Το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο θα πρέπει να αποφασίσει οριστικά για τη συνταγματικότητα ή μη της κατάργησης των τριών δώρων-επιδομάτων (Χριστουγέννων – Πάσχα και θερινής άδειας) στις επικουρικές συντάξεις του ιδιωτικού τομέα για το 11μηνο από 11.6.2015 έως 11.5.2016 που έγιναν, με βάση το δεύτερο μνημόνιο, σύμφωνα με την ΕΡΤ.
Εννιά χρόνια μετά την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας που κατά πλειοψηφία (14-11) είχε κρίνει αντισυνταγματικές και αντίθετες στην ΕΣΔΑ τις εν λόγω μνημονιακές περικοπές στα δώρα των επικουρικών συντάξεων, ο Άρειος Πάγος διαφώνησε, θεωρώντας πως «η θέσπισή τους εξυπηρετούσε σκοπούς δημοσίου συμφέροντος» και παρέπεμψε το θέμα προς οριστική κρίση στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο.
Συγκεκριμένα, οι αρεοπαγίτες του Β2 Εργατικού Τμήματος αναφέρουν πως η κατάργηση των τριών δώρων « εξυπηρετεί σκοπούς δημοσίου συμφέροντος και όχι, απλώς, ταμειακό συμφέρον του Δημοσίου ή των λοιπών φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, καθ’όσον τα ποσά που περικόπτονται παραμένουν στην περιουσία των ως άνω οργανισμών προς ενίσχυση της βιωσιμότητας αυτών και συνακόλουθα την εξυπηρέτηση των συνταξιούχων στο σύνολό τους». Χαρακτηρίζουν μάλιστα ως μη συνταγματικά αναγκαία τη η σύνταξη αναλογιστικής μελέτης επιπτώσεων πριν γίνουν οι περικοπές των επιδομάτων, όπως έχει κρίνει η Ολομέλεια του ΣτΕ, αλλά είναι και πάγια νομολογία της στο θέμα αυτό. Οι αρεοπαγίτες καταλήγουν δε πως «οι συνταξιούχοι υποβάλλονται σε θυσία μέρους του εκ συντάξεων εισοδήματος τους χάριν τόσο της αποκατάστασης της δημοσιονομικής ισορροπίας όσο και της βιωσιμότητας των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης.
Εν όψει τούτων, η επίμαχη κατάργηση των επιδομάτων εορτών και αδείας, ευρίσκει έρεισμα στο νόμο, και εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πρόγραμμα, αφενός, για την αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας της χώρας και, αφετέρου, σύμφωνα με την επιταγή του άρθρου 22 παρ. 5 του Συντάγματος, για τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος, χάριν της βιωσιμότητάς του.
Συνεπώς, η θέσπισή τους εξυπηρετεί σκοπούς δημοσίου συμφέροντος και όχι, απλώς, ταμειακό συμφέρον του Δημοσίου ή των λοιπών φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, καθ’όσον τα ποσά που περικόπτονται παραμένουν στην περιουσία των ως άνω οργανισμών προς ενίσχυση της βιωσιμότητας αυτών και συνακόλουθα την εξυπηρέτηση των συνταξιούχων στο σύνολό τους».
Όλα ξεκίνησαν μετά τις προσφυγές συγνταξιούχων τραπεζοϋπαλλήλων που ζητούσαν να αναιρεθεί η εφετειακή απόφαση με την οποία ‘έχασαν’ τη δικαστική τους μάχη για την καταβολή των τριών επιδομάτων αν και σε πρώτο βαθμό τα είχαν κερδίσει.