Μία ανατριχιαστική εκτίμηση έκανε ο πρόεδρος της Ελληνικής Ιατροδικαστικής Εταιρείας, Γρηγόρης Λέων, μετά την συνταρακτική τροπή που πήρε η υπόθεση με τα τρία νεκρά παιδιά της οικογένειας στην Πάτρα, με την σύλληψη της μητέρας τους, Ρούλας Πισπιρίγκου, και την σύλληψη της σε βάρος της ποινικής δίωξης για ανθρωποκτονία από πρόθεση της μεγαλύτερης κόρης της, Τζωρτζίνας.
Ο κ. Λέων, μιλώντας στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του ΑΝΤ1, σημείωσε ότι ο θάνατος της 9χρονης «ξεκλειδώνει» την έρευνα και για τους θανάτους των δύο αδελφών της, ενώ επεσήμανε πως το κορίτσι είχε βασανιστικό τέλος, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «η Τζωρτζίνα υπέφερε αρκετά».
Ο ιατροδικαστής ανέφερε, επίσης, ότι «στο τρίτο παιδί έγινε μια πλήρης ιατροδικαστική διερεύνηση, όλοι έδωσαν τον καλύτερό τους εαυτό», ενώ τόνισε πως «αποκλείονταν ουσιαστικά όλοι οι παθολογικοί και γονιδιακοί παράγοντες ή όποιος άλλος παράγοντας μπορούσε να προκαλέσει έναν φυσικό θάνατο στο παιδί και αυτό που έμενε ήταν να διαπιστώσουμε τον εξωγενή παράγοντα που επέφερε τον θάνατο».
Σχετικά με την κεταμίνη, ο κ. Λέων είπε πως αυτή «η ουσία μπορεί να επιφέρει και από μόνη της τον θάνατο, αλλά αυτό είναι ανάλογο και με την ποσότητα. Σίγουρα, επέδρασε μαζί με τα φάρμακα που έπαιρνε το παιδί», εκτίμησε.
«Μας τα είπε όλα η μητέρα»
«Η μητέρα, με τις δημόσιες παρεμβάσεις της, μας περιέγραφε τον τρόπο με τον οποίο κατέληγαν τα παιδιά, μας περιέγραφε την σκηνή, ποιοι άλλοι ήταν παρόντες και προφανώς άθελά της και πώς επήλθε ο θάνατος», επεσήμανε ο κ. Λέων, σημειώνοντας ότι «το τρίτο παιδί ξεκλείδωσε την αιτία θανάτου ως εγκληματική ενέργεια».
Όπως ανέφερε ο ιατροδικαστής, «ήταν ένα μεγάλο στοίχημα για τους ιατροδικαστές η κοινωνία να μην χάσει την εμπιστοσύνη της στην επιστήμη μας. Υπήρχαν αστοχίες που καθυστέρησαν μια διαδικασία. Αλλά ως επιστήμονες, έπρεπε να αποδείξουμε σε όλη την κοινωνία ότι μπορούν να μας εμπιστεύονται».