Για τη μετάλλαξη Όμικρον και το κατά πόσο είναι πιο σοβαρή από τις υπάρχουσες μεταλλάξεις αναφέρθηκε ο Ιωάννης Πρασσάς, Διδάκτωρ Μοριακής Βιολογίας του Πανεπιστημίου του Τορόντο.
Ο κ. Πρασσάς μιλώντας στο ΣΚΑΙ τόνισες πως άφού περάσουμε την αναταραχή των δύο επόμενων μηνών, με την επέλαση του στελέχους Όμικρον, μετά με περισσότερη ψυχραιμία, καινούρια εργαλεία και χωρίς να είμαστε με νοσοκομεία «στο κόκκινο», θα μπορέσουμε να σχεδιάσουμε την «συμβίωση μας με τον ιό ο οποίος σε κάθε περίπτωση θα παραμείνει ένας βραχνάς η πίεση του οποίου ωστόσο θα είναι πιο διαχειρίσιμη.
Παράλληλα εκτίμησε πως δεν μπορούμε να πούμε πως το 2022 δεν θα είναι η χρονιά που δεν θα πάμε σε μια πιο ομαλή συμβίωση με τον ιό.
Κάθε φορά που έρχεται ένα μεγάλο πανδημικό κύμα, πάντα ακολουθεί χρονικά κύμα νοσηλειών. Το πόσο μεγάλο θα είναι το κύμα νοσηλειών και το τι ζημιά θα προκαλέσει εξαρτάται από το πόσο προετοιμασμένα θα είναι τα νοσοκομεία αλλά και πόσο ισχυρό θα είναι τελικά το κύμα, τόνισε χαρακτηριστικά.
Ο Ιωάννης Πρασσάς ανέφερε πως έχουμε αρχίσει ήδη να μαθαίνουμε αρκετά για την Όμικρον και πως αυτή η γνώση δικαιολογεί το αίσθημα μεγάλης ανησυχίας στην επιστημονική κοινότητα.
Συγκεκριμένα υπενθύμισε πως οι επιστήμονες έχουν διαπιστώσει πως αυτό το νέο στέλεχος κορονοϊού έχει την δυνατότητα να μεγαλώνει εντός της κοινότητας με πιο γρήγορη ταχύτητα από τα προηγούμενα.
«Μπορεί και φτιάχνει πολύ ισχυρότερα δίκτυα μετάδοσης γιατί πλέον στα συγκεκριμένα δίκτυα μετάδοσης συμμετέχουν πολύ περισσότερο και οι εμβολιασμένοι» και εξήγησε πως αυτό αφορά σίγουρα τους διπλά εμβολιασμένους και πρόκειται να επηρεάσει και τους τριπλά εμβολιασμένους σε μικρότερο εντούτοις βαθμό.
Αυτο θα έχει αποτέλεσμα σχεδόν βέβαια κατακόρυφη άνοδο του ύψους του κύματος που θα μας χτυπήσει.
«Να ξεκαθαρίσουμε καταρχήν ότι για τους περισσότερους που έχουν εξασφαλίσει τον πλήρη εμβολιασμό τους, είτε είναι νεότεροι με διπλό εμβολιασμό, είτε με τρίτη δόση- κι ακόμη καλύτερα- τριπλό εμβολιασμό (όλοι οι ηλικιωμένοι), σε ατομικό επίπεδο το ρίσκο τους είναι σχετικά χαμηλό», αναφορικά με τη νόσηση και την εισαγωγή στις ΜΕΘ.
«Όσοι έχουν εμβολιαστεί πλήρως, το ρίσκο τους να μπουν σε ΜΕΘ είναι πάρα πολύ μικρό» και τόνισε πως υπάρχει και μια δεξαμενή συμπολιτών μας οι οποίοι παραμένουν ανοσιακά ευάλωτοι κι είναι κατά βάση οι ανεμβολίαστοι και ένα μικρό μέρος εμβολιασμένων που δυστυχώς εξαιτίας παραγόντων όπως το καθεστώς ανοσοκαταστολής, ευπάθειας η μεγάλης ηλικίας παραμένουν ευάλωτοι ως προς την πιθανότητα να μπουν στο νοσοκομείο εάν μολυνθούν.
Το μέγεθος της δεξαμενής είναι τέτοιο που εάν «αφήσουμε το κύμα να σηκωθεί ψηλά» και νοσήσουν πολύ από αυτούς ταυτόχρονα, θα προκληθεί πολύ μεγάλη πίεση στα νοσοκομεία.
Ο καθηγητής αναφέρθηκε στις αποφάσεις της αρμόδιας επιτροπής ειδικών στο Οντάριο, το οποίο παρότι βρίσκεται σε φάση «μεγάλης πανδημικής ηρεμίας», όπως την περιέγραψε χαρακτηριστικά, με ελάχιστους θανάτους και χωρίς τη μετάλλαξη Δέλτα θα εφαρμόσει αυστηρότατα μέτρα προκειμένου να αποφευχθούν πολύ πιο δύσκολα περιοριστικά μέτρα.
«Προβλέπουν τσουνάμι μολύνσεων το οποίο δεν ξέρουμε ακριβώς σε τι βαθμό θα μετατραπεί σε μεγάλο κύμα νοσηλειών» είπε.
«Εάν στο Οντάριο των 2.000 συνολικών ΜΕΘ με 100 μόνο κατειλημμένες, υπάρχει αυτή η εγρήγορση, σκεφτείτε πόση εγρήγορση πρέπει να υπάρχει στην Ελλάδα στην οποία οι ΜΕΘ μας είναι σχεδόν ήδη γεμάτες, το δέλτα κυκλοφορεί ήδη στην κοινότητα σε μεγάλους ρυθμούς και θα έχουμε ήδη μια διπλή πανδημία να αντιμετωπίσουμε» πρόσθεσε ξεκαθαρίζοντας πως δεν έχει σκοπό να προκαλέσει πανικό αλλά πρέπει όλοι να συνειδητοποιήσουμε το διακύβευμα.
«Όσον αφορά την βαρύτητα της νόσησης που προκαλεί, είναι πραγματικά εντελώς έωλες και επικίνδυνες οι προβλέψεις που ακούγονται τώρα» σημείωσε ο καθηγητής αναφορικά με τους ισχυρισμούς που θέλουν την νόσηση με το στέλεχος Όμικρον να παρομοιάζεται με το απλό κρυολόγημα.
«Δεν έχουμε την παραμικρή ένδειξη ότι έχει αρχίσει με κάποιο λόγο να φθείρεται ο ιός ή να γίνεται λιγότερο επικίνδυνος» τόνισε.
Ο καθηγητής συνόψισε πως η ικανότητα που έχει το συγκεκριμένο στέλεχος να κρύβεται από τα αντισώματα που έχουμε φτιάξει το κάνει πιο εύκολο στο να μολυνθούμε αλλά και να επαναμολυνθούμε.
Αυτό όμως όπως ξεκαθάρισε δεν σημαίνει πως το ρίσκο που έχουμε να νοσούμε σοβαρά και να καταλήγουμε σε ΜΕΘ είναι το ίδιο καθώς μικραίνουν οι πιθανότητες κάθε φορά που έχουμε στρώσει ανοσίας.