Οι αμβλώσεις αποτελούσαν θέμα-ταμπού για πολλές δεκαετίες στις ΗΠΑ αλλά και σε όλο τον κόσμο. Η πιθανότητα, όμως, να ακυρωθεί η ιστορική απόφαση του 1973 για το δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση από το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, έχει «αναγκάσει» τις περισσότερες εταιρείες να πάρουν θέση.
Η αντίδραση των αμερικανικών εταιρειών για το σοβαρό ζήτημα που έχει προκύψει στις ΗΠΑ με τις αμβλώσεις, θεωρείται ως ένδειξη ότι επικρατεί μια νέα γενιά με διαφορετικές προσδοκίες, όπως για παράδειγμα η ανακοίνωση των εργαζομένων της Levi Strauss.
«Γνωρίζοντας ποιο είναι το διακύβευμα, οι επικεφαλής του επιχειρηματικού κόσμου πρέπει να ακουστούν και να δράσουν για να διασφαλίσουν την υγεία και την ευημερία των εργαζομένων μας», έγραψαν οι υπεύθυνοι της εταιρείας και πρόσθεσαν πως «αυτό περιλαμβάνει και την προστασία των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων».
Η παραπάνω αποτελεί μία από τις δημόσιες αντιδράσεις των εταιρειών, οι οποίες δημοσιεύθηκαν λίγες ώρες μετά τη διαρροή του σχεδίου γνωμοδότησης του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ, σύμφωνα με την οποία ενδέχεται να ανατραπεί προηγούμενη απόφασή του που προστάτευε το δικαίωμα στην άμβλωση.
Όπως η διάσημη εταιρεία τζιν, και η Apple δεσμεύθηκε να καλύπτει τα έξοδα των εργαζομένων της που θα αναγκάζονται να ταξιδέψουν σε άλλη πολιτεία για να υποβληθούν σε άμβλωση.
Η κατάργηση του δικαιώματος στην άμβλωση «θα θέσει σε κίνδυνο τα δικαιώματα εκατομμυρίων γυναικών», ανακοίνωσε η εταιρεία Yelp, η οποία έκανε λόγο «για σεισμό για την κοινωνία και την οικονομία μας» και ζήτησε από τις εταιρείες «να αναλάβουν πρωτοβουλίες».
Από τον Σεπτέμβριο, όταν τέθηκε σε ισχύ στο Τέξας νόμος που επιτρέπει τις αμβλώσεις μόνο μέχρι την έκτη εβδομάδα της κύησης, η Amazon, η Uber και η Citigroup ανακοίνωσαν ότι θα καλύπτουν το επιπλέον κόστος για τις εργαζόμενές τους που θα χρειάζεται να πάνε σε άλλη πολιτεία για να υποβληθούν στην επέμβαση αυτή.
«Ζούμε σε μια ασυνήθιστη περίοδο στην πολιτική και αυτό το ζήτημα έχει αναχθεί σε πρωτίστης σημασίας, κάτι που θα αναγκάσει τις εταιρείες να πάρουν θέση», εκτιμά ο Μόρις Σβάιτσερ καθηγητής του πανεπιστημίου Wharton.
«Οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στις πολιτείες που ενδέχεται να καταργήσουν το δικαίωμα στην άμβλωση πρέπει να αποφασίσουν αν θα καλύπτουν το σχετικό κόστος (…), αυτό θα τις αναγκάσει εκ των πραγμάτων να πάρουν θέση», επισημαίνει η Νίρου Παχάρια καθηγήτρια στο Georgetown.
Σύμφωνα με τους New York Times, η Tesla, η οποία μετέφερε πρόσφατα την έδρα της από την Καλιφόρνια στο Τέξας, έχει δεσμευθεί να καλύπτει αυτά τα έξοδα.
«Ζήτημα γενιάς»
Η νέα τόλμη κάποιων αμερικανικών εταιρειών συνδέεται και με το γεγονός ότι «σε αυτή τη χώρα οι άνθρωποι που τάσσονται υπέρ του δικαιώματος (στην άμβλωση) είναι περισσότεροι από αυτούς που είναι αντίθετοι», υπενθύμισε η Παχάρια.
Οι ανακοινώσεις πολλών μεγάλων εταιρειών εντάσσονται «στη γενική τάση» που έχει ξεκινήσει εδώ και περίπου δέκα χρόνια και η οποία «πραγματικά εξαπλώθηκε την εποχή (της προεδρίας του Ντόναλντ) Τραμπ», υπογραμμίζει η ίδια.
Μετανάστευση, τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, η νομοθεσία για τα όπλα, το κίνημα “Black Lives Matter”, η πρόσβαση στην ψήφο … τα αμφιλεγόμενα ζητήματα ήρθαν στο προσκήνιο το ένα μετά το άλλο σε ένα κλίμα ακραίας πόλωσης και πολλές εταιρείες αναγκάστηκαν να αντιδράσουν δεχόμενες πιέσεις από μερίδα των εργαζομένων τους.
«Είναι ένα ζήτημα γενιάς», εξηγεί ο Μαρκ Χας καθηγητής του πανεπιστημίου Arizona State. «Οι millenials, η γενιά Ζ ανησυχούν ολοένα και περισσότερο για τις αξίες της εταιρείας τους».
«Η Apple, η Amazon ή η Uber θέλουν να έχουν τους καλύτερους επαγγελματίες», συνεχίζει, «οπότε οι εργαζόμενοί τους αποτελούν ένα είδους μπούσουλα».
«Η εργασιακή αγορά είναι τεταμένη και είναι δύσκολο να βρεθούν κάποιοι εξειδικευμένοι εργαζόμενοι», σημειώνει η Παχάρια. Οι προσδοκίες από τους εργοδότες έχουν αυξηθεί, σύμφωνα με την ίδια, σε μια χώρα όπου η εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα διαβρώνεται εδώ και πολλά χρόνια.
Ο Σβάιτσερ κάνει εξάλλου τον διαχωρισμό μεταξύ των εταιρειών της νέας οικονομίας, οι υπάλληλοι των οποίων έχουν περισσότερα πτυχία και εξειδίκευση από τον μέσο όρο και συχνά μπορούν να εργάζονται από οπουδήποτε, και των πιο παραδοσιακών εταιρειών, που συχνά έχουν την έδρα τους σε πιο συντηρητικές περιοχές.
Οι τελευταίες συχνά έχουν λιγότερο εξειδικευμένους εργαζόμενους, που δεν μπορούν να εργάζονται εξ αποστάσεων, η επιρροή των οποίων απέναντι στην εταιρεία είναι περιορισμένη.
«Είναι ένας βασικός λόγος για τον οποίο οι τεχνολογικές εταιρείες αντέδρασαν» σε ό,τι αφορά την άμβλωση, εξηγεί, «ενώ άλλες εταιρείες απέφυγαν» το θέμα.
Σε αντίθεση με το παρελθόν, οι εταιρείες που εξέφρασαν δημοσίως τη στήριξή τους στο δικαίωμα στην άμβλωση απέφυγαν τα αντίποινα, εκκλήσεις για μποϊκοτάζ ή εκστρατείες δυσφήμησης.
Ο Ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Μάρκο Ρούμπιο κατέθεσε πρόταση νόμου με την οποία θα απαγορεύεται στις εταιρείες να χαίρουν φοροελαφρύνσεων για τα έξοδά τους που συνδέονται με τις μετακινήσεις εργαζομένων προκειμένου να υποβληθούν σε άμβλωση, όμως δεν υπάρχουν πολλές πιθανότητες αυτό να υιοθετηθεί.
«Οι άνθρωποι που θέλουν να περιορίσουν την πρόσβαση στην άμβλωση αποτελούν μειονότητα και αυτή τη στιγμή φαίνεται ότι καταγράφουν νίκες», αναλύει ο Σβάιτσερ. «Δεν με εκπλήσσει που οι συντηρητικοί αντιδρούν μάλλον με ηρεμία», επισημαίνει.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ