Η πανδημία που προκάλεσε ο κορονοϊός έφερε μεγάλες αλλαγές στη ζωή μας. Και τώρα που σιγά σιγά μειώνεται η ένταση της, ερχόμαστε αντιμέτωποι με τα «απόνερά» της.
Τα τελευταία δύο χρόνια ζήσαμε καταστάσεις που λίγο πολύ μας στιγμάτισαν. Τα παιδιά, μαζί με όλους μας, αναγκάστηκαν να παραμείνουν στο σπίτι. Οι μάσκες μας προστάτευσαν από τον κορονοϊό και «εξαφάνισαν» τις ιώσεις.
Τώρα που… τα μέτρα περιορίστηκαν, βλέπουμε παλιές ασθένειες και νόσους που νομίζαμε ότι είχαν εξαλειφθεί, να επιστρέφουν και να μας απειλούν. Πολλοί ήταν εκείνοι που υπό το φόβο της Covid-19, σταμάτησαν τις επισκέψεις τους παιδιάτρους και μοιραία, παρέλειψαν σημαντικά εμβόλια για τα παιδιά τους.
Μια από τις ασθένειες που έκανε την εμφάνιση της εκμεταλλευόμενη την «απελευθέρωση» μετά τα lockdown και (κυρίως) το εμβολιαστικό κενό, είναι η μηνιγγίτιδα Β. Μια σπάνια μεν αλλά ιδιαιτέρως σοβαρή νόσος, για την οποία η απάντηση έρχεται με την πρόληψη μέσω του εμβολιασμού. Το μεγάλο δώρο που μας προσφέρει η επιστήμη απλόχερα για πολλές ασθένειες και νόσους. Ένα δώρο που πρέπει να δεχτούμε για να προστατεύσουμε τα παιδιά μας.
Αξιοσημείωτο είναι ότι σε όλο τον κόσμο, λόγω του εμβολιαστικού κενού, «ξεχασμένα» λοιμώδη νοσήματα ήρθαν στο προσκήνιο. Συγκεκριμένα στην Ελλάδα, ενώ τα προηγούμενα χρόνια τα κρούσματα μηνιγγίτιδας Β είχαν μειωθεί (εξαιτίας της πανδημίας αλλά και της εμβολιαστικής κάλυψης των προηγούμενων ετών), ωστόσο το πρώτο τρίμηνο του 2022 επιβεβαιώθηκε ένα κρούσμα σε παιδί κάτω των 5 ετών! Μοιραία, τίθεται το ερώτημα / ανησυχία κάθε γονιού: τι θα γίνει φέτος, που τα σχολεία άνοιξαν χωρίς κανένα μέτρο που να επιβάλει τη χρήση μάσκας και την διενέργεια τεστ. Ήδη σε διάφορες Ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Αγγλία, μετά την άρση των μέτρων κατά του κορονοϊού, στον ανεμβολίαστο πληθυσμό, εμφανίστηκαν κρούσματα μηνιγγίτιδας Β.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το «καμπανάκι» του κινδύνου να χτυπά εδώ και καιρό και εμείς καλούμαστε να το ακούσουμε και να δράσουμε αποτελεσματικά πριν να είναι αργά. Ήδη η Ελληνική Παιδιατρική Εταιρεία έχει προειδοποιήσει εδώ και καιρό ότι η πτώση των εμβολιασμών ρουτίνας επηρέασε κατά κόρον και τον εμβολιασμό έναντι μηνιγγίτιδας Β, ένα νόσημα για το οποίο υπήρχε μία εμβολιαστική κάλυψη που άγγιζε το 40% πριν από την πανδημία. Όμως τα τελευταία δυο χρόνια, λόγω των καταστάσεων που ζήσαμε ασυναίσθητα δημιουργήσαμε σε ένα ανησυχητικό εμβολιαστικό κενό.
Είναι εύλογο να σκέφτεται κανείς ότι η μηνιγγίτιδα Β είναι μια σπάνια νόσος και άρα οι πιθανότητες να νοσήσει κάποιος είναι μικρές. Ωστόσο οι ειδικοί έρχονται να επισημάνουν πως όσο σπάνια κι αν είναι, ο κίνδυνος υπάρχει και δεν πρέπει να εφησυχαζόμαστε. Ιδιαίτερα αισθητός είναι για τις ευπαθείς ομάδες στις οποίες ανήκουν τα παιδιά, τα βρέφη, καθώς και οι νεαροί ενήλικες. Η μηνιγγίτιδα Β δεν αποτελεί μια ήπια νόσο και σίγουρα δεν κάνει διακρίσεις. Εξελίσσεται ταχύτατα και μέσα σε μόλις 24 ώρες και μπορεί να προκαλέσει μόνιμες αναπηρίες ή να οδηγήσει ακόμα και σε θάνατο. Είναι εντυπωσιακό και συνάμα άκρως ανησυχητικό πως περίπου 1 στα 5 περιστατικά μηνιγγίτιδας Β μπορεί να έχει σοβαρές επιπλοκές, όπως μόνιμες αναπηρίες και σοβαρές βλάβες. Μια επίσκεψη στον παιδίατρο και ο σχετικός εμβολιασμός θα δημιουργήσει την ασπίδα προστασίας απέναντι στην ύπουλη και επικίνδυνη νόσο που χρειάζονται τα παιδιά.
Τι πρέπει να ξέρετε για τη μηνιγγίτιδα Β
Η μηνιγγίτιδα Β αποτελεί περίπου το 80% των περιστατικών βακτηριακής μηνιγγίτιδας στην Ελλάδα. Από το 2004 μέχρι το 2021 στην Ελλάδα έχουν σημειωθεί 670 επιβεβαιωμένα κρούσματα μηνιγγίτιδας Β. Οποιοσδήποτε μπορεί να προσβληθεί από τη μηνιγγιτιδοκοκκική νόσο. Βρέφη ηλικίας κάτω του ενός έτους διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου από οποιαδήποτε άλλη ηλικιακή ομάδα και ακολουθούν τα νήπια ηλικίας 1 έως 4 ετών. Οι έφηβοι και οι νεαροί ενήλικες διατρέχουν επίσης αυξημένο κίνδυνο προσβολής από τη νόσο.
Οι πιο συχνοί τρόποι μετάδοσης είναι: το φιλί, ο βήχας και το φτάρνισμα, καθώς το βακτήριο που προκαλεί τη μηνιγγίτιδα Β μεταδίδεται με τα σταγονίδια και το σάλιο. Επίσης, η νόσος μπορεί να μεταδοθεί από άτομο σε άτομο μέσω συγκεκριμένων καθημερινών δραστηριοτήτων, όπως για παράδειγμα το κάπνισμα, ενεργητικό ή παθητικό, το οποίο αποτελεί επίσης παράγοντα κινδύνου για αποικισμό και νόσηση. Αξιοσημείωτο είναι ότι ακόμα και άτομα που δεν εμφανίζουν συμπτώματα, μπορούν να είναι φορείς του ιού. Είναι χαρακτηριστικό ότι 1 στους 10 ενήλικες φέρει το βακτήριο ασυμπτωματικά και μπορεί να μεταδώσει τη νόσο σε νεαρά μέλη της οικογένειας του, χωρίς φυσικά να το γνωρίζει.
Ιδιαίτερη προσοχή συστήνουν οι επιστήμονες καθώς στα αρχικά στάδια της η μηνιγγίτιδα Β έχει παρόμοια συμπτώματα με μιας απλής ίωσης: υψηλό πυρετό, πονοκέφαλο, έμετο. Μπορεί επίσης να προκαλέσει αυχενική δυσκαμψία, φωτοφοβία και αιμορραγικό εξάνθημα.
Ο μόνος τρόπος να προστατευτούμε ουσιαστικά από την ασθένεια είναι ένας: η πρόληψη μέσω του εμβολιασμού. Συγκεκριμένα στα παιδιά μπορεί να ξεκινήσει από την ηλικία των 2 μηνών. Είναι καλό να γνωρίζουμε, όσοι είμαστε γονείς, πως ο εμβολιασμός κατά των υπόλοιπων τύπων μηνιγγίτιδας, είναι επίσης απαραίτητος, ωστόσο δεν προστατεύει τα παιδιά μας από την μηνιγγίτιδα τύπου Β.
Επικοινωνήστε με τον παιδίατρό σας σήμερα και ενημερωθείτε για την πρόληψη της νόσου.