Τρίτη, 26 Νοε.
15oC Αθήνα

Βασίλης Παπακωνσταντίνου: Η πολιορκία στην Ελένη Ράντου και η παρολίγον «πόρτα» σε συναυλία του

Βασίλης Παπακωνσταντίνου: Η πολιορκία στην Ελένη Ράντου και η παρολίγον «πόρτα» σε συναυλία του

Μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη στον Μάνο Νιφλή και στο One παραχώρησε ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, αποκαλύπτοντας πως… του άρεσε όπως έπαιζε η Ελένη Ράντου και πως ένας φύλακας λίγο έλειψε να τον αφήσει εκτός από συναυλία του γιατί είχε…. «εντολή από τον κ. Παπακωνσταντίνου».

Περιγράφοντας πως ερωτεύτηκε τη σύζυγό του, Ελένη Ράντου, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου είπε ότι για να ερωτευτεί, πρέπει να θαυμάσει. Και εκείνη, τη θαύμαζε…

«Την είχα δει σε μία εκπομπή και λέω: “κοίτα τι ωραία που παίζει». Εγώ για να ερωτευτώ κάτι πρέπει να το θαυμάζω. Σύχναζε σε ένα μπαρ που εγώ πήγαινα με τον κιθαρίστα μου συνέχεια και την κοίταζα, δεν της είχα μιλήσει.

Επειδή ντρεπόμουν έβαζα τον κιθαρίστα και έπαιρνε τηλέφωνο αυτόν που είχε το μαγαζί να δει αν ήταν εκεί. Κάποια στιγμή την πολιορκούσα αλλά δεν έπεφτε. Τελικά έπεσε», είπε ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου για την Ελένη Ράντου και την γνωριμία τους.

«Δεν είχε σημασία που ήμουν μεγάλο όνομα, ακόμα μου κάνει την πιο αυστηρή κριτική πάντα. Ήμασταν δύο χρόνια μαζί και αποφασίσαμε να παντρευτούμε, έτσι απλά. Δεν έκανα πρόταση γάμου κλασικά, είπαμε να πάμε να παντρευτούμε και παντρευτήκαμε. Μετά ήρθε η Νικολέτα και τρελάθηκα πραγματικά, είχα τη δική μου κόρη», συμπλήρωσε ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου.

  

  

Αναφερόμενος στο ξεκίνημά του και αφού είπε ότι είχε από… μικρός το ψώνιο και ανέβαινε σε μια συκιά για να τραγουδά, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου θυμήθηκε στις μέρες και τις νύχτες στις «Κάψες».

«Παίζαμε με το συγκρότημα σε μαγαζιά και night club αλλά εκεί δεν είχε λεφτά. Τα πρώτα χρήματα ήρθαν όταν παράτησα την ροκ ξένη μουσική. Ήρθαν από τα ακούσματα του Θεοδωράκη, του Χατζηδάκι, του Σαββόπουλου του Σπανού. Ήταν αριστερές οι καταβολές μου και το νέο κύμα μου έμοιαζε πολύ πιο οικείο.

Μπορούσα να εκφραστώ στην γλώσσα μου, διότι τραγουδούσα αγγλικά Πελοποννήσου. Κατέβηκα στην Πλάκα, πήγα στην μπουάτ του Γιάννη του Αργύρη, που τον θεωρώ και πρωτοδάσκαλο. Του τραγούδησα και μου είπε: “Ωραία είναι αλλά να μη φωνάζεις τόσο πολύ”, διότι εγώ “τα έχωνα”. Τραγουδούσα και σε μία μπουάτ, “Ξαστεριά” την έλεγαν, και την έκλεισε η Χούντα το 1967.

Μετά πήγα φαντάρος και όταν απολύθηκα δεν μπορούσα να τραγουδήσω Θεοδωράκη. Είχα έναν φίλο από τον στρατό και αυτός ζούσε στην Γερμανία. Και μου λέει “Πάμε ρε Βασίλη έξω. Τι θα κάνεις εδώ πέρα;”.

Δεν είχαμε λεφτά για να βγάλουμε εισιτήρια και θεώρησα καλό να πάω σε ένα μαγαζί που θα έπαιρνα και λεφτά. Έτσι βρέθηκαν οι Κάψες. Ήταν ένα μαγαζί πολύ περίεργο για εμένα.

Εκεί είχα μεγάλη επιτυχία, μάλλον γιατί δεν έμοιαζα του χώρου αυτού και ήθελαν όλοι να με προστατεύσουν. “Μπράβο Βασιλάκη” μου έλεγαν. Στις Κάψες τραγούδαγα και τα λαϊκά της εποχής, όπως το “Γεννήθηκες για την καταστροφή”. Με είχαν συμπαθήσει τόσο πολύ γιατί στα ζεϊμπέκικα που τους έλεγα, είχαν πιει και όπως χορεύανε πήγαιναν να πέσουν. Τότε εγώ τους έλεγα “άμυνα”. “Ευχαριστώ Βασιλάκη” μου λέγανε».

  

Η «πόρτα» στη… συναυλία του!

Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου αφηγήθηκε και μια αστεία ιστορία, όταν σε μια συναυλία του στα Γιάννενα, ένας φύλακας παραλίγο να μην τον αφήσει να μπει!

«Πάμε με το αυτοκίνητο να μπούμε από την πόρτα που είχαμε βάλει τα μηχανήματα. Ήταν εκεί ο φύλακας και μου λέει: “Δεν μπαίνει κανείς. Ακούστε κύριε έχω διαταγή από τον κ. Παπακωνσταντίνου προσωπικά να μην περάσει κανείς από εδώ”.

  

Πιο πέρα ήταν η είσοδος του κόσμου. Με πήραν χαμπάρι και τρέχουν προς το αυτοκίνητο. Πολύ κόσμος. Και λέω στον φύλακα: “Άνοιξε βρε έρχονται”. “Σας είπα κύριε, έχω διαταγή από τον κ. Παπακωνσταντίνου προσωπικά” μου ξαναλέει. “Εγώ είμαι” του λέω και τελικά άνοιξε και μπήκα» είπε.

Lifestyle Τελευταίες ειδήσεις