Άκρως ανησυχητικά είναι τα στοιχεία από τα λύματα στη Θεσσαλονίκη. Η μετάλλαξη Όμικρον όχι μόνο έχει εντοπιστεί αλλά τις τελευταίες μέρες αλλά παρουσιάζει σταδιακή αύξηση. Συνολικά το ιικό φορτίο έχει ανοδικές τάσεις στην πόλη.
Όλα αυτά προκύπτουν από την έρευνα που διεξάγει στα λύματα της Θεσσαλονίκης η Ομάδα Επιδημιολογίας Λυμάτων του ΑΠΘ με την ΕΥΑΘ, σε συνεργασία με την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας και στο πλαίσιο του Εθνικού Δικτύου του ΕΟΔΥ.
Οι νεότερες ημερήσιες μετρήσεις στα λύματα της Θεσσαλονίκης, λοιπόν, επιβεβαιώνουν την αυξανόμενη παρουσία της μετάλλαξης Όμικρον του SARS-CoV- 2 στην πόλη.
Από τις 19 Δεκεμβρίου, όταν η μετάλλαξη Όμικρον ανιχνεύτηκε από το ΑΠΘ πρώτη φορά στα λύματα, έως και τις 22 Δεκεμβρίου, καταγράφεται ήδη αύξηση στη συγκέντρωση του άκρως μεταδοτικού στελέχους, ενώ παράλληλα στις πέντε πιο πρόσφατες ημερήσιες μετρήσεις διαφαίνονται ενδείξεις ανοδικής τάσης στη συγκέντρωση συνολικού ιικού φορτίου του SARS-CoV-2.
Όπως αποτυπώνεται στα διαγράμματα που παρουσιάζει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, μετά από τρεις εβδομάδες έχει ανακοπεί η ήπια αποκλιμάκωση του ιικού φορτίου, που είχε διαρκέσει τρεις εβδομάδες μετά το σημείο κορύφωσης του τέταρτου κύματος την 25η Νοεμβρίου.
Συγκεκριμένα, στα δείγματα που λαμβάνονται καθημερινά στην είσοδο της Εγκατάστασης Επεξεργασίας Λυμάτων Θεσσαλονίκης, αναφορικά με τις εξορθολογισμένες τιμές σχετικής έκκρισης ιικού φορτίου, η μέση τιμή των δύο πιο πρόσφατων μετρήσεων, δηλαδή της Τρίτης 21/12 και της Τετάρτης 22/12 είναι:
- Οριακά σταθερή (+16%) σε σχέση με τη μέση τιμή των δύο αμέσως προηγούμενων μετρήσεων της Κυριακής 19/12 και της Δευτέρας 20/12.
- Σταθερή (-5%) σε σχέση με την μέση τιμή της προηγούμενης Τρίτης 14/12 και Τετάρτης 15/12
«Η αργή αποκλιμάκωση στο ιικό φορτίο των λυμάτων της προηγούμενης περιόδου φαίνεται ότι σταμάτησε, ενώ οι τιμές του βρίσκονται ακόμη σε υψηλά επίπεδα και τα νοσοκομεία της πόλης είναι γεμάτα. Παρότι μέσα στα όρια της αβεβαιότητας προσδιορισμού οι μέσες τιμές των μετρήσεων δείχνουν ήδη μία ένδειξη ανοδικής πορείας. Δεδομένης πλέον και της παρουσίας του στελέχους Όμικρον και της αυξημένης κινητικότητας και κοινωνικότητας των Χριστουγέννων, είναι πολύ πιθανή η περαιτέρω διεύρυνση της διασποράς του ιού στην Θεσσαλονίκη», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρύτανης του ΑΠΘ και επιστημονικά υπεύθυνος του ερευνητικού έργου, καθηγητής Νίκος Παπαϊωάννου.
«Ιδιαίτερη προσοχή στις επαφές με άτομα ευπαθών ομάδων»
Ερωτηθείς αν μπορεί στην παρούσα φάση να εκτιμηθεί η διασπορά του στελέχους Όμικρον ο πρύτανης του ΑΠΘ απάντησε: «Είναι δεδομένο πως το στέλεχος Όμικρον, το οποίο είναι πολύ μεταδοτικό και θα οδηγήσει σε μεγάλο αριθμό μολύνσεων, μπαίνει προοδευτικά στο σκηνικό της πόλης και αναμένεται σύντομα να επικρατήσει ως κυρίαρχο στέλεχος. Από την Κυριακή 19 Δεκεμβρίου παρατηρούμε μια σταδιακή αύξηση του φορτίου του Omicron στα λύματα της πόλης. Συγκεντρώνοντας τις αναλύσεις και από τις δειγματοληψίες των επόμενων ημερών θα είμαστε σε θέση να δώσουμε στοιχεία ασφαλούς ποσοτικοποίησης της παρουσίας του».
Σχετικά με τον κίνδυνο επιδημιολογικής έξαρσης τις ημέρες των Χριστουγέννων ο κ. Παπαϊωάννου επισήμανε: «Λαμβάνοντας υπόψη τα επιδημιολογικά δεδομένα για την πόλη μας, καθώς επίσης και τις διεθνείς εξελίξεις και επικαιροποιημένες οδηγίες των παγκόσμιων οργανισμών στο νέο σκηνικό που διαμορφώνει η άκρως μεταδοτική μετάλλαξη, σημαντικότερο όλων είναι, να αντιληφθεί κάθε πολίτης την κρισιμότητα της συγκυρίας και την ανάγκη να προστατευτεί το σύστημα υγείας. Πέρα από τα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας που έχουν υποχρεωτικό χαρακτήρα, ό,τι έχει ανακοινωθεί ως ισχυρή σύσταση δεν πρέπει να υποτιμάται. Ο διαγνωστικός έλεγχος -το self-test ή ένα rapid test- πριν τις οικογενειακές συναθροίσεις στα σπίτια πρώτα και κύρια θα προστατεύσει εμάς τους ίδιους και τους πιο αγαπημένους μας. Και κυρίως ας είμαστε όλοι ιδιαίτερα προσεκτικοί στις επαφές μας με άτομα που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες».
Η μεθοδολογία αποτίμησης του κορονοϊού στα αστικά απόβλητα, που ανέπτυξε η ομάδα του ΑΠΘ, εξορθολογίζει τις μετρήσεις συγκέντρωσης του γονιδιώματος του ιού με βάση 24 περιβαλλοντικούς παράγοντες, που δύνανται να αλλοιώσουν τα αποτελέσματα των μετρήσεων.