Επιστρέφουν τεκμήρια διαβίωσης και ηλεκτρονικές αποδείξεις στην φορολόγηση των εισοδημάτων του 2021. Τα δύο αυτά μέτρα ίσχυσαν μεν για τα εισοδήματα του 2020, ωστόσο ήταν «κουρεμένα», λόγω της πανδημίας κάτι που σήμαινε για έναν μεγάλο αριθμό φορολογουμένων λιγότερους φόρους.
Το μέτρο αυτό όπως αναφέρουν από το υπουργείο Οικονομικών ήταν ενταγμένο σε ένα γενικότερο πακέτο μέτρων στήριξης των νοικοκυριών απέναντι στις αρνητικές συνέπειες της πανδημίας. Με την επιστροφή των τεκμηρίων διαβίωσης και των ηλεκτρονικών αποδείξεων στην φορολόγηση των εισοδημάτων του 2021 στο ΥΠΟΙΚ ήθελαν να αποτραπούν μεγάλες φορολογικές επιβαρύνσεις, οι οποίες για έναν σημαντικό αριθμό φορολογουμένων θα ήταν και εξαιρετικά άδικες.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Οι συνθήκες όμως έχουν αλλάξει και σύμφωνα με παράγοντες από το υπουργείο Οικονομικών, δεν κρίνεται πλέον απαραίτητο να συνεχιστεί το μέτρο, σημειώνοντας ενισχυτικά των προθέσεών τους, ότι φέτος οι ηλεκτρονικές συναλλαγές καταγράφουν σημαντική αύξηση της τάξης του 35%.
Επειδή όμως το θέμα της πανδημίας είναι ακόμη εδώ, από το υπουργείο Οικονομικών δεν κλείνουν οριστικά το θέμα, αφήνοντας ένα «παράθυρο» επανεξέτασης των παρεμβάσεων. Όπως σημειώνουν εάν τα στοιχεία δείξουν ότι υπάρχει κίνδυνος επιβαρύνσεων για τους φορολογούμενους τότε δεν αποκλείεται το θέμα να επανεξεταστεί το Φεβρουάριο πριν την έναρξη υποβολής των νέων φορολογικών δηλώσεων.
Από την πλευρά τους οι φορολογούμενοι, θα πρέπει να τακτοποιήσουν εκκρεμότητες σε τεκμήρια και αποδείξεις έως το τέλος του έτους προκειμένου να γλιτώσουν από δυσάρεστες εκπλήξεις με την Εφορία.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Τι ισχύει με τις αποδείξεις
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία το απαιτούμενο ποσό δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής για κάθε φορολογικό έτος ορίζεται σε ποσοστό 30% του πραγματικού εισοδήματος, που προκύπτει στην ημεδαπή ή/και στην αλλοδαπή και προέρχεται από μισθωτή εργασία και συντάξεις, από επιχειρηματική δραστηριότητα και από ακίνητη περιουσία και μέχρι 20.000 ευρώ δαπανών. Για τους φορολογούμενους οι οποίοι θα συγκεντρώσουν μικρότερα ποσά δαπανών με πλαστικό χρήμα, προβλέπεται πρόσθετος φόρος με συντελεστή 22% στη διαφορά ανάμεσα στις απαιτούμενες και τις καταγεγραμμένες δαπάνες.
Από το επόμενο έτος, το υπουργείο Οικονομικών σχεδιάζει κίνητρα εκτός από τις ποινές για όσους επιλέγουν να κάνουν με ηλεκτρονικά μέσα τις αγορές τους και ακόμα περισσότερο για όσους ζητούν και παίρνουν απόδειξη από επαγγελματικούς κλάδους με παραδοσιακή ροπή προς τη φοροδιαφυγή.
Στις αρχές του 2022 αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή νομοσχέδιο με το οποίο η λήψη αποδείξεων αξίας έως 5.000 ευρώ από συγκεκριμένους κλάδους θα οδηγεί σε επιφέρει έκπτωση 30% της δαπάνης από ο φορολογητέο εισόδημα. Η έκπτωση φόρου θα μπορεί να φτάσει έως και τα 2.200 ευρώ ενώ οι κλάδοι που θέτουν υποψηφιότητα για παροχή έξτρα έκπτωσης φόρου (με αποδείξεις) είναι υδραυλικοί, ηλεκτρολόγοι, ελαιοχρωματιστές, δικηγόροι, αρχιτέκτονες, ψυκτικοί, γραφεία τελετών, υπηρεσίες προσωπικής φροντίδας και νοσηλείας, υπηρεσίες καθαρισμού και συντήρησης, παιδικής φροντίδας, λιμουζίνες και ταξί, καθαριστήρια, υπηρεσίες ενοικίασης σκαφών αναψυχής, υπηρεσίες συμβουλευτικής, φωτογράφοι, οικοδομικές εργασίες καθώς και γυμναστήρια και σχολές χορού.
Παράλληλα οι ετήσιες δαπάνες κάθε φυσικού προσώπου για επισκέψεις σε γιατρούς, οδοντιάτρους, ορθοδοντικούς και κτηνιάτρους καθώς και για εξετάσεις σε ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα και για άλλες υπηρεσίες ιατρικού χαρακτήρα, πλην της αγοράς φαρμάκων και της νοσηλείας σε νοσοκομεία, θα μετρούν διπλά ( απόδειξη 100 ευρώ θα μετράει για 200 ευρώ) για την κάλυψη του 30% του ετήσιου πραγματικού εισοδήματος με ηλεκτρονικές δαπάνες.