Οι φιλόδοξοι στόχοι για το κλίμα και ενέργεια που έχουν τεθεί ήδη από την Κομισιόν και τα κράτη-μέλη καλούν για τεράστιες επενδύσεις στα χρόνια και τις δεκαετίες που θα ακολουθήσουν.
Στα πλαίσια αυτά, ο γενικός διευθυντής κλιματικής δράσης της Κομισιόν, Κουρτ Βάντερμπεργκε, δήλωσε προ ημερών ότι υπάρχει ένα κενό ύψους 406 δισ. ευρώ ετησίως, το οποίο πρέπει να καλυφθεί για την επίτευξη των στόχων ώστε να πέσουν οι εκπομπές CO2 κατά 55% ως το 2030 σε σχέση με το 1990.
Σε ειδική έκθεση που παρουσίασε ο ίδιος τονίζεται ότι οι εκπομπές πρέπει να πέσουν με ρυθμό τριπλάσιο από ότι τα τελευταία 10-15 χρόνια.
Ως εκ τούτου, «η νέα Κομισιόν θα είναι μια Κομισιόν επενδύσεων», τόνισε. «Χρειαζόμαστε ένα νέο σχέδιο Γιούνκερ, αλλά ακόμα μεγαλύτερο».
Ο Βάντερμπεργκε εκτιμά ότι υπάρχει άφθονη επενδυτική όρεξη αν κρίνει κανείς από το γεγονός ότι στο ευρωπαϊκό Ταμείο Καινοτομίας το ενδιαφέρον είναι εξαπλάσιο της διαθεσιμότητας των κεφαλαίων.
Σημαντικό μέρος των νέων χρημάτων που απαιτούνται υπολογίζεται ότι θα προέλθει από τον περιορισμό των ενεργειακών εισαγωγών της Ευρώπης, οι οποίες έφτασαν πέρυσι τα 385 δισ. ευρώ. Καθώς οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας επεκτείνονται διαρκώς, ρίχνουν τις ανάγκες για εισαγόμενο φυσικό αέριο και πετρέλαιο, άρα εξοικονομούνται χρήματα.
Ερώτημα αποτελεί, σύμφωνα με το Euractiv, το κατά πόσο θα μπορέσει να ταιριάξει το νέο επενδυτικό σχέδιο με τους αυστηρότερους δημοσιονομικούς κανόνες που έχουν υιοθετηθεί ήδη.
Πάντως, τα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα που κατέθεσαν πέρυσι τα κράτη-μέλη είναι συμβατά με το δημοσιονομικό πλαίσιο, άρα υπάρχει μια βάση για τη συνέχεια.
Τέλος, οι Βρυξέλλες εμφανίζονται πρόθυμες να δείξουν διαλλακτικότητα σε ότι έχει να κάνει με τις κρατικές ενισχύσεις, πράγμα που ήδη είναι εμφανές στις αποφάσεις που λαμβάνονται.
Η νέα Κομισιόν, όποια και αν είναι η σύνθεσή της, γνωρίζει καλά ότι πρέπει να προστατεύσει την ανταγωνιστικότητα των βιομηχανιών της Ε.Ε.