Πέμπτη, 21 Νοε.
17oC Αθήνα

Άλλη μία «ανάγνωση» των προειδοποιήσεων της ΕΚΤ, για το «αριστερό» της χέρι και την επερχόμενη άμπωτη ρευστότητας

Άλλη μία «ανάγνωση» των προειδοποιήσεων της ΕΚΤ, για το «αριστερό» της χέρι και την επερχόμενη άμπωτη ρευστότητας

Στο χθεσινό σημείωμα της στήλης Οικονοκλαστικά επισημάνθηκε ο κίνδυνος που αφορά στις κινήσεις του «αριστερού» χεριού της ΕΚΤ, ήτοι αυτού που διαμορφώνει το εύρος ρευστότητας στις αγορές χρήματος και το τραπεζικό σύστημα.

Ως «δεξί» χέρι είχαμε ονομάσει το σκέλος της νομισματικής πολιτικής που αφορά στην διαμόρφωση του «κόστους» του χρήματος μέσω των επιτοκίων.

Στο σημερινό σημείωμα θα μείνουμε στο ίδιο θέμα, ήτοι στις κινήσεις του «αριστερού» χεριού της ΕΚΤ, καθώς όπως φαίνεται αυτές θα ξεκινήσουν πριν αρχίσει οποιαδήποτε κίνηση στο «δεξί» χέρι, ήτοι στο ύψος των επιτοκίων.

Στο θέμα αυτό επέμεινε – και επιβεβαίωσε τα σχετικά στοιχεία – ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Ντε Γκίντος μιλώντας με θέμα «Οι οικονομικές προοπτικές και η νομισματική πολιτική στη ζώνη του ευρώ» στην Μαδρίτη στις 10 Ιανουαρίου. Στην συνάντηση αυτή ο Λουίς Ντε Γκίντος επισήμανε τις «ανησυχίες σχετικά με τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των τραπεζικών κερδών εν μέσω αδύναμων προοπτικών ανάπτυξης, αυξημένων καθοδικών κινδύνων από την επιδείνωση της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού, χαμηλότερου όγκου χορηγήσεων και υψηλότερου κόστους χρηματοδότησης…». Όπως είπε οι άμεσοι και έμμεσοι δεσμοί μεταξύ των τραπεζών και του ελαφρώς ρυθμιζόμενου μη τραπεζικού χρηματοπιστωτικού τομέα, δηλαδή των επενδυτικών funds «ενέχουν επίσης κινδύνους για το χρηματοπιστωτικό σύστημα στο σύνολό του και υπογραμμίζουν την ανάγκη ενίσχυσης της μη τραπεζικής ανθεκτικότητας στο μέλλον…».

Δραστική μείωση της ρευστότητας εν όψη.

Αφού έκανε αυτές τις επισημάνεις για τους κινδύνους που συνδέονται με το τραπεζικό σύστημα «εξήγησε» τις κινήσεις που έχει υποχρεωθεί να κάνει η ΕΚΤ, αλλά κυρίως αυτές που είναι δεδομένο ότι πρόκειται να κάνει στο πλαίσιο της νομισματικής της πολιτικής.

Πάνω – πάνω στην λίστα των επισημάνσεών του ήταν η μείωση της διαθέσιμης ρευστότητας μέσω του ισολογισμού της ΕΚΤ.

Αποφασίσαμε είπε «να προωθήσουμε την εξομάλυνση του ισολογισμού μας» και διευκρίνισε τι εννοεί.

«Σκοπεύουμε να συνεχίσουμε να επανεπενδύουμε πλήρως τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων αποκτηθέντων στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (PEPP) κατά τη λήξη τους κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024…».

Όμως «κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2024, το χαρτοφυλάκιο PEPP θα μειωθεί κατά 7,5 δισεκατομμύρια ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο (σ.σ. στο χθεσινό σημείωμα ο δαίμονας του τυπογραφείου – με τον οποίο δικαιολογούμε συνήθως τις απροσεξίες μας – έβαλε στην θέση των 7,5 δις ευρώ το πολλαπλάσιο 30 δις ευρώ)». Και θύμισε ότι η ΕΚΤ έχει ήδη διακόψει «την επανεπένδυση των εξοφλήσεων στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (σ.σ. του ΑPP) τον Ιούλιο του 2023. Και αναμένουμε να διακόψουμε τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του PEPP από το 2025…».

Τι σημαίνει αυτό που περιέγραψε ως δεδομένες «κινήσεις» της ΕΚΤ; Σημαίνει ότι κατ’ αρχήν από τον Ιούνιο έως τον Δεκέμβριο φέτος η ΕΚΤ θα έχει μειώσει την διαθέσιμη ρευστότητα κατά 45 δις ευρώ.

Και στην συνέχεια δηλαδή σε 11 μήνες από σήμερα θα σταματήσει η επανεπένδυση του 1,7 τρις ευρώ του ισολογισμού και ότι «λήγει» στο χαρτοφυλάκιό της θα επιστρέφει ως κεφάλαιο στην ΕΚΤ και θα αφαιρείται από την διαθέσιμη ρευστότητα της αγοράς.

Με άλλα λόγια το τραπεζικό σύστημα αλλά και οι οικονομίες της Ευρωζώνης πρέπει να προετοιμασθούν για μία εντελώς νέα περίοδο με βασικό χαρακτηριστικό της όχι τόσο τις μεγάλες αλλαγές στο κόστος του χρήματος λόγω των αυξομειώσεων των επιτοκίων από την ΕΚΤ, αλλά λόγω της αυξανόμενης «σπανιότητας» των διαθέσιμων κεφαλαίων. Αφού ο μεγαλύτερος χρηματοδότης των τελευταίων ετών η ΕΚΤ αποσύρεται από την «αγορά» ομολόγων και μετατρέπεται σε «πωλητή» ομολόγων.

Αυτό θα συμβεί από τον Ιούνιο που έρχεται, στην διάρκεια του οποίου θα υπάρξει και άλλη μία «αφαίμαξη» ρευστότητας.

Όπως επισημάνθηκε στα χθεσινά Οικονοκλαστικά, τον Ιούνιο έχει προγραμματισθεί το κλείσιμο των προγραμμάτων TLTROs, ήτοι η επιστροφή από τις τράπεζες στην ΕΚΤ του υπολοίπου των δανείων – περίπου μισό τρις ευρώ – που είχαν πάρει με επιδοτούμενο επιτόκιο.

Να θυμίσουμε εδώ ότι όπως επισήμανε ο ο κ. ΝτεΓκίντος τον Ιούλιου του 2023 είχε ήδη κλείσει και το APP, ήτοι σταμάτησε η επανεπένδυση των ομολόγων που είχε αγοράσει η ΕΚΤ μέσω του APP.

Οι επενδυτές όπως είπε στην ομιλία του κάλυψαν το κενό που άφησε η απόσυρση της ΕΚΤ από το APP.

Αυτό που δεν είπε είναι ότι όταν έκλεισε το APP και αποσύρθηκε η ΕΚΤ από την επανεπένδυση των λήξεων που προέρχονταν από αυτό, παρέμενε ενεργή (η ΕΚΤ) ως αγοραστής μέσω της επανεπένδυσης των λήξεων του PEPP. Μια ματιά στις αυξημένες αγορές ομολόγων ιταλικών, γαλλικών και ισπανικών εκείνους τους μήνες κάνει πιο ξεκάθαρη την εικόνα της …προσαρμογής.

Τώρα όμως με το κλείσιμο του PEPP από την 1/1/2025 δηλαδή σε 11 μήνες δεν θα υπάρχει τίποτα να καλύψει την απόσυρση της ΕΚΤ.

Αυτό θα συμβεί σε ένα οικονομικό περιβάλλον που όπως το περιέγραψε ο κ. Ντε Γκίντος «τα εισερχόμενα στοιχεία δείχνουν ότι παραμένει αβέβαιο και οι προοπτικές γέρνουν προς τα κάτω…».

Άλλη μία ενδιαφέρουσα και αρκούντως προσεκτική παρατήρηση που έκανε ο κ. Ντε Γκίντος στην τοποθέτησή του, χωρίς να την συνδέσει με άμεσο τρόπο με τα γεγονότα στην Ερυθρά Θάλασσα και τις συνέπειές τους στις διεθνείς αλυσίδες τροφοδοσίας, ήταν ότι από την πλευρά της ΕΚΤ «η διαχείριση των διαταραχών από την πλευρά της προσφοράς είναι ιδιαίτερα δύσκολη με τη χρήση μέσων νομισματικής πολιτικής…».

Με άλλα λόγια μη περιμένετε και πολλά από την Φρανκφούρτη αν σκοτεινιάσει ο ουρανός περισσότερο στην Μέση Ανατολή. Με άλλα λόγια ακόμα και για τον κίνδυνο Bullwhip Effect μίλησε χωρίς να το ονοματίσει…

Ο κ. Ντε Γκίντος ήταν απολύτως σαφής για τα μέλλοντα να συμβούν.

Το ερώτημα είναι αν τα όσα «λέγονται» από στελέχη της ΕΚΤ όπως ο αντιπρόεδρός της, γίνονται επαρκώς αντιληπτά από τους αρμόδιους της οικονομικής πολιτικής.

Οικονομία Τελευταίες ειδήσεις