Μάχη για την ανάσταση της στεγαστικής πίστης και τη λύση στο στεγαστικό ζήτημα που αντιμετωπίζει η χώρα, όπως και όλη η Ευρώπη, δίνουν κυβέρνηση, Τράπεζα της Ελλάδος και τράπεζες. Μετά την ανταπόκριση που είχε το πρόγραμμα «Σπίτι μου» για την απόκτηση στέγης από νέους έως 39 ετών (το πρόγραμμα ολοκληρώθηκε τον Σεπτέμβριο 2023 και μέσω αυτού διοχετεύθηκαν στην αγορά 1 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 750 εκατ. ευρώ από τα ταμειακά διαθέσιμα της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης και το υπόλοιπο από τις τράπεζες), αλλά και την υψηλή ζήτηση που δεν ικανοποιήθηκε στο πλαίσιο του προϋπολογισμού του προγράμματος, η κυβέρνηση εξετάζει ένα νέο «Σπίτι μου».
Από την πλευρά της, η ΤτΕ αύξησε τα όρια χρηματοδότησης για απόκτησης στέγης με τραπεζικό δανεισμό, στο 90% της αξίας του ακινήτου για νέους δανειολήπτες και στο 80% για δανειολήπτες που έχουν πάρει και στο παρελθόν δάνειο. Τα όρια αυτά θα ισχύσουν επισήμως από 1/1/2025, όμως ήδη εφαρμόζονται από κάποιες τράπεζες.
Μάλιστα, η Εθνική Τράπεζα έσπευσε να απευθύνει προσκλητήριο δανεισμού στους νέους δανειολήπτες έως 45 ετών για την απόκτηση ιδιόκτητης στέγης, με ίδια συμμετοχή από μόλις 10% της εμπορικής αξίας του ακινήτου και με προνομιακά επιτόκια. Την Εθνική, θα ακολουθήσουν και οι υπόλοιπες τράπεζες, αφού κοινός στόχος είναι να ξεβαλτώσει η στεγαστική πίστη.
Σημειώνεται ότι οι τράπεζες βλέπουν το πρόβλημα της στέγασης παράλληλα με το πρόβλημα του δημογραφικού. Στο πλαίσιο αυτό, η Eurobank η οποία εδώ και χρόνια αναπτύσσει δράσεις για την αντιμετώπιση της πρόκλησης του δημογραφικού, ανακοίνωσε ότι διευρύνει τις πρωτοβουλίες της, διευκολύνοντας την αγορά, ανέγερση, επισκευή/ανακαίνιση ιδιόκτητης στέγης για οικογένειες που έχουν τουλάχιστον 3 παιδιά και διαμένουν σε περιοχές της Ανατολικής ακριτικής Ελλάδας (μόνιμοι κάτοικοι Έβρου, Λήμνου, Λέσβου, Χίου, Σάμου, Ικαρίας, Καλύμνου, Κω, Καρπάθου, Ρόδου έως και το Καστελόριζο).
Το νέο, ειδικά σχεδιασμένο, στεγαστικό δάνειο της Eurobank παρέχεται με ιδιαίτερα προνομιακούς όρους: σταθερό επιτόκιο 1% για όλη τη διάρκεια του δανείου που φτάνει έως 40 έτη, χρηματοδότηση έως το 90% της εμπορικής αξίας του ακινήτου για δανειολήπτες που δεν έχουν ήδη λάβει στεγαστικό δάνειο, ενώ σε περιπτώσεις ανέγερσης και επισκευής/ανακαίνισης η χρηματοδότηση μπορεί να ανέλθει έως το 100% του κόστους εργασιών.
Πέρυσι, παρά τα δάνεια μέσω του προγράμματος «Σπίτι μου» που έδωσαν ώθηση στην αγορά με νέες εκταμιεύσεις 250 εκατ. ευρώ, η ζήτηση για στεγαστικά ήταν μικρότερη από αυτήν για καταναλωτικά δάνεια. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Έκθεσης του Διοικητή της ΤτΕ για το 2023, ενώ ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης των καταναλωτικών δανείων επιταχύνθηκε σε 2% από 0,7% το 2022, ο μέσος ετήσιος ρυθμός συρρίκνωσης των δανείων για αγορά κατοικίας έγινε εντονότερος και διαμορφώθηκε σε -3,7% από -3,1% το 2022. Τα μηνιαία υπόλοιπα των καταναλωτικών δανείων αυξήθηκαν, κατά μέσο όρο, στα 108 εκατ. ευρώ, από 98 εκατ. το 2022, ενώ η αντίστοιχη ροή των δανείων για αγορά κατοικίας κινήθηκε στα 99 εκατ. ευρώ από 101 εκατ. το 2022.
Οι συνολικές εκταμιεύσεις δανείων με εξασφάλιση οικιστικό ακίνητο ανήλθαν το 2023 σε 1,004 δισ. ευρώ, μειωμένες κατά 9,5% σε σχέση με το 2022 (1,109 δισ. ευρώ), και υπεγράφησαν 14.621 νέες δανειακές συμβάσεις, σύμφωνα με την Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της ΤτΕ. Παράλληλα με τη συνολική μείωση των νέων στεγαστικών δανείων, το 2023 μειώθηκε και η μέση εκταμίευση δανείου, η οποία ανήλθε σε 68,7 χιλ. ευρώ, έναντι 78,8 χιλ. ευρώ το 2022.
Η ίδια εικόνα, στασιμότητας για τα στεγαστικά δάνεια (και αύξησης για τα καταναλωτικά), συνεχίστηκε και τους πρώτους μήνες του 2024, με τα στοιχεία της ΤτΕ να δείχνουν μείωση των στεγαστικών υπολοίπων σε 27,874 δις. ευρώ τον Ιανουάριο του 2024 (από 28,082 δις. τον Δεκέμβριο 2023 και 29,380 δις. τον Δεκέμβριο 2022), 27,317 δις. τον Φεβρουάριο, 27,223 δις. τον Μάρτιο και 27,127 δις. ευρώ τον Απρίλιο.
Αρμόδια στελέχη τραπεζών εκτιμούν ότι οι νέες καθαρές εκταμιεύσεις στεγαστικών δανείων το 2024 δεν θα απέχουν πολύ από τα επίπεδα του 2023 και αναμένουν ότι θα κινηθούν γύρω στο 1,5 δις. ευρώ. Σημειώνεται ότι την χρυσή περίοδο για την στεγαστική πίστη, το 2005 – 2007, οι τράπεζες εκταμίευαν στεγαστικά 1 δις. ευρώ τον μήνα.
Όπως αναφέρουν, η πολύ χαμηλή ζήτηση που παρατηρείται για στεγαστικά δάνεια οφείλεται αφενός στα επιτόκια που είναι υψηλά μετά τις αυξήσεις επιτοκίων της ΕΚΤ, αλλά και στο γεγονός ότι οι αγορές σπιτιών χρηματοδοτούνται σε μεγαλύτερο ποσοστό με ίδια κεφάλαια των αγοραστών και λιγότερο με τραπεζικό δανεισμό.
Ειδικότερα, πολύ μικρό ποσοστό (10% – 15%) των αγορών κατοικιών γίνεται με τραπεζικό δανεισμό, όταν παλαιότερα το ποσοστό αυτό ανερχόταν σε 40%. Η διαπίστωση αυτή συνδέεται από τις τράπεζες με την εκτεταμένη φοροδιαφυγή, η οποία επιτρέπει σε πολύ χρήμα να μένει εκτός τραπεζικού συστήματος, ενώ αποτρέπει παράλληλα σημαντική μερίδα υποψήφιων δανειοληπτών να εμφανιστούν στις τράπεζες για να ζητήσουν δάνειο, καθώς η λήψη του δεν θα δικαιολογούνταν από τα εισοδήματα που δηλώνουν.