Η Ρωσία χαρακτήρισε σήμερα “ξένο πράκτορα” τον πρώην πρωθυπουργό Μιχαήλ Κασιάνοφ επειδή είναι αντίθετος με την εισβολή στην Ουκρανία.
Το όνομα του Κασιάνοφ, ο οποίος διετέλεσε πρωθυπουργός της κυβέρνησης του Βλαντιμίρ Πούτιν στη Ρωσία στις αρχές της δεκαετίας του 2000, περιλαμβάνεται στο εξής στο μητρώο του υπουργείου Δικαιοσύνης με τους “ξένους πράκτορες” λόγω της αντίθεσής του στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Το υπουργείο κατηγορεί τον Κασιάνοφ ότι ήταν “αντίθετος στην ειδική στρατιωτική επιχείρηση στην Ουκρανία” και ότι είναι “μέλος της ρωσικής αντιπολεμικής επιτροπής, οργάνωσης της οποίας οι δραστηριότητες αποσκοπούν να δυσφημίσουν τη ρωσική εξωτερική και εσωτερική πολιτική”.
Η “επιτροπή” αυτή, με πολύ περιορισμένες δραστηριότητες, δημιουργήθηκε το 2022 στο εξωτερικό από Ρώσους διαφωνούντες, μεταξύ των οποίων και ο εξόριστος πρώην ολιγάρχης Μιχαήλ Χοντορκόφσκι.
Πρωθυπουργός του Πούτιν κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων του στην εξουσία, από το 2000 έως το 2004, ο Κασιάνοφ έγινε στη συνέχεια πολύ επικριτικός έναντι του Ρώσου πρόεδρου.
Τον Ιούνιο του 2022, ο Κασιάνοφ είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο ότι δεν αναγνωρίζει πλέον τον Βλαντιμίρ Πούτιν με τον οποίο είχε συνεργαστεί, λέγοντας ότι ελπίζει πως η Ρωσία θα ξαναπάρει μια μέρα τον “δημοκρατικό δρόμο”.
Πριν από την εισβολή στην Ουκρανία, ο Κασιάνοφ ηγείτο του Κόμματος Ελευθερίας του Λαού (PARNAS), ενός μικρού φιλελεύθερου κόμματος. Τον Ιούνιο του 2022 ανακοίνωσε ότι έφυγε από τη Ρωσία.
Το καθεστώς του “ξένου πράκτορα” επιβάλλεται σε πρόσωπα ή οντότητες που υπόκεινται σε αυστηρούς διοικητικούς περιορισμούς, όπως ο τακτικός έλεγχος των πηγών χρηματοδότησής τους. Επιβάλλει επίσης να συνοδεύεται υποχρεωτικά κάθε δημοσίευση, ακόμη και σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, από την ένδειξη “ξένος πράκτορας”.
Το Κρεμλίνο έχει κλιμακώσει τις προσπάθειες καταστολής κάθε επικριτικής φωνής μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022. Σχεδόν όλοι οι σημαίνοντες διαφωνούντες βρίσκονται στη φυλακή ή εξόριστοι στο εξωτερικό.