Οι περίφημες ελληνοποιήσεις προϊόντων αποτελούν μία μάστιγα για την ελληνική οικονομία και αυτό τόσο διότι πλήττουν τους Έλληνες αγρότες, αλλά ταυτόχρονα στερούν σημαντικά έσοδα από το ελληνικό δημόσιο, κυρίως από την μη απόδοση ΦΠΑ και βέβαια από την φόρο εισοδήματος χάνεται.
Δεν είναι τυχαίο μάλιστα που στο πακέτο των αγροτικών διεκδικήσεων, το εν λόγω θέμα είναι ψηλά στην ατζέντα, ενώ και από το Μέγαρο Μαξίμου θεωρούν πως πρόκειται για ένα ιδιαίτερα σοβαρό ζήτημα. Ο πρωθυπουργός μάλιστα στην συνάντηση που είχε την αντιπροσωπεία των αγροτών την περασμένη Τρίτη (13.2.2024) υποσχέθηκε, όπως αναφέρουν οι σχετικές πληροφορίες να πράξει ότι είναι εφικτό προκειμένου να περιορίσει αυτή την μάστιγα. Βέβαια δεν είναι μόνο η ελληνική οικονομία που αντιμετωπίζει τέτοιου είδους φαινόμενα και πρακτικές.
Οι απάτες ΦΠΑ τύπου Carousel με την μεσολάβηση επιχείρησης φάντασμα που εισπράττει αλλά δεν αποδίδει τον Φόρο, είναι το πλέον σύνηθες φορολογικό αδίκημα στην ΕΕ. Σύμφωνα μάλιστα με τα στοιχεία της Europol σε ετήσια βάση υπάρχει απώλεια εσόδων πάνω από 50 δις ευρώ για τα Κράτη Μέλη.
Από ένα τέτοιο πάρτι δεν θα μπορούσε να λείπει η Ελλάδα. Πρόσφατα μάλιστα εξαρθρώθηκε ένα τέτοιο κύκλωμα, και τα πρόσωπα που συμμετείχαν σε αυτό μόνο άγνωστα δεν ήταν στο ευρύ κοινό.
Είχαν συνδέσει το όνομά τους με «χλιδάτη ζωή», «ακριβά αυτοκίνητα», «αγορές σε ακριβούς οίκους μόδας του εξωτερικού» … αλλά τελικά έπεσα στην τσιμπίδα των ελεγκτικών αρχών, αλλά μέχρι να συμβεί αυτό, το Ελληνικό Δημόσιο είχε απωλέσει εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ.
Εκτός από τον κλάδο των ηλεκτρονικών, που είναι ο «αγαπημένος» των εν λόγω κυκλωμάτων, παρατηρούνται ανάλογες περιπτώσει και στον κλάδο των τροφίμων, οι οποίες, εκτός της απάτης σε βάρος του δημοσίου, δημιουργούν και αθέμιτο ανταγωνισμό.
Αυτό σημαίνει ότι, πρώτον, το κράτος χάνει εκατοντάδες εκατομμύρια από ΦΠΑ που δεν αποδίδεται, και δεύτερον, οι εγχώριες και νόμιμες παραγωγικές επιχειρήσεις πλήττονται, με καταστροφικές συνέπειες όπως χαμένες θέσεις εργασίας.
Αντίστοιχα, όμως, πλήττονται και Έλληνες αγρότες, καθώς η απάτη αφορά και σε αγροτικά προϊόντα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την, ήδη ταλαιπωρημένη, πρωτογενή παραγωγή της χώρας μας.
Οι εν λόγω εταιρίες που συμμετέχουν σε τέτοια κυκλώματα, έχουν πλέον εδραιωθεί εδώ και χρόνια στην αγορά, αφού έχουν τοποθετήσει προϊόντα ακόμη και σε μεγάλες αλυσίδες, και έχουν έσοδα εκατοντάδων ή δεκάδων εκατομμυρίων σε βάρος νόμιμων επιχειρήσεων.
Πιο συγκεκριμένα, αυτές οι εταιρείες πραγματοποιούν ενδοκοινοτικές αποκτήσεις των αγαθών και διαθέτουν περαιτέρω το προϊόν στην Ελληνική αγορά σε εξαιρετικά χαμηλή τιμή, έχοντας υπεξαιρέσει το ποσό του οφειλόμενου ποσού Φ.Π.Α., καθώς τον έχουν εισπράξει από τους πελάτες, αλλά δεν τον έχουν καταβάλει ποτέ στο Ελληνικό Δημόσιο.
Αυτές οι εικονικές εταιρείες πωλούν τα αγαθά σε τιμές πολύ χαμηλότερες από τις εταιρείες, οι οποίες λειτουργούν σε πλήρη συμμόρφωση με το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο.
Στην Ελλάδα, υπολογίζεται ότι με τις κυκλικές απάτες τύπου «Carousel» σημειώνεται ετήσια απώλεια δημοσίων εσόδων ύψους άνω των 6 δισεκατομμυρίων ευρώ, αν και όπως αναφέρουν παράγοντες της αγοράς και στελέχη των ελεγκτικών αρχών, είναι αδύνατον να υπολογιστεί ακριβώς η ζημία για το ελληνικό κράτος. Είναι, άλλωστε, γνωστό στις Αρχές πως η απάτη τέτοιου τύπου είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες, που η χώρα μας έχει ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά εισπραξιμότητας Φ.Π.Α. (Κενό ΦΠΑ).
Από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα των εν λόγω εμπορευόμενων προϊόντων είναι τα δημητριακά, η ζάχαρη, ζωοτροφές, άλευρα και λάδια (και άλλα) με φορτηγά και βυτία από γειτονικές χώρες της Ε.Ε., όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία.
Ένας εύκολος τρόπος προκειμένου να διαπιστώσει και να αποκαλύψει κανείς το μέγεθος των «ελληνοποιήσεων» είναι η μελέτη των επίσης στατιστικών στοιχείων για το ενδοκοινοτικό εμπόριο και ανακαλύψει ότι διαφορετικά στοιχεία από κάθε χώρα!
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που επιβεβαιώνουν τα παραπάνω, είναι ότι στα επίσημα δηλωθέντα στοιχεία με τις εισαγωγές της Ελλάδα από την Βουλγαρία και των εξαγωγών της Βουλγαρίας προς την Ελλάδα, υπάρχει πλήρης αναντιστοιχία.
Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι στοιχεία αυτά αφορούν μόνο τη δασμολογικά κλάση του ηλιελαίου ραφινέ. Ανάλογα με το έτος, φαίνεται πως ελληνικές εταιρίες «αποκρύπτουν» εισαγωγές από 42% έως 62,5%, και πρόκειται για τεράστιες ποσότητες.
Για παράδειγμα το 2017 η Ελλάδα δήλωσε εισαγωγές 21.192 τόνους και η Βουλγαρία, αντίστοιχα εξαγωγές προς Ελλάδα, 48.067 τόνους για την ίδια χρονιά και το ίδιο προϊόν.
Πρόκειται για διαφορά 26.875 τόνων που μεταφράζεται σε περίπου 1.280 φορτία, δηλαδή γύρω στα 5 αδήλωτα φορτηγά την ημέρα. Και αν αυτό συμβαίνει σε ένα προϊόν αντιλαμβάνεται κανείς τι συμβαίνει με τα υπόλοιπα και πόσο σοβαρό είναι το θέμα των ελληνοποιήσεων.