Σε ένα κατά τα άλλα «θετικό» για την οικονομία, την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη άρθρο-σχόλιο, η Handelsblatt τοποθέτησε το δάχτυλο «επί των τύπων των ήλων» του χρέους.
Και «πίεσε» σε μία από τις τελευταίες, αλλά σημαντικές εκκρεμότητες που έχει αφήσει πίσω της, η μεγαλύτερη αναδιάρθρωση χρέους στην μεταπολεμική ιστορία, η αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους. Μια «πράξη» που πρόσφατα και με αφορμή τον θάνατο του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο εκ των πρωταγωνιστών της, Ευάγγελος Βενιζέλος, χαρακτήρισε ευρωπαϊκό «εργαστήριο της ελληνικής κρίσης».
Προφανώς ο κ. Βενιζέλος, που γνωρίζει από πρώτο χέρι τι συνέβη σ’ αυτό το «εργαστήρι», γνωρίζει και τις «ρυθμίσεις» εκείνες που οδήγησαν τον σχολιογράφο της Handelsblatt να βάλει το δάχτυλο στην εκκρεμότητα εκείνη που «φορτώνει» το ελληνικό δημόσιο χρέος το 2032 με κάπου 25 δις ευρώ τόκους από το δάνειο του EFSF (το δεύτερο μνημονιακό δάνειο).
Όπως σημειώνει η Handelsblatt: «Μέχρι στιγμής, η χώρα δεν έχει πληρώσει καθόλου τόκους για δάνεια του EFSF ύψους 97 δισεκατομμυρίων ευρώ από το 2013. Αναβάλλονται μέχρι το τέλος του 2032. Αλλά τότε θα μπορούσατε να είστε σε ένα απότομο «ξύπνημα». Οι τόκοι που θα συγκεντρωθούν μέχρι τότε θα ανέλθουν σε περίπου 25 δισεκατομμύρια ευρώ. Εάν τιμολογηθούν στις αρχές του 2033 ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ είναι πολύ πιθανό να αυξηθεί απότομα κατά οκτώ με δέκα μονάδες».
«Και αυτό», προσθέτει, «σημαίνει μία απότομη αύξηση της αναχρηματοδότησης του χρέους», για να συνεχίσει «Θα μπορούσε κανείς να εικάσει στην Αθήνα ότι οι δανειστές θα χορηγήσουν τότε μια νέα αναβολή. Αυτό είναι δυνατό. Ωστόσο, δεν πρέπει να βασιζόμαστε σε αυτό, διότι κανείς δεν γνωρίζει ποια θα είναι η πολιτική ισορροπία δυνάμεων στο Συμβούλιο των Υπουργών Οικονομικών των χωρών της ζώνης του ευρώ σε οκτώ χρόνια…».
Ο στόχος του σχολιαστή μετά την συγκεκριμένη διευκρίνηση γίνεται πιο καθαρός στην συνέχεια. Με υπέρτιτλο στην επόμενη παράγραφο την σύσταση «Αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στην Εκπαίδευση, την Διοίκηση και στο Δικαστικό Σώμα» σημειώνει «Προκειμένου να αμβλυνθεί η επικείμενη διαταραχή των επιτοκίων, η Ελλάδα θα πρέπει επομένως να μειώσει το χρέος της το συντομότερο δυνατό τα επόμενα χρόνια. Αυτό απαιτεί συνετές δημοσιονομικές πολιτικές που επιτρέπουν δημοσιονομικά πλεονάσματα και επενδύσεις που προωθούν τη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη…».
Φαίνεται σαν η Handelsblatt και ο σχολιαστής της να γνωρίζει με ακρίβεια το οικονομικό και πολιτικό πρόγραμμα της ελληνικής Κυβέρνησης των επόμενων ετών. Σαν να γνωρίζει, όπως και ο «συγχωρεμένος», κ. Β. Σόιμπλε, τις εκκρεμείς εργασίες που απομένουν να γίνουν στο ευρωπαϊκό «εργαστήρι της ελληνικής κρίσης»…
Και εδώ φτάνουμε στο πλέον ενδιαφέρον σημείο, καθώς στην παρατήρηση/σύσταση του σχολιαστή της Handelsblatt πρέπει να επισημάνουμε ότι συναντιούνται τέσσερα διαφορετικά στοιχεία:
- Στην τελευταία διατύπωση της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους τον Ιούνιο του 2018 είχαμε ενημερωθεί ότι το ελληνικό χρέος θα επανεξετασθεί ως προς την βιωσιμότητά του προκειμένου να εκτιμηθεί αν θα χρειαστεί εκ νέου κάποια «ρύθμιση» η οποία βέβαια θα συνοδεύεται και από τις απαραίτητες πολιτικές δεσμεύσεις.
- Σχετικά πρόσφατα όμως μάθαμε ότι η πρόβλεψη αυτή είχε να κάνει με το γεγονός, που φροντίζει να μας υπενθυμίσει η Handelsblatt, ήτοι την αποπληρωμή των αναβαλλόμενων τόκων του δανείου (97 δις ευρώ) από τον EFSF το 2033, καθώς το 2032 είναι το τελευταίου έτος της περιόδου χάριτος στην αποπληρωμή του. Αυτό σημαίνει πρακτικά 25 δις ευρώ επιπλέον υποχρέωση στο 2033, τα οποία είτε θα εξοφληθούν από το αποθεματικό είτε θα εξοφληθούν με νέο δανεισμό από τις αγορές, είτε θα ρυθμιστούν για να πληρωθούν σταδιακά μετά το 2033.
- Στην πρόσφατα δημοσιευθείσα Έκθεση του ΟΔΔΗΧ για την κατάσταση του χρέους και τις προβολές του στα επόμενα χρόνια καταγράφεται πράγματι μια απότομη αύξηση των χρηματοδοτικών αναγκών του χρέους το 2033, αλλά αυτό θα μπορούσε να οφείλεται και σε εκδόσεις χρέους του 2023 οι οποίες «λήγουν» το 2033, αν και αυτή η σύμπτωση είναι παράξενη.
- Στην τελευταία σύνοδο του Eurogroup του 2023, όπως πληροφορηθήκαμε από τις επίσημες ανακοινώσεις για την συμφωνία που αφορά στην αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας , υπήρξε και μία πρόβλεψη η οποία αφορά ειδικά την Ελλάδα και την υπόθεση των αναβαλλόμενων τόκων. Στην πρόβλεψη αυτή αναφέρεται συγκεκριμένα ότι η απότομη αυτή προσθήκη στο ελληνικό χρέος δεν θα πρέπει να επηρεάσει τις εκτιμήσεις για την βιωσιμότητα του χρέους. Ήτοι δεν θα πρέπει να επιδεινώσει κατά κανένα τρόπο την πιστοληπτική διαβάθμιση του ελληνικού χρέους. Δεν προβλέπεται όμως τίποτα – που έχει γίνει γνωστό
όσο αφορά του πως και με τι όρους θα αποπληρωθεί, άμεσα ή όχι.
Μετά από όλα αυτά, που στο δια ταύτα σημαίνουν μία απότομη επιβάρυνση της οικονομίας με μία υποχρέωση της τάξης του 10% του ΑΕΠ, γίνεται κατανοητή μία σειρά αναφορών στην Έκθεση του ΟΔΔΗΧ για την στρατηγική διαχείρισης του χρέους που στηρίζεται βασικά σε τρία στοιχεία:
- την διασφάλιση πρωτογενών πλεονασμάτων που θα καλύπτουν την αποπληρωμή τόκων,
- την διάχυση της αναχρηματοδότησης του χρέους στα επόμενα χρόνια έτσι ώστε να μην ξεπερνούν τις δυνατότητες συγκράτησης των δημόσιων δαπανών σε κάθε σενάριο εξελίξεων στην οικονομία και τέλος
- την διατήρηση μέρους του περιβόητου «μαξιλαριού» για αρκετά χρόνια ακόμα, παρά την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας, προκειμένου να μην ανησυχούν οι κύριοι της Handelsblatt και οι πιστωτές οπαδοί της πολιτικής Σόιμπλε στο «εργαστήρι της ελληνικής κρίσης».
Με αυτά τα δεδομένα και με βάση τα στοιχεία που ακολουθούν από την Έκθεση του ΟΔΔΗΧ, προβάλει μέσα από τον σχεδιασμό της ενεργού διαχείρισης, η πρόθεση του ΟΔΔΗΧ μέσα στο υπόλοιπο της δεκαετίας για μία σχετικά «ταχεία» αποκλιμάκωση του χρέους με προεξοφλήσεις GLF και EFSF, ώστε το 2033 η απότομη προσθήκη των 25 δις των αναβαλλόμενων τόκων να έχει εν μέρη «απορροφηθεί».
Και αυτό γιατί όπως προειδοποιεί και ο σχολιαστής της Handelsblatt: «κανείς δεν γνωρίζει ποια θα είναι η πολιτική ισορροπία δυνάμεων στο Συμβούλιο των Υπουργών Οικονομικών…». Κι ας έχει συμφωνηθεί ότι συμφωνήθηκε στο Eurogroup, στο πλαίσιο της αναθεώρησης του Συμφώνου Σταθερότητας.
Με άλλα λόγια η αναβάθμιση έγινε, αλλά …έχουμε εκκρεμότητες από το κληροδότημα Σόιμπλε.
ΥΓ. Για όσους εκ των αναγνωστών της στήλης επιθυμούν, ακολουθεί μία σύντομη η παράθεση ορισμένων από τα κρίσιμα στοιχεία για την στρατηγική ενεργού διαχείρισης του χρέους το 2024 και εντεύθεν, όπως αυτά παρουσιάζονται με εξαιρετικά χρήσιμο τρόπο στην Έκθεση του ΟΔΔΗΧ.
Στην τελευταία ενότητα καταγράφονται οι μακροπρόθεσμες προϋποθέσεις, στην βάση των οποίων έχουν γίνει οι προβλέψεις:
- Η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ μειώνεται από 1,1% το 2027 σε 0,7% το 2030, στη συνέχεια αυξάνεται σε 1,7% το 2040 και τελικά συγκλίνει σε 1,5% το 2070.
- Ο αποπληθωριστής του ΑΕΠ μειώνεται από 2,4% το 2027 σε 2,0% το 2050 και στη συνέχεια παραμένει γενικά σταθερός από το 2050 και μετά.
- Μέσο πραγματικό επιτόκιο για την περίοδο 2027-2070 υποθέτοντας δανεισμό από την αγορά με μέση διάρκεια 10 ετών και μέση διαφορά έναντι της δέσμης 10 ετών 200 bps κατά την περίοδο προβολής.
- Από το 2024 και μετά, το πρωτογενές πλεόνασμα κάθε έτους βαθμονομείται έτσι ώστε να αντισταθμίζει τους τόκους του τρέχοντος έτους, δηλαδή την επίτευξη συνολικής δημοσιονομικής ισορροπίας και
- Τα δάνεια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (RRF) περιλαμβάνονται στο DSA μόνο ως υποχρεώσεις, ενώ το αντίστοιχο ενεργητικό τους, συντηρητικά, δεν λαμβάνεται υπόψη.
Όπως σημειώνει η Έκθεση: «Η στρατηγική χρηματοδότησης για το έτος 2024 θα επικεντρωθεί στη συνεχή παρουσία στις διεθνείς αγορές χρέους, συνοδευόμενη από τη μείωση του επιπέδου του δημόσιου χρέους, την προληπτική διαχείριση του χαρτοφυλακίου χρέους και τη διατήρηση ενός σημαντικού ταμειακού αποθέματος.
Η στρατηγική χρηματοδότησης αποσκοπεί στην περαιτέρω βελτίωση και λειτουργία δευτερογενούς αγοράς GGB και περαιτέρω μείωση του κινδύνου.
Η περιορισμένη και στοχευμένη χρήση των ταμειακών αποθεμάτων οφείλεται κυρίως στην αντίστοιχη αύξηση των περιουσιακών στοιχείων (δάνεια RRF, κεφάλαια κ.λπ.)….».
Στην Έκθεση καταγράφονται:
Οι χρηματοδοτικές ανάγκες (2024)
Μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη απόσβεση χρεών 5.463
Τόκοι χρέους (συμπεριλαμβανομένων των συμφωνιών ανταλλαγής επιτοκίων) 4.850
Πρωτογενές έλλειμμα / (πλεόνασμα) για τη χρηματοδότηση (6.903)
Πρόωρες αποπληρωμές (μείωση αποθεμάτων χρεογράφων, χρέος επίσημου τομέα, LME κ.λπ.) 12.000
Άλλες απαιτήσεις σε μετρητά (δάνεια RRF, αυξήσεις κεφαλαίου κ.λπ.) 3.589
Σύνολο 18.999
Όπως επίσης και οι Πηγές Χρηματοδότησης (2024)
Έκδοση μεσοπρόθεσμου και μακροπρόθεσμου χρέους (εκδόσεις GGB) 10.000
Άλλες πηγές χρηματοδότησης (NGEU, ETE, CEB, κ.λπ.) 4.195
Έσοδα από μετοχές και μετοχές επενδυτικών κεφαλαίων 1.161
Μεταβολή ταμειακών αποθεμάτων, μείωση / (αύξηση) 3.643
Σύνολο 18.999
Στο πλαίσιο αυτής της διαχείρισης ο ΟΔΔΗΧ στοχεύει σε μείωση δημόσιου χρέους 3.268 στο τέλος του 2024.
- Τα Οικονοκλαστικά θέλοντας να ακούσουν τον αντίλογο στα όσα δημοσιεύονται στην στήλη αυτή, βάζει στην διάθεση των
αναγνωστών του μια ηλεκτρονική διεύθυνση για σχόλια: oikonoklastika@gmail.com. Τα σχόλια για προφανείς λόγους θα πρέπει να είναι σύντομα.