και την πρακτική κρατών μελών, καθώς και τις κατευθύνσεις της ΕΕ. Για τη διαμόρφωση της προαναφερόμενης οδηγίας λήφθηκε επίσης υπόψη η πρακτική άλλων χωρών για τη διαχείριση των αποβλήτων από τη διενέργεια self – test, ενδεικτικά του Ηνωμένου Βασιλείου και της Γερμανίας».
Όντως, σε Γερμανία και Μεγάλη Βρετανία εφαρμόζεται ότι και στην Ελλάδα, με τη διαφορά ότι στην Αγγλία η οδηγία για τα θετικά τεστ είναι να παραμένουν στην κλειστή σακούλα επί 72 ώρες πριν πεταχτούν στα σκουπίδια, έτσι ώστε να αδρανοποιηθεί εντελώς ο ιός.
Όσον αφορά αυτό το ζήτημα της ασφάλειας, της μη διασποράς δηλαδή του ιού μέσω των απορριμμάτων, από το υπουργείο σημειώνουν πως: «με σκοπό την προφύλαξη των εργαζομένων σε υπηρεσίες διαχείρισης αποβλήτων, θα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στη ορθή και επιμελή χρήση των μέτρων ατομικής προστασίας των εργαζομένων, ενώ συστήνεται τα απόβλητα πριν την επεξεργασία να αποθηκεύονται στις εγκαταστάσεις, ενδεικτικά για χρονικό διάστημα τουλάχιστον 72 ωρών, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος παραμονής του κορονοϊού».
Ποια είναι η βασική διαφορά της Ελλάδας σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες
Η πραγματικότητα όμως είναι ότι η Ελλάδα έχει μια σημαντική διάφορα με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες στην πλειονότητά τους δεν έχουν ΧΥΤΑ και ΧΥΤΥ, δεν θάβουν δηλαδή τα σκουπίδια ούτε και τα καίνε σε συντριπτικό ποσοστό όπως εμείς, αλλά τα διαχειρίζονται με τρόπους πολύ φιλικότερους στο περιβάλλον (ανακύκλωση, ανάκτηση κοκ).
Μάλιστα, σύμφωνα με την έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη για το 2020 μέσα στα πολλά προβλήματα που ρίχνουν την Ελλάδα στις τελευταίες θέσεις της διαχείρισης των απορριμμάτων στην Ε.Ε είναι και το γεγονός πως στη χώρα μας συνεχίζουν ακόμα να υπάρχουν ΧΑΔΑ- χώροι ανεξέλεγκτης διάθεσης απορριμμάτων- με δύο λόγια: χωματερές-. Για το θέμα των ΧΑΔΑ, η χώρα μας, έχει δεχτεί ουκ ολίγες προειδοποιήσεις και στο τέλος και πρόστιμο για την μη αναστολή της λειτουργίας τους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 80% των σκουπιδιών στη χώρα μας καταλήγει σε χωματερές, ενώ ανακυκλώνεται μόλις το 20%. Ενδεικτικά, η Γερμανία (την οποία χρησιμοποιούμε ως παράδειγμα για το τι κάνουμε με τα χρησιμοποιημένα self tests) πετυχαίνει ποσοστό ανακύκλωσης 66, 7% ενώ το έτερο «παράδειγμα», η Μεγάλη Βρετανία, ανακυκλώνει σε ποσοστό 44.1%. Σύμφωνα με στοιχεία του 2017 από τα 5 εκ. τόνους σκουπιδιών που παράχθηκαν στην Γερμανία, μόνο μισός τόνος κατέληξε σε ταφή.
Το δικό μας ποσοστό ανακύκλωσης πάντως, απέχει πολύ από τον στόχο του 50% που είχε τεθεί από την ΕΕ για το 2020 και για τον οποίο η Ελλάδα έλαβε παράταση πέντε ετών (έως το 2025) προκειμένου να τον πετύχει.
Είναι τοξικά ή επικίνδυνα για μόλυνση ανθρώπων και περιβάλλοντος τα self test οικιακής χρήσης;
Όσον αφορά, τώρα, στην πιθανή τοξικότητα των test αλλά και τις πιθανότητες επιμόλυνσης από αυτά, στην ερώτηση που απευθύναμε στο ΥΠΕΝ για το αν έχουν γίνει μελέτες για την τοξικότητα τους, η απάντηση που λάβαμε και σε αυτό το ερώτημα είναι πως λήφθηκε υπ’ όψιν ο, τι γίνεται και σε άλλες χώρες…
Πάντως, για την ώρα, οι Έλληνες επιστήμονες εμφανίζονται σχετικά καθησυχαστικοί. «Η επιμόλυνση με κορονοϊό άλλων ανθρώπων μέσω των απορριμμάτων έχει ελάχιστες πιθανότητες» μας είπε ο καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής του ΑΠΘ, Δημοσθένης Σαρηγιάννης, ενώ όπως σημείωσε ο Νίκος Θωμαϊδης, καθηγητής Αναλυτικής Χημείας του ΕΚΠΑ: « Δεν έχουν κάποια ιδιαίτερη τοξικότητα τα self test ούτε και η χρωστική ουσία τους είναι ιδιαίτερα τοξική. Πρέπει παρ’ όλα αυτά να γίνει μια εκτίμηση των ποσοτήτων που απορρίπτονται για να μπορούμε να μιλάμε με δεδομένα για την επίπτωση τους. Το βέβαιο είναι ότι η περιβαλλοντική τους επίπτωση είναι σημαντική, δεδομένου ότι η οδηγία είναι να τα τοποθετούμε σε πλαστικές σακούλες, προϊόν που στη χώρα μας δεν έχουμε καταφέρει να περιορίσουμε».
Σκεπτικοί εμφανίζονται και οι φαρμακοποιοί που διαθέτουν τα τεστ. Όπως λέει στο newsit.gr, ο Κώστας Βαρδιάμπασης, πρόεδρος Φαρμακευτικού Συλλόγου Ρεθύμνου: «συνεχίζουμε να μην έχουμε καμία ενημέρωση, για τα χαρακτηριστικά των τεστ που διαθέτουμε, των οποίων οι προφυλάξεις κάνουν λόγο για υψηλή προστασία που πρέπει να τηρείται κατά τη χρήση τους. Ας μη ξεχνάμε ότι και η σωστή απόρριψη στηρίζεται στην υπευθυνότητα των πολιτών, χωρίς όμως να ελέγχεται αυτό στην πράξη».
Το νέο βάρος που καλούνται να σηκώσουν οι χώροι υγειονομικής ταφής
«Η ιστορία με την απόρριψη των self test βγάζει στον αέρα με τον πιο δραματικό τρόπο όλα τα κενά του συστήματος της διαχείριση των απορριμμάτων στην Ελλάδα» λέει για την ουσία του προβλήματος ο Νίκος Χαραλαμπίδης, διευθυντής του ελληνικού γραφείου της Greenpeace και συνεχίζει να περιγράφει με γλαφυρό τρόπο: « Κάποιος μπορεί να σκέφτεται: ‘ένα μικρό κομματάκι πλαστικό είναι, άντε και λίγες ζελατίνες, άντε και μια μπατονέτα και ένα μπουκαλάκι.’ Ναι, αλλά όλα αυτά επί κάποια εκατομμύρια και για πολλές ημέρες.
Είναι κυνική διατύπωση αλλά ίσως ο μόνος ανταγωνιστής των self test να είναι αυτή τη στιγμή τα φρεντοπότηρα μιας χρήσης. Γιατί για τέτοια νούμερα μιλάμε- τεράστια.
Το πρόβλημα είναι τρομακτικό, αν σκεφτεί κανείς ότι μπαίνουμε στη τουριστική σεζόν και ξέρουμε ότι μέρος της διαδικασίας είναι και ο πολλαπλάσιος των self rapid tests σε πολλούς κλάδους εργαζομένων».
Τι θα μπορούσε όμως να γίνει; «Δεδομένου ότι τα self test φέρουν βιολογικούς παράγοντες θα έπρεπε να έχουν την τύχη των νοσοκομειακών αποβλήτων. Και αυτό δυστυχώς μια πονεμένη ιστορία είναι, όπως κάθε άλλη ιστορία αποβλήτων στην Ελλάδα», απαντά ο κ. Χαραλαμπίδης.
Από το κεφάλι βρωμάει η διαχείριση των απορριμμάτων στην Ελλάδα
Όπως συνεχίζει να περιγράφει την κατάσταση ο διευθυντής του ελληνικού γραφείου της Greenpeace, τα νοσοκομειακά απόβλητα πρέπει να καταλήγουν σε ειδική μονάδα καταστροφής. «Αυτή η μονάδα όμως στην Ελλάδα υπολειτουργεί και ο λόγος που υπολειτουργεί είναι ότι το κόστος της είναι πανάκριβο. Η ίδια ακριβώς μονάδα με αυτήν που έχουν στην Ιταλία, δίνει στην Ελλάδα περίπου διπλάσια τιμή ανά τόνο. Γιατί ο εργολάβος τόσα ζητάει. Με αυτή τη λογική ήδη είναι πολλές οι διέξοδοι διαφυγής για τα νοσοκομεία για να μειώσουν το κόστος».
Η επόμενη εύλογη ερώτηση που θέσαμε στον διευθυντή της Greenpeace είναι η εξής: Μπορούμε να απορρίπτουμε τα self test στους ειδικούς πράσινους κάδους των φαρμακείων; «Μπορεί κάποιος να εγγυηθεί ότι αυτοί οι κάδοι θα υπάρχουν εκεί και θα λειτουργούν;» αναρωτιέται με τη σειρά του ο κος Χαραλαμπίδης και προσθέτει: «Γιατί μέχρι στιγμής έχουμε δει αρκετές φορές αυτούς τους κάδους να λειτουργούν και μετά να μη λειτουργούν επειδή συχνά έληγε η σύμβαση με τον ανάδοχο του έργου. Τα πρόγραμμα σταματούσε να λειτουργεί μέχρι να υπογραφεί μια νέα σύμβαση και στο μεσοδιάστημα, τα φάρμακα κατέληγαν στα σκουπίδια. Όλα καταλήγουν λοιπόν στο ότι ως κοινωνία έχουμε εθιστεί στο μοτίβο ‘ο, τι δεν ξέρουμε τι να το κάνουμε καταλήγει στις χωματερές, μικρότερες ή μεγαλύτερες, από άκρη σε άκρη στην Ελλάδα’».
Κατά τον κο Χαραλαμπίδη αυτό που πρέπει λοιπόν να συμβεί είναι, ο όγκος των παραγόμενων self test να αποτελέσουν την ευκαιρία, στα κονδύλια που προορίζονται αυτή τη στιγμή για μια σειρά από πράσινα έργα να ενταχθεί και ένα σοβαρό έργο για τη διαχείριση των επικίνδυνων αποβλήτων στη χώρα μας.
Το ίδιο το ΥΠΕΝ παραδέχεται άλλωστε αυτή την πραγματικότητα. Όπως μας είπαν: «Η διάθεση των self- test σε χώρους υγειονομικής ταφής αποβλήτων πράγματι επιφέρει μια επιπλέον επιβάρυνση, όπως άλλωστε και τα απόβλητα άλλων ειδών που χρησιμοποιούνται στις έκτακτες αυτές συνθήκες για την ατομική προστασία, όπως μάσκες, γάντια, συσκευασίες αντισηπτικών υγρών κλπ. Είναι και αυτό μια από τις συνέπειες της κρίσης και ιδιαίτερα για μια χώρα στην οποία πολύ μεγάλο ποσοστό των αστικών της αποβλήτων καταλήγει σε υγειονομική ταφή. Πάντως η αναμενόμενη πτωτική πορεία της πανδημίας θα επιφέρει μείωση των παραπάνω αποβλήτων, ενώ παράλληλα το ΥΠΕΝ αναζητά περαιτέρω τρόπους αντιμετώπισης του προβλήματος πάντα σε συνάρτηση με το υφιστάμενο δίκτυο υποδομών, λαμβάνοντας υπόψη τις τυχόν εξελίξεις σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο».
Ρεπορτάζ: Δήμητρα Τριανταφύλλου