Το ρωσικό εμβόλιο Sputnik V παρουσιάζει υψηλότερα επίπεδα αντισωμάτων κατά της μετάλλαξης Όμικρον απ’ ό,τι το εμβόλιο της Pfizer.
Η έρευνα, η οποία πραγματοποιήθηκε στο Ινστιτούτο Σπαλαντσάνι της Ιταλίας με τη συμμετοχή Ρώσων επιστημόνων και χρηματοδοτήθηκε από το Ρωσικό Ταμείο Άμεσων Επενδύσεων (RDIF), το οποίο εμπορεύεται το Sputnik V στο εξωτερικό, έδειξε ότι η εξουδετερωτική δράση των αντισωμάτων κατά του στελέχους Όμικρον στους εμβολιασθέντες με το ρωσικό εμβόλιο Sputnik-V είναι δύο φορές υψηλότερη από αυτή που δημιουργείται στους εμβολιασθέντες με το εμβόλιο της Pfizer.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Οι ερευνητές δήλωσαν ότι τα δείγματα που ελήφθησαν τρεις έως έξι μήνες μετά τη δεύτερη δόση ενός εμβολίου έδειξαν ότι τα επίπεδα των αντισωμάτων στους λήπτες δύο δόσεων Sputnik V ήταν πιο ανθεκτικά στην Όμικρον απ΄ό,τι σε εκείνους που εμβολιάστηκαν με το Pfizer.
Το αποτέλεσμα της έρευνας βασίσθηκε σε δείγμα 51 ατόμων που είχαν κάνει το εμβόλιο Sputnik-V και σε δείγμα 17 ατόμων που είχαν κάνει το εμβόλιο της Pfizer. Όλοι τους είχαν κάνει και τις δύο δόσεις του εμβολίου.
«Σήμερα η αναγκαιότητα της τρίτης αναμνηστικής δόσης είναι προφανής», ανέφερε η προκαταρκτική μελέτη που δημοσιεύθηκε στις 19 Ιανουαρίου.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Η προκαταρκτική έρευνα έδειξε ότι τα ειδικά για την παραλλαγή Όμικρον εξουδετερωτικά αντισώματα ανιχνεύθηκαν στον ορό του αίματος του 74,2% των ατόμων που εμβολιάστηκαν με το Sputnik και του 56,9% εκείνων που εμβολιάστηκαν με το εμβόλιο της Pfizer/BioNtech.
Μια προηγούμενη προκαταρκτική έρευνα του Ινστιτούτου Γκαμαλέγια, το οποίο ανέπτυξε το εμβόλιο Sputnik V, έδειξε ότι μια αναμνηστική δόση του εμβολίου Sputnik Light παρείχε ισχυρότερη ανοσολογική απόκριση παράγοντας περισσότερα αντισώματα κατά της Όμικρον από ό,τι το εμβόλιο Sputnik V με τις δύο δόσεις μόνο.
Σύμφωνα με την μελέτη του Ινστιτούτου Γκαμαλέγια στο 70% των ατόμων που έχουν εμβολιασθεί με το εμβόλιο Sputnik-V δημιουργούνται εξουδετερωτικά αντισώματα κατά τους στελέχους Όμικρον, τα οποία διατηρούνται στην πλειονότητα των περιπτώσεων 3 – 6 μήνες μετά τον εμβολιασμό.
Τα αποτέλεσμα της κοινής ρωσοϊταλικής έρευνας ανακοίνωσε η επιστημονική ομάδα του Εθνικού Ινστιτούτου Λοιμωδών Νόσων Λάτζαρο Σπαλαντσάνι της Ρώμης, το οποίο πραγματοποίησε την έρευνα από κοινού με το Ινστιτούτου Γκαμαλέγια της Μόσχας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ