Η εκλογή των Εργατικών υπό τον Κιρ Στάρμερ στις βουλευτικές εκλογές χθες (04.07.24) στην Βρετανία μπορεί να φέρουν μια αλλαγή στην πολιτική της χώρας τόσο στην εσωτερική, όσο και στην εξωτερική οικονομική πολιτικής της χώρας.
Πρόσφατο ενημερωτικό σημείωμα το γραφείου οικονομικών και εμπορικών υποθέσεων της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο αναφέρει πως προεκλογικά ήταν έντονες οι συζητήσεις στο εσωτερικό της Βρετανίας σχετικά με την πολιτική που θα ακολουθήσει το κόμμα του Κιρ Στάρμερ, εάν ανέλθει στην εξουσία, ιδιαίτερα στις σχέσεις του με την ΕΕ στον τομέα της εμπορικής πολιτικής.
Σχέσεις με Ευρωπαϊκή Ένωση
Σύμφωνα με τους αναλυτές, ο Κιρ Στάρμερ, ηγέτης των Εργατικών, εάν γίνει Πρωθυπουργός, θα επιδιώξει μια στενότερη εμπορική σχέση με τις Βρυξέλλες, χωρίς, όμως, να σκοπεύει να παραβεί τις τρεις «κόκκινες» γραμμές του.
Συγκεκριμένα, το ενδεχόμενο επανένταξης του Ηνωμένο Βασίλειο στην ενιαία αγορά, στην τελωνειακή ένωση και στην υιοθέτηση της αρχής της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων αποκλείονται από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων (σ.σ. αν και οι Εργατικοί ήταν σύσσωμοι υπέρ της παραμονής της χώρας στην ΕΕ κατά το δημοψήφισμα του 2015).
Ο ίδιος επιθυμεί τη διατήρηση της αυτονομίας του Ηνωμένου Βασίλειου σε βασικούς τομείς πολιτικής, όπως η μετανάστευση, η ρύθμιση των υπηρεσιών και οι εμπορικές σχέσεις με τρίτες χώρες.
Από την άλλη πλευρά, ο ηγέτης των Εργατικών έχει επισημάνει την ανάγκη μεταρρυθμίσεων σε τρεις βασικούς τομείς πολιτικής:
- μια νέα κτηνιατρική συμφωνία (veterinary agreement) για τη διευκόλυνση των εμπορικών ροών στα τρόφιμα,
- την αμοιβαία αναγνώριση προσόντων για νομοθετικά κατοχυρωμένα επαγγέλματα, με στόχο την εξάσκηση του επαγγέλματος τόσο στην ΕΕ όσο και στο ΗΒ και
- τις ρυθμίσεις για βραχυπρόθεσμες επισκέψεις Βρετανών μουσικών και λοιπών καλλιτεχνών στην ΕΕ για την πραγματοποίηση παραστάσεων.
Συγκεκριμένα: Ως προς μια πιθανή κτηνιατρική συμφωνία με την ΕΕ, είναι προφανές ότι αυτή θα μπορούσε να μειώσει ή να καταργήσει την υποχρέωση υγειονομικών και φυτοϋγειονομικών ελέγχων (SPS) για τα τρόφιμα και τα γεωργικά προϊόντα και, ως εκ τούτου, να μειώσει αισθητά τη γραφειοκρατία και να διευκολύνει το εμπόριο τροφίμων.
Υπενθυμίζεται ότι η βρετανική κυβέρνηση πρόσφατα εισήγαγε το νέο καθεστώς τελωνειακών ελέγχων (ΒΤΟΜ), όπου το εκτιμώμενο ετήσιο κόστος των ελέγχων υπολογίζεται σύμφωνα με την κυβέρνηση σε 330 εκατ. λίρες και σύμφωνα με τη βιομηχανία σε 3 δις λίρες.
Ομοίως, μια ενδεχόμενη κτηνιατρική συμφωνία θα μπορούσε να καταργήσει τους ελέγχους στα τρόφιμα στα θαλάσσια σύνορα μεταξύ της Μεγάλης Βρετανίας και της Β. Ιρλανδίας, καθώς η
Ιρλανδία εξακολουθεί να ακολουθεί τους Κανονισμούς της ΕΕ, σύμφωνα με το Πρωτόκολλο Windsor.
Ωστόσο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών, θα ήταν σκόπιμο όπως μια μελλοντική κυβέρνηση των εργατικών επιδιώξει μια πιο φιλόδοξη εμπορική πολιτική αγαθών με την ΕΕ αντί να περιοριστεί σε μια κτηνιατρική συμφωνία για τη διευκόλυνση μόνο των εισαγωγών τροφίμων.
Οι μεταποιητικοί κλάδοι, όπου το Ηνωμένο Βασίλειο διατηρεί ισχυρά πλεονεκτήματα, όπως τα χημικά και φαρμακευτικά προϊόντα και τα ιατρικά μηχανήματα, θα μπορούσαν να επωφεληθούν εξίσου από τον περιορισμό των μη δασμολογικών φραγμών.
Μια τέτοια συμφωνία δεν θα εξάλειφε το κόστος του Brexit, ωστόσο θα παρείχε σημαντική ανακούφιση, σεβόμενη παράλληλα τις «ερυθρές» γραμμές των Εργατικών και την ψήφο του Brexit.
Φορολογία
Στο φορολογικό πεδίο, το Εργατικό Κόμμα δηλώνει ότι δεν σκοπεύει να αυξήσει τους φόρους πέραν των ήδη ανακοινωθέντων μέτρων, τα οποία περιλαμβάνουν την επέκταση του έκτακτου φόρου στα υπερκέρδη των εταιριών ενέργειας, την επιβολή ΦΠΑ στα δίδακτρα των ιδιωτικών σχολείων και την κατάλληλη φορολόγηση των bonus των ιδιωτικών κεφαλαίων. Επίσης, δεν αναμένονται αυξήσεις στον φόρο εισοδήματος ή στην εθνική ασφάλιση.
Τέλος, το Εργατικό Κόμμα αποκλείει την ανακοίνωση ενός νέου προϋπολογισμού άμεσα, τοποθετώντας τον χρονικά περί τα μέσα Σεπτεμβρίου. Σημειώνεται ότι, το Ινστιτούτο Δημοσιονομικών Μελετών του Ηνωμένου Βασιλείου υποστηρίζει ότι η επόμενη κυβέρνηση πρέπει ουσιαστικά να επιλέξει μεταξύ διαφορετικών δημοσιονομικών μέτρων όπως οι περικοπές δαπανών, οι αυξήσεις φόρων ή η αύξηση του δανεισμού για την κάλυψη των σημερινών δημοσιονομικών κενών.
Επιχειρήσεις
Στο επιχειρηματικό μέτωπο, το Εργατικό Κόμμα έλαβε για πρώτη φορά τη στήριξη 120 επιχειρήσεων σε επιστολή που απέστειλαν στη βρετανική εφημερίδα «Times».
Οι επιχειρηματικοί ηγέτες υπερθεμάτισαν στις προεκλογικές υποσχέσεις του Εργατικού Κόμματος για αποκατάσταση της σταθερότητας, ενώ επέκριναν τη διαχείριση της οικονομίας από τους Συντηρητικούς, η οποία χαρακτηρίστηκε από «αστάθεια, στασιμότητα και απουσία μακροπρόθεσμης στρατηγικής».
Μεταξύ των υπογραφόντων την επιστολή περιλαμβάνονται πρώην υψηλόβαθμα στελέχη, όπως ο πρώην CEO της Aston Martin, Andy Palmer, ο πρώην CEO του αεροδρομίου Heathrow, John Holland-Kaye, ο πρώην Αντιπρόεδρος της JP Morgan Cazenove, Charles Harman, ο πρώην Πρόεδρος της Tesco Bank, Benny Higgins, καθώς και ο πρώην Πρόεδρος της Atom Bank, Mark Mullen.
Επισημαίνεται, ωστόσο, η απουσία συνυπογραφής της επιστολής από ισχυρά επιχειρηματικά ονόματα σε τρέχουσες υψηλόβαθμες θέσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς φαίνεται να μην επιθυμούν την εμπλοκή τους σε κομματικές πολιτικές.
Από τους υπογράφοντες μόνο ο Andrew Higginson, διατηρεί την τρέχουσα θέση του ως Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της αλυσίδας JD Sports, η οποία υπάγεται μεταξύ των 100 μεγαλύτερων εισηγμένων στο χρηματιστήριο του Λονδίνου εταιριών (FTSE 100).
Από τις υπόλοιπες 99 εταιρίες του FTSE 100, 34 δήλωσαν ότι δεν υποστηρίζουν κανένα κόμμα, επικαλούμενες πολιτική ουδετερότητα, ενώ 24 αρνήθηκαν να σχολιάσουν. Μεταξύ των 34 περιλαμβάνονται οι AstraZeneca, BAE Systems, British American Tobacco, Experian και Persimmon αλλά και οι BT Group, Unilever και Rolls-Royce, οι διευθύνοντες σύμβουλοι των οποίων είναι μέλη του επιχειρηματικού συμβουλίου του νυν β/ΠΘ Rishi Sunak.