Οι εικόνες που δημοσιοποίησε η αστυνομία πλαισιώνουν τα στοιχεία για τη δράση της σπείρας. Με ορμητήριο την Ήπειρο και τα Γιάννενα, χτυπούσαν και σε άλλες περιοχές της Βορειοδυτικής Ελλάδας…
Τέλος έλαβε η δράση εγκληματικής οργάνωσης που είχε συσταθεί με σκοπό τη διάπραξη κλοπών – διαρρήξεων σε περιοχές της Βορειοδυτικής Ελλάδας, ύστερα από μεθοδική και πολύμηνη έρευνα αστυνομικών της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Ιωαννίνων.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Στο πλαίσιο συντονισμένης αστυνομικής επιχείρησης με τη συμμετοχή αστυνομικών των Διευθύνσεων Αστυνομίας Ιωαννίνων, Πρέβεζας, Άρτας και της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης, συνελήφθησαν προχθές (10-12-2021) σε περιοχές των αντίστοιχων νομών 7 συνολικά μέλη της οργάνωσης, ενώ έχουν ταυτοποιηθεί ακόμη 5 μέλη.
Πρόκειται για Έλληνες, 10 άνδρες και 2 γυναίκες, σε βάρος των οποίων σχηματίστηκε δικογραφία για τα –κατά περίπτωση- αδικήματα της εγκληματικής οργάνωσης, διακεκριμένων κλοπών, ξεπλύματος μαύρου χρήματος και παραβάσεις περί όπλων, ναρκωτικών και ραδιοσυχνοτήτων.
Ειδικότερα, όπως προέκυψε, οι κατηγορούμενοι είχαν συγκροτήσει δομημένη εγκληματική οργάνωση, με διαρκή δράση τουλάχιστον από τον Μάιο του 2020, έχοντας ως σκοπό τον παράνομο πορισμό εισοδήματος. Στο στενό πυρήνα της οργάνωσης ανήκαν πέντε από τους συλληφθέντες, ανάμεσα στους οποίους κυριαρχούσαν οικογενειακοί δεσμοί, ενώ την ηγετική ομάδα αποτελούσαν 3 από αυτούς, εκ των οποίων ο ένας είχε τον αρχηγικό ρόλο και συντόνιζε τη δράση της οργάνωσης.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ακόμη, 3 μέλη, από τα οποία οι δύο γυναίκες, είχαν υποστηρικτικό ρόλο, παρέχοντας οχήματα για τις ανάγκες της οργάνωσης. Αναφορικά με τον τρόπο δράσης τους (modus operandi), τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης δρούσαν μεθοδικά και οργανωμένα, ως ακολούθως: ανάλογα με τον τόπο κατοικίας τους, αναζητούσαν πληροφορίες σχετικά με μελλοντικούς τους «στόχους», οι οποίοι ήταν κυρίως οικίες η δράση τους δεν περιορίζονταν σε συγκεκριμένο τόπο, αλλά εκτείνονταν σε περιοχές των Ιωαννίνων, της Πρέβεζας, της Άρτας και της Λευκάδας έχοντας εντοπίσει το στόχο τους, πραγματοποιούσαν κατόπτευση και εισέρχονταν, είτε με διάρρηξη είτε από ανασφάλιστο σημείο, αφού προηγουμένως είχαν βεβαιωθεί για την απουσία ενοίκων, χτυπώντας επίμονα τα κουδούνια, από όπου στη συνέχεια αφαιρούσαν χρηματικά ποσά, κοσμήματα και άλλα τιμαλφή.
Τουλάχιστον ένα μέλος παρέμενε εξωτερικά του σημείου της κλοπής, επιτηρώντας τον περιβάλλοντα χώρο, έχοντας το ρόλο του «τσιλιαδόρου»για την αποφυγή εντοπισμού τους σε περίπτωση αστυνομικού ελέγχου λάμβαναν αυξημένα μέτρα, όπως π.χ. χρήση διαφορετικών μέσων μεταφοράς και πώλησή τους μετά από αξιόποινες πράξεις, απόκρυψη κλοπιμαίων σε «καβάντζες», χρήση εφαρμογών κοινωνικής δικτύωσης για τη μεταξύ τους επικοινωνία, χρήση ασύρματου πομποδέκτη συντονισμένου σε συχνότητες της Ελληνικής Αστυνομίας και διαμονή σε τουριστικά καταλύματα μετά από κλοπές με μεγάλη λεία.
Από τη μέχρι τώρα αστυνομική έρευνα προέκυψε ότι τα μέλη της οργάνωσης ενέχονται σε τουλάχιστον 35 κλοπές – διαρρήξεις, ενώ η συνολική λεία από την εγκληματική τους δραστηριότητα εκτιμάται ότι ξεπερνά τα 400.000 ευρώ.