Κυριακή, 24 Νοε.
13oC Αθήνα

Γιατί οι Κεντρικοί Τραπεζίτες λένε τώρα στις κυβερνήσεις «είναι η ώρα να σφίξουμε (πάλι) το ζωνάρι»; – Τι πραγματικά συμβαίνει με πληθωρισμό, οικονομία και τράπεζες

Γιατί οι Κεντρικοί Τραπεζίτες λένε τώρα στις κυβερνήσεις «είναι η ώρα να σφίξουμε (πάλι) το ζωνάρι»; – Τι πραγματικά συμβαίνει με πληθωρισμό, οικονομία και τράπεζες

Η ανάγκη για μία «ερμηνευτική» μέθοδο ανάγνωσης των όσων θα ειπωθούν σήμερα από την κα Λαγκάρντ μετά το Συμβούλιο της ΕΚΤ στην Φρανκφούρτη, «έσπρωξε» τα Οικονοκλαστικά να καταφύγουν σε πρόσφατη ομιλία του κ. Agustín Carstens, επικεφαλής της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών BIS (της αποκαλούμενης Κεντρικής Τράπεζας των Κεντρικών Τραπεζών), στη Statistisch-Volkswirtschaftlichen Gesellschaft (SVG) στην Βασιλεία (22 Ιανουαρίου 2024).

Πάντα όταν ένας κεντρικός τραπεζίτης μιλάει σε «δικό του» περιβάλλον χρησιμοποιεί μια γλώσσα πολύ πιο άμεση και αληθινή από εκείνη που χρησιμοποιεί ενας κεντρικός τραπεζίτης, όπως η κα Λαγκάρντ -που τυχαίνει να είναι περισσότερο πολιτικός παρά τραπεζίτης- στο δημοσιογραφικό της ακροατήριο.

Το θέμα της ομιλίας του κ. Carstens «Που βρισκόμαστε στην πορεία προς την σταθερότητα των τιμών» είναι στην καρδιά των δηλώσεων που θα κάνει σήμερα η κα Λαγκάρντ, αλλά με περισσότερη σαφήνεια και … ειλικρίνεια. Και από αυτή την άποψη η τοποθέτησή του είναι σημαντικό βοήθημα στο να «ξεφλουδίσει» κανείς τις δηλώσεις Λαγκάρντ από τις κάθε είδους σκοπιμότητες.

  • Στο πρώτο σημείο παραθέσεων από την τοποθέτηση του κ. Carstens ξεκαθαρίζονται τα πράγματα για το τι ακριβώς έχει συμβεί και ποιοι είναι οι πραγματικοί κίνδυνοι με τον πληθωρισμό και την νομισματική πολιτική της Κεντρικής Τράπεζας.

«Η κύρια ανησυχία μου», ομολόγησε ο επικεφαλής της BIS, «είναι ότι οι ρυθμοί πληθωρισμού ενδέχεται να μην επιστρέψουν στα επίπεδα στόχου τόσο γρήγορα και τόσο σταθερά όσο αναμένουν οι περισσότεροι αναλυτές.

Όπως έχει ειπωθεί πολλές φορές, το τελευταίο μίλι θα μπορούσε ακόμα να είναι το δυσκολότερο.

Η αύξηση των τιμών των υπηρεσιών, ειδικότερα, μπορεί να συνεχίσει να είναι πολύ υψηλότερη από την αύξηση των τιμών των αγαθών για κάποιο χρονικό διάστημα. Οι τιμές των υπηρεσιών έναντι των αγαθών κατέρρευσαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Με βάση μια ενδεικτική άσκηση από το προσωπικό της BIS, η υψηλότερη αύξηση των τιμών των υπηρεσιών που απαιτείται για την αποκατάσταση των σχετικών τάσεων των τιμών πριν από την πανδημία θα συνεπαγόταν ρυθμούς πληθωρισμού περίπου 1 ποσοστιαία μονάδα πάνω από τους στόχους πληθωρισμού τα επόμενα τρία χρόνια.

Σε αυτό το πλαίσιο, ενώ οι κεντρικές τράπεζες έχουν κάνει τη δουλειά τους συσφίγγοντας τη νομισματική πολιτική και περιορίζοντας τη συνολική ζήτηση, δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο για τη δημοσιονομική πολιτική.

Τα δημοσιονομικά ελλείμματα, τα οποία δικαιολογημένα διευρύνθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19, δεν έχουν ακόμη επιστρέψει στα προ πανδημίας επίπεδα – τα οποία ήταν ήδη πολύ μεγάλα. Αυτό αυξάνει τη συνολική ζήτηση, γεγονός που δεν βοηθά, δεδομένου ότι οι ευρύτερες μακροοικονομικές συνθήκες είναι πιο ανθεκτικές από ό,τι αναμενόταν.

Επιπλέον είναι αρκετά λογικό να αναμένουμε ότι οι πραγματικοί μισθοί θα προσπαθήσουν να καλύψουν τη διαφορά. Εάν η παραγωγικότητα δεν ανακάμψει και αντ’ αυτού επιστρέψει μάλλον στις υποτονικές τάσεις πριν από την πανδημία, αυτό θα συνεπάγεται υψηλότερο κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος για ένα δεδομένο επίπεδο πληθωρισμού των μισθών, αυξάνοντας τον κίνδυνο περαιτέρω πιέσεων στις τιμές.

Οι ανοδικές πιέσεις στις τιμές θα μπορούσαν επίσης να επανεμφανιστούν εάν οι γεωπολιτικές εντάσεις συνεχίσουν να αυξάνονται, με αρνητικές επιπτώσεις στις αγορές βασικών εμπορευμάτων και στις παγκόσμιες εμπορικές ροές. Ο κίνδυνος αυτός απεικονίζεται έντονα από τις συνεχιζόμενες διαταραχές στην παγκόσμια ναυτιλία στην Ερυθρά Θάλασσα, οι οποίες οδήγησαν σε διπλασιασμό του κόστους μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων από τον Δεκέμβριο. Υπενθυμίζεται ότι η ανάκαμψη της συνολικής προσφοράς χάρη στην εξομάλυνση των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού συμβαδίζει με τον αποπληθωρισμό. Γενικότερα, τον Αύγουστο του 2022 στο Jackson Hole, μίλησα για μια σειρά κοσμικών δυνάμεων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε διαρθρωτικά υψηλότερες πληθωριστικές πιέσεις στο μέλλον. Πέραν της γεωπολιτικής η αποπαγκοσμιοποίηση και τα δημογραφικά στοιχεία περιορίζουν την ανταπόκριση της συνολικής προσφοράς στη συνολική ζήτηση. Αν μη τι άλλο, αυτές οι δυνάμεις έχουν ενταθεί από τότε.

Τέλος, ένας άλλος βασικός κίνδυνος για τις προοπτικές του πληθωρισμού είναι ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές μπορεί να αρχίσουν να τιμολογούν την απότομη και ταχύτερη νομισματική χαλάρωση από ό,τι δικαιολογείται. Καθώς τα μακροπρόθεσμα επιτόκια έχουν μειωθεί πρόσφατα, οι χρηματιστηριακοί δείκτες έχουν ανακάμψει, μερικοί από τους οποίους έφτασαν σε υψηλά όλων των εποχών. Οι τιμές των κατοικιών έχουν επίσης αυξηθεί και πάλι σε αρκετές οικονομίες και δεν απέχουν πολύ από τις κορυφές τους. Αυτό θα οδηγούσε σε πρόωρη χαλάρωση των χρηματοπιστωτικών συνθηκών που θα μπορούσε να αναζωπυρώσει τις πληθωριστικές πιέσεις.

Εκτός από τους κινδύνους για τον πληθωρισμό, πρέπει να εξετάσουμε την πιθανότητα ότι το σημερινό ήπιο κομμάτι της ανάπτυξης θα μπορούσε να συνεχιστεί, ή ακόμη και να ενταθεί. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, η νομισματική πολιτική λειτουργεί με χρονική υστέρηση. Επομένως, ο πλήρης αντίκτυπος των υψηλότερων επιτοκίων δεν έχει ακόμη γίνει αισθητός και μπορεί να αποδειχθεί ισχυρότερος από ό,τι αναμενόταν.

Τα κανάλια οικονομικής ενίσχυσης είναι ιδιαίτερα δύσκολο να προβλεφθούν. Σε αρκετές χώρες, οι δανειολήπτες έχουν προστατευθεί σε μεγάλο βαθμό μέχρι στιγμής από τις επιπτώσεις των υψηλότερων επιτοκίων λόγω των δανείων σταθερού επιτοκίου.

Ωστόσο, οι πιέσεις στους δανειολήπτες θα αυξηθούν όταν τα δάνεια ανατιμολογηθούν και το χρέος αναχρηματοδοτηθεί. Πράγματι, οι δανειολήπτες αντιμετωπίζουν ένα «τείχος ωριμότητας» τα επόμενα χρόνια. Ο αντίκτυπος στην κατανάλωση των νοικοκυριών και στα έσοδα των επιχειρήσεων θα μπορούσε να είναι ισχυρότερος από ό,τι αναμενόταν, θέτοντας ενδεχομένως σε κίνδυνο την οικονομική ανθεκτικότητα που έχουμε βιώσει μέχρι στιγμής.

Η δυσχέρεια των δανειοληπτών θα δημιουργήσει επίσης προκλήσεις για το χρηματοπιστωτικό σύστημα μέσω υψηλότερων ποσοστών παραβατικότητας, επιδεινώνοντας έτσι τους κινδύνους για τις οικονομικές προοπτικές.

Πράγματι, το ερώτημα δεν είναι αν θα υπάρξουν πιστωτικές ζημίες, αλλά μάλλον πόσο μεγάλες θα είναι και πόσο καλά θα μπορέσει να τις αντέξει το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Η χαμηλότερη ανάπτυξη θα μπορούσε να συμβάλει στην ταχύτερη μείωση του πληθωρισμού. Αλλά και αυτό θα μπορούσε να πάρει χρόνο. Εν τω μεταξύ, οι κεντρικές τράπεζες θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν πιέσεις για χαλάρωση της πολιτικής, ακόμη και πριν κερδηθεί αποφασιστικά η μάχη κατά του πληθωρισμού…».

  • Αφού ξεκαθάρισε το τοπίο για τις συνέπειες της νομισματικής πολιτικές στις νέες συνθήκες στράφηκε προς τις κυβερνήσεις και έριξε την πρώτη τροχιοδεικτική βολή.

«Όσον αφορά τη δημοσιονομική πολιτική, έχει έρθει η ώρα να σφίξουμε το ζωνάρι. Αυτό δεν είναι ένα νέο μήνυμα. Αλλά έχουμε φτάσει στο σημείο όπου η δημοσιονομική εξυγίανση είναι επιτακτική. Τα επίπεδα δημόσιου χρέους βρίσκονται σε επίπεδα ρεκόρ και τα δημοσιονομικά ελλείμματα παραμένουν υπερβολικά μεγάλα σε πολλές χώρες παρά την ανθεκτικότητα του οικονομικού κύκλου. Ελλείψει δημοσιονομικής εξυγίανσης και λαμβανομένων υπόψη των πιέσεων στις δαπάνες που συνδέονται με τη γήρανση του πληθυσμού, τα επίπεδα δημόσιου χρέους τόσο στις προηγμένες όσο και στις αναδυόμενες οικονομίες της αγοράς θα αυξηθούν εκθετικά, όπως απεικονίζεται στην ετήσια οικονομική έκθεση της BIS για το 2023.

Πρόσθετες δημοσιονομικές προκλήσεις προκύπτουν από τις ανάγκες δαπανών που σχετίζονται με τις γεωπολιτικές εντάσεις και την πράσινη μετάβαση, καθώς και από πιθανή αύξηση των πραγματικών επιτοκίων ισορροπίας. Συνεπώς, η μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της μακροοικονομικής σταθερότητας μεσοπρόθεσμα και θα στηρίξει επίσης τη συνεχιζόμενη διαδικασία μείωσης του πληθωρισμού.

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει επίσης να παραμείνουν σε εγρήγορση για πιθανούς κινδύνους χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Το υψηλό επίπεδο των επιτοκίων θα συνεχίσει να ασκεί πίεση στους δανειολήπτες. Και υπάρχει επίσης κίνδυνος δυσλειτουργίας της αγοράς, ειδικά εάν η ζήτηση για ρευστότητα αυξηθεί καθώς αυξάνονται τα προβληματικά δάνεια.

Μέχρι στιγμής, οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες έχουν αποδειχθεί εξαιρετικά ανθεκτικές, παρά τα επεισόδια που είδαμε στα τέλη του 2022 και στις αρχές του 2023 σε αρκετές προηγμένες οικονομίες.

Οι σημαντικές βελτιώσεις στην ικανότητα απορρόφησης ζημιών για τον τραπεζικό τομέα μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 διαδραμάτισαν σαφώς σημαντικό ρόλο στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας και βοήθησαν να διασφαλιστεί ότι η περίοδος τραπεζικών πιέσεων που είδαμε πέρυσι περιορίστηκε σε μικρό αριθμό ιδρυμάτων.

Η έγκαιρη και δυναμική ανάπτυξη ορισμένων εργαλείων διαχείρισης κρίσεων συνέβαλε επίσης στον περιορισμό των συστημικών κινδύνων. Αυτό περιελάμβανε ενέργειες από τις κεντρικές τράπεζες. Για παράδειγμα, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ καθιέρωσε το Bank Term Funding Program, προσφέροντας δάνεια σε τράπεζες που ενεχυριάζουν κρατικά χρεόγραφα που πληρούν τις προϋποθέσεις, αξίας ίσης και επομένως πάνω από την αγοραία αξία. Αυτό συμπλήρωσε τον δανεισμό μέσω του προεξοφλητικού παραθύρου της Federal Reserve. Στην Ελβετία, η κεντρική τράπεζα υποσχέθηκε σημαντική στήριξη ρευστότητας για να στηρίξει την επείγουσα εξαγορά της Credit Suisse.

Τούτου λεχθέντος, η εκπληκτικά έντονη δραστηριότητα και οι ισχυρές αγορές εργασίας, και ίσως ακόμη και η τύχη, έπαιξαν επίσης ρόλο. Καθώς η οικονομία ψύχεται, θα ήταν εφησυχασμός να βασιστούμε σε αυτό που θα συνεχίσει να συμβαίνει.

Είναι σημαντικό οι εποπτικές και ρυθμιστικές αρχές να είναι έτοιμες να αναλάβουν άμεση και προληπτική δράση για τη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής ανθεκτικότητας όταν εμφανίζονται ενδείξεις δυσχέρειας. Τέτοιες έγκαιρες δράσεις μπορούν να ελαχιστοποιήσουν την πιθανότητα να απαιτηθούν μέτρα έκτακτης ανάγκης, όπως αυτά που χρειάσθηκε να εφαρμοστούν τον Μάρτιο του 2023 (σ.σ. σε ΗΠΑ και Ελβετία)…».

Τάδε έφη Agustín Carstens στις 10 Ιανουαρίου. Και καλό είναι να τα έχουμε υπ’ όψη όταν ακούμε τους «πολιτικούς» κεντρικούς τραπεζίτες…

Οικονομία Τελευταίες ειδήσεις