Μια εβδομάδα μετά την αποκάλυψη της διά της βίας επιστροφής στην Τουρκία του Σελαχαντίν Γκιουλέν, ο θείος του οποίου είναι το «μαύρο πρόβατο» του Τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, η Κένυα παραμένει σιωπηλή για το επεισόδιο αυτό και για τον ρόλο που η ίδια διαδραμάτισε.
Σύμφωνα με μερικούς υπερασπιστές των δικαιωμάτων, η υπόθεση δείχνει πώς η Κένυα του νυν προέδρου Ουχούρου Κενυάτα παίζει με τις αποφάσεις της δικαιοσύνης και συνεργάζεται με ξένες υπηρεσίες πληροφοριών.
Η Τουρκία έχει συλλάβει δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους ως ύποπτους για σχέσεις με τον Φετουλάχ Γκιουλέν, ένα μουσουλμάνο ιεροκήρυκα με έδρα τις Ηνωμένες Πολιτείες, ο οποίος κατηγορείται ότι ενορχήστρωσε το 2016 πραξικόπημα εναντίον του Ερντογάν.
Σύμφωνα με ντοκουμέντα που κατατέθηκαν σε κενυατικό δικαστήριο, ο ανιψιός του, ο Σελαχαντίν Γκιουλέν, κάτοικος Ηνωμένων Πολιτειών και ηλικίας 30 ετών, συνελήφθη στις 17 Οκτωβρίου κατά την άφιξή του στο αεροδρόμιο του Ναϊρόμπι και στη συνέχεια αποφυλακίσθηκε με όρους.
Το Ναϊρόμπι είχε ειδοποιηθεί από την Άγκυρα, η οποία ήθελε να τον συλλάβει για «παιδοφιλία» και ζητούσε την έκδοσή του. Όμως, οι συνήγοροί του απαντούν πως οι κατηγορίες αυτές «ερευνήθηκαν και οδήγησαν σε αθώωση (…) το 2018».
Οι ίδιοι προσθέτουν πως η τουρκική κυβέρνηση διεξάγει «από καιρό μια εκστρατεία δίωξης του προσφεύγοντα και της οικογένειάς του» και υπογραμμίζουν πως ο αδελφός, η αδελφή και άλλα 62 μέλη της οικογένειας του Σελαχαντίν βρίσκονται αυτή τη στιγμή στη φυλακή.
«Το μόνο έγκλημά τους ήταν ότι συνδέονταν με τον Φετουλάχ Γκιουλέν», υπογραμμίζεται σε ένα από τα έγγραφα.
Ο Φετουλάχ Γκιουλέν αρνείται κάθε σχέση με την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016 και υποστηρίζει πως είναι επικεφαλής ενός δικτύου φιλανθρωπικών οργανώσεων και επιχειρήσεων.
«Μυστικά υπό κράτηση»
Το Μάρτιο, η κενυατική δικαιοσύνη είχε απαγορεύσει την έκδοση στην Τουρκία του Σελαχαντίν Γκιουλέν, ο οποίος έχει καθεστώς αιτούντος άσυλο.
Σύμφωνα με τους όρους της προσωρινής αποφυλάκισής του, αυτός ο τελευταίος οφείλει να παρουσιάζεται στο αστυνομικό τμήμα κάθε Δευτέρα.
Για τελευταία φορά εθεάθη στις 3 Μαΐου στο κεντρικό αστυνομικό τμήμα του Ναϊρόμπι, σύμφωνα με ένα ντοκουμέντο που κατατέθηκε στο δικαστήριο δύο ημέρες αργότερα από έναν από τους δικηγόρους του, τον Τζόταμ Άρουα.
Ο Άρουα κατηγορεί τις κενυατικές αρχές ότι συνέλαβαν τον πελάτη του και τον «έθεσαν μυστικά υπό κράτηση» με στόχο να «παρακάμψουν το νόμο» και να τον στείλουν στην Τουρκία.
Το τουρκικό κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu μετέδωσε στις 31 Μαΐου πως ο Σελαχαντίν επαναπατρίσθηκε από πράκτορες των τουρκικών υπηρεσιών πληροφοριών.
Η αστυνομία και οι κενυάτες αξιωματούχοι για τη μετανάστευση δεν απάντησαν σε πολλά αιτήματα του Γαλλικού Πρακτορείου για σχολιασμό.
Σύμφωνα με τον Οτσιένο Ναμγουάγια, αναλυτή στο Παρατηρητήριο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων (HRW), η κενυατική κυβέρνηση αρκείται να λέει πως ο Σελαχαντίν Γκιουλέν απήχθη από τούρκους πράκτορες στην είσοδο του αστυνομικού τμήματος.
«Πώς ξένοι πράκτορες μπορούν να καταφέρουν να πιάσουν κάποιον, να φύγουν παίρνοντάς τον μαζί τους και να τον οδηγήσουν στο JKIA (το διεθνές αεροδρόμιο) και να τον βγάλουν από τη χώρα; Χωρίς κανείς να θέσει ερωτήσεις;», ρωτάει.
Το HRW θα ζητήσει εξηγήσεις με επιστολή του προς την κυβέρνηση, τονίζει ο αναλυτής.
«Η κυβέρνηση Κενυάτα έγινε γνωστή για τη συνεργασία της με ξένους πράκτορες ασφαλείας και για απαγωγές ξένων πολιτών που βρίσκονται στην Κένυα για λόγους ασφαλείας», προσθέτει.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ