Το Συμβούλιο της Επικρατείας αποφάσισε πως είναι συμβατή με το Σύνταγμα η μη προαγωγή των δημοσίων υπαλλήλων στο βαθμό του προϊσταμένου, εφόσον κατά το στάδιο της αξιολόγησης συμμετείχαν σε απεργία.
Συγκεκριμένα το Γ’ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, με επτά αποφάσεις του απέρριψε αιτήσεις δημοσίων υπαλλήλων οι οποίοι ζητούσαν να ακυρωθεί ο πίνακας του ειδικού συμβουλίου επιλογής προϊσταμένων, με τον οποίο αποκλείστηκαν από την διαδικασία αξιολόγησης για προαγωγή στο βαθμό του προϊσταμένου, λόγω της συμμετοχής τους σε απεργιακές κινητοποιήσεις που είχε κηρύξει η ΑΔΕΔΥ.
Αναλυτικότερα, η ΑΔΕΔΥ, διαφωνώντας με το σύστημα αξιολόγησης που προέβλεπε ο νόμος 4369/2016, κήρυξε απεργία-αποχή όλων των δημοσίων υπαλλήλων από κάθε διαδικασία αξιολόγησης σε όλα τα επίπεδα, μέχρι τη λήξη της διαδικασίας αξιολόγησης, όποτε αυτή και εάν λάβει χώρα – και με σχετικό εξώδικο γνωστοποίησε στους αρμόδιους κρατικούς φορείς την απόφασή της για απεργία-αποχή για το εν λόγω θέμα.
Ειδικότερα, το Γ΄ Τμήμα του ΣτΕ, με τις υπ΄ αρθμ. 711-717/2022 αποφάσεις του (σε δύο δικαστικούς σχηματισμούς) με προέδρους το Δημήτρη Σκαλτούνη και την Παναγιώτα Καρλή και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Δημήτρη Μακρή, αποφάνθηκαν ότι η μη διενέργεια από δημόσιο υπάλληλο, αξιολόγησης λόγω της συμμετοχής του σε απεργία, συνιστά μη εκπλήρωση σχετικής υποχρεώσεώς του και παράλληλα επιφέρει αδυναμία συμμετοχής του σε διαδικασίες επιλογής και τοποθετήσεως προϊσταμένων, χωρίς αυτό να παραβιάζει το συνταγματικό δικαίωμα της απεργίας.
Το ΣτΕ επισημαίνει στις επτά αποφάσεις του, ότι «στην περίπτωση κατά την οποία δημόσιος υπάλληλος δεν εκπληρώνει την κατά νόμο υποχρέωση αξιολογήσεως των υφισταμένων του, συνεπεία της συμμετοχής του, ελευθέρως και αβιάστως, σε απεργία, δεν πληροί την θεσπισθείσα σχετική προϋπόθεση, ασχέτως προς την νομιμότητα ή μη της απεργίας» και συνεχίζει:
«Η ερμηνεία αυτή των διατάξεων του άρθρου 24Α του ν. 4369/2016, δεν έρχεται σε αντίθεση προς το άρθρο 23 παράγραφος 2 του Συντάγματος, διότι η μη συνδρομή της ανωτέρω προϋποθέσεως για την συμμετοχή σε διαδικασία επιλογής και τοποθετήσεως προϊσταμένου συνεπεία απεργίας, οφείλεται σε ηθελημένη μη εκπλήρωση της υποχρεώσεως παροχής των σχετικών υπηρεσιών εκ μέρους των υπαλλήλων, και όχι σε αυτό τούτο το γεγονός της κηρύξεως της απεργίας και της συμμετοχής σε αυτήν, δεν θίγει το δικαίωμα της απεργίας, ούτε συνιστά κύρωση που επιβάλλεται συνεπεία της ασκήσεώς του, και άρα δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι προσκρούει στους ορισμούς της προαναφερόμενης συνταγματικής διατάξεως».
Κατά συνέπεια, αναφέρει το ΣτΕ, «εφόσον οι ενδιαφερόμενοι μπορούσαν να παράσχουν τις εν λόγω υπηρεσίες αξιολογήσεως, εκπληρώνοντας την υποχρέωσή τους, και δεν τις παρείχαν, δεν μπορούν να μετάσχουν στις διαδικασίες επιλογής και τοποθετήσεως προϊσταμένων».
Σε άλλο σημείο, οι αποφάσεις του ΣτΕ αναφέρουν ότι «με τις διατάξεις του άρθρου 24Α του ν. 4369/2016 ρυθμίζεται ζήτημα οργανώσεως και λειτουργίας της Δημόσιας Διοικήσεως προς εξυπηρέτηση των εκτεθέντων σκοπών στο πλαίσιο των αναφερθεισών συνταγματικών αρχών, ασυνδέτως προς το δικαίωμα της απεργίας των δημοσίων υπαλλήλων», ενώ έκρινε ότι δεν παραβιάζεται η συνταγματική αρχή της ισότητας – και πως ο αποκλεισμός των δημοσίων υπαλλήλων εν προκειμένω δεν συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα ή πειθαρχική ποινή.