Διαξιφισμοί επικράτησαν σήμερα, Παρασκευή (02.08.24) στη Βουλή, κατά τη συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, όπου στο επίκεντρο βρέθηκε το πόρισμα του Άρειου Πάγου για τις υποκλοπές.
Οι βουλευτές της συμπολίτευσης απέρριψαν τα αιτήματα που είχαν υποβάλει τα κόμματα της αντιπολίτευσης (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ, Νέα Αριστερά, Πλεύση Ελευθερίας, «Νίκη»,) μετά το πόρισμα του Αρείου Πάγου για την υπόθεση των υποκλοπών.
Η αντιπολίτευση είχε ζητήσει να διαβιβαστεί το πόρισμα και η πράξη αρχειοθέτησης και να κληθούν η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Γεωργία Αδειλίνη και ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Αχιλλέας Ζήσης, που διενήργησε την προκαταρκτική έρευνα.
Κατά της αποδοχής των αιτημάτων τάχθηκαν οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας. Υπέρ της αποδοχής των αιτημάτων τάχθηκαν, με την ψήφο τους, τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Στη συζήτηση που προηγήθηκε ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας Θάνος Πλεύρης χαρακτήρισε «προδήλως αντισυνταγματικό» το αίτημα που έχει υποβληθεί από την αντιπολίτευση και εξέφρασε τη λύπη του για όσους το έχουν υπογράψει, αν και διακονούν τη δικαστική επιστήμη.
Ανέφερε επίσης ότι υπάρχει διαδικασία και, αν κάποιος θεωρεί ότι θίγεται από την εισαγγελική διάταξη, μπορεί να προσκομίσει νέα στοιχεία και να τα αξιολογήσει η Εισαγγελία.
«Δεν μπορούμε όμως να βάζουμε την Εισαγγελία για λόγους εντυπωσιασμού και εκβιασμού της Δικαιοσύνης σε αυτή τη διαδικασία», είπε ο βουλευτής της ΝΔ και προσέθεσε ότι η κλήση της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου σε θέματα που σχετίζονται με προκαταρκτική έρευνα την οποία διενήργησε ο Άρειος Πάγος, αντίκειται στη διάκριση των εξουσιών και αν υιοθετούνταν το σχετικό αίτημα, θα ήταν σαν η Βουλή να βρίσκεται πάνω από τη δικαστική εξουσία.
Σε σχέση με το αίτημα να διαβιβαστεί το πόρισμα της προκαταρκτικής εξέτασης, ο Θάνος Πλεύρης είπε ότι πρόκειται για ανοιχτή ποινική δίκη και ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας ορίζει ότι πρόσβαση στον φάκελο της δικογραφίας έχουν μόνο αποκλειστικά και μόνο όσοι είναι διάδικοι στη δίκη.
Στο ίδιο κλίμα, ο γενικός γραμματέας της Κ.Ο της ΝΔ, Σταύρος Καλαφάτης, τόνισε ότι πρέπει η Βουλή να διασφαλίσει τη διάκριση των εξουσιών, «διαφορετικά αν επικρατήσει η άποψη -κατά παράβαση του Συντάγματος- να έρχονται δικαστικοί λειτουργοί να λογοδοτούν, πάμε σε άλλες εποχές». «Δίνεται η εντύπωση ότι πάμε για θεσμικό ολίσθημα, εντός και εκτός αιθούσης, και ότι επιχειρείται ένας τρόπος τρομοκράτησης δικαστικών λειτουργών. Το να επιτιθέμεθα στη Δικαιοσύνη είναι πολιτικά και θεσμικά ανεπίτρεπτο και αν το αφήσουμε να συμβεί, πάμε σε άλλες ατραπούς. Εμείς δεν κρίνουμε, δεν είναι δικιά μας δουλειά να το κάνουμε. Υπάρχουν δικαστικές διαδικασίες που μπορούν να αξιολογηθούν οι αποφάσεις της Δικαιοσύνης», ανέφερε ο κ. Καλαφάτης.
Η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Θεοδώρα Τζάκρη είπε ότι η κλήση σε ακρόαση των δύο εισαγγελικών λειτουργών δεν προσκρούει στην αρχή της διάκρισης των εξουσιών, αφού αφενός αφορά στη διαφάνεια της δικαστικής λειτουργίας και τη γενική αρμοδιότητα της Βουλής να επιβλέπει όλους τους θεσμούς του κράτους και αφετέρου δεν κατατείνει στην αλλοίωση της δικαστικής κρίσης ή σε παρέμβαση σε αυτήν, δεδομένου πως ούτε εκκρεμής δικαστική διαδικασία υφίσταται αλλά ούτε και τελεσίδική δικαστική απόφασή η βούλευμα δικαστικού συμβουλίου υπάρχει. «Ο ελληνικός λαός και εμείς ως εκλεγμένοι εκπρόσωποί του, έχουμε δικαίωμα, σύμφωνα με το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ, να λάβουμε γνώση του περιεχομένου των σχετικών εγγράφων της δικογραφίας», είπε η κυρία Τζάκρη και προσέθεσε «εμείς δεν ελέγχουμε την εισαγγελική κρίση αλλά ζητούμε να ενημερωθούμε για το περιεχόμενο αυτής και να αξιολογήσουμε τα νομικά επιχειρήματα που καταγράφονται» και «εφόσον τα νομικά επιχειρήματα κριθούν ανεπαρκή, κάθε πολίτης, και η Επιτροπή μας έχει δικαίωμα να ασκήσει την κριτική του».
«Το μισό σας υπουργικό σας συμβούλιο ήταν παρακολουθούμενο. Όταν στο ένα τρίτο των παρακολουθήσεων ΕΥΠ και Predator συμπίπτουν, σας καλώ να διαβάσετε θεωρία πιθανοτήτων», είπε βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Παναγιώτης Δουδωνής, απευθυνόμενος στη Νέα Δημοκρατία και προσέθεσε: «όταν το μισό υπουργικό συμβούλιο, ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, παρακολουθούντο, και αυτό είναι “όλα καλά”, αυτό δεν πλήττει ούτε το ΠΑΣΟΚ ούτε την αντιπολίτευση ούτε κανέναν άλλο. Πλήττει την κυβέρνησή σας και την ηθική και πολιτική της βάση». Ο Παναγιώτης Δουδωνής είπε επίσης ότι «υπάρχουν ερωτήματα για την κυρία Αδειλίνη. Εκάστη εποχή και ο Παπαγγελόπουλός της. Ο κ. Παπαγγελόπουλος δεν ήταν πρόσωπο, ήταν θέση». Ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ ανέφερε επίσης ότι «η υπερχειλής επιθυμία που οδήγησε την κυρία Αδειλίνη να εκδώσει δελτίο Τύπου συνιστά και αποδοχή εκ μέρους της ότι ο ρόλος της μπαίνει στον δημόσιο λόγο», πολύ περισσότερο που διακοίνωσε τις απόψεις της με τρόπο ιδιαιτέρως πολιτικοποιημένο.
Ο βουλευτής του ΚΚΕ Νίκος Καραθανασόπουλος είπε ότι η ανακοίνωση της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, σε σχέση με το πόρισμα για την υπόθεση των υποκλοπών, δημιουργεί πολύ σοβαρά ερωτηματικά για την ίδια την έρευνα, για τα στοιχεία που προέκυψαν αλλά και για το πόρισμα και τη βασιμότητα των συμπερασμάτων, όπως αυτά κωδικοποιήθηκαν από την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. «Η ανακοίνωση αυτή αποκαλύπτει τα λεγόμενα όρια της ανεξάρτητης δικαστικής εξουσίας. Αλήθεια πόσο ανεξάρτητη είναι μια δικαστική εξουσία η οποία επιλέγεται από την εκάστοτε κυβέρνηση; Να θυμίσω, ότι η κυρία Αδειλίνη είχε προταθεί από την Διάσκεψη των Προέδρων προς το υπουργικό συμβούλιο, για να επιλεγεί ως εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, από τα 4/5 των μελών που συμμετείχαν στη Διάσκεψη», είπε ο Νίκος Καραθανασόπουλος.
Ο βουλευτής της Ελληνικής Λύσης Στέλιος Φωτόπουλος είπε ότι πρέπει να προσέλθει στην Επιτροπή και η κυρία Αδειλίνη και ο κ. Ζήσης, προκειμένου να ενημερώσουν για το σύνολο της δικογραφίας και να προσκομίσουν το πόρισμα το οποίο εξέδωσαν. «Η υπόθεση αυτή δεν πρέπει να κλείσει έτσι», είπε ο κ. Φωτόπουλος και προσέθεσε πως σε όλον τον κόσμο, το συγκεκριμένο λογισμικό το αγοράζουν κυβερνήσεις και στην Ελλάδα, οι άνθρωποι που το έφεραν ή το εμπορεύονται, σχετίζονται με τον άλφα ή βήτα τρόπο, με την κυβέρνηση αλλά, κατά ένα μαγικό τρόπο, η κυβέρνηση δεν εμπλέκεται καθόλου.
«Διαβάζοντας την ανακοίνωση της κυρίας Αδειλίνη, της Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, μου ήρθε στο μυαλό αυθόρμητα ένα άλλο δικαστικό πόρισμα, μια άλλη ανακοίνωση από πολύ παλιά, μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη: “ουδεμία ανάμειξις της κυβερνήσεως διεπιστώθη”», σχολίασε η βουλευτής της Νέας Αριστεράς Σία Αναγνωστοπούλου. Η βουλευτής ζήτησε να διαβιβαστούν και το πόρισμα και η δικογραφία, όχι για να ελέγξει η Βουλή, την απόφαση της Δικαιοσύνης, αλλά όπως ο Κανονισμός ορίζει, για να ελέγξει τη λειτουργία της διαδικασίας, το πώς φτάσαμε στο πόρισμα και το τι περιέχει η δικογραφία. Επί της πολιτικής ουσίας όμως η Σία Αναγνωστοπούλου είπε: «ξέρουμε ότι παρακολουθούνται υπουργοί, ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, από την ΕΥΠ, μαθαίνουμε ότι παρακολουθούνταν αρχηγός κόμματος της αντιπολίτευσης, ο κ. Ανδρουλάκης, δημοσιογράφοι, κόσμος και λαός. Οι ίδιοι άνθρωποι παρακολουθούνταν από το Predator. Σας ρωτώ, με αυτή την ανακοίνωση του Αρείου Πάγου, πώς μπορούν να αισθάνονται ασφαλείς οι Έλληνες πολίτες, όταν ήταν νόμιμες, για λόγους εθνικής ασφάλειας, αυτές οι παρακολουθήσεις; Του κ. Δένδια; Του κ. Χατζηδάκη; Του κ. Φλώρου; Του κ. Ανδρουλάκη; Ποιοι είναι αυτοί οι λόγοι;».
Ο βουλευτής της «Νίκης» Γιώργος Ρούντας είπε ότι το όλο ζήτημα αναδεικνύει την ύπαρξη ενός ανελεύθερου, αντιδημοκρατικού και επικίνδυνου θεσμικού πλαισίου, αυτού που δίνει τη δυνατότητα σε διάφορες κρατικές υπηρεσίες, με αβάσιμες προφάσεις διαφόρων κινδύνων, αλλά και σε άλλα κυκλώματα που συνδέονται παράπλευρα με τις κρατικές υπηρεσίες, να υλοποιούν παράνομες επισυνδέσεις.
Η πρόεδρος της Πλεύσης Ελευθερίας Ζωή Κωνσταντοπούλου είπε ότι η έρευνα πρέπει να ανοίξει και τουλάχιστον ο κ. Χατζηδάκης θα πρέπει να κληθεί και προσέθεσε: «δεν ζητάμε απλώς να διαβιβαστεί το πόρισμα, δεν ζητάμε απλώς να διαβιβαστεί η δικογραφία, δεν ζητάμε απλώς να έρθει η κυρία Αδειλίνη και να δώσει τις απαραίτητες απαντήσεις, όπως οφείλει, κατά τον Κανονισμό, που λέει ότι η Επιτροπή Θεσμών μπορεί να καλεί σε ακρόαση τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, για θέματα που αφορούν λειτουργικά ζητήματα της Δικαιοσύνης, προς τον σκοπό της ενίσχυσης της διαφάνειας». Είναι σαφές, είπε η Ζωή Κωνσταντοπούλου, ότι η παρέμβαση της Δικαιοσύνης και «αυτοπροσώπως, της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, για να καλύψει την κυβέρνηση στην πιο οργιώδη υπόθεση υποκλοπών των τελευταίων ετών», δημιουργεί πολύ μεγάλα ζητήματα.
Η κυρία Κωνσταντοπούλου είπε ότι η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου δεν έδρασε στο πλαίσιο, ούτε ανακριτικών ούτε εισαγγελικών καθηκόντων, διότι το δελτίο Τύπου που εξέδωσε δεν είναι ούτε ανακριτική, ούτε εισαγγελική, ούτε διαδικαστική πράξη, «είναι μια ενέργεια συγκάλυψης, με την οποία, με τρόπο προκλητικό, μια εισαγγελική λειτουργός διορισμένη από την κυβέρνηση, πριν από ένα χρόνο, και που έχει επιχειρήσει και στην υπόθεση των Τεμπών να παρέμβει, και έχει βγει στο φόρουμ των Δελφών να αντιπαρατίθεται με τις οικογένειες, γι΄αυτήν την εισαγγελέα μιλάμε, η οποία, με δημόσιες δηλώσεις, νίβει τα χέρια της κυβέρνησης». Είναι αδιανόητο να κλείσει η υπόθεση των παρακολουθήσεων, είπε η πρόεδρος της Πλεύσης Ελευθερίας, χωρίς να μάθουμε, για λογαριασμό τίνος γινόντουσαν οι παρακολουθήσεις. Η κυρία Κωνσταντοπούλου διεύρυνε το αίτημα του κόμματος της και ζήτησε να κληθούν επίσης και οι κ.κ. Μενουδάκος και Ράμμος, όπως και ο υπουργός Εθνικής και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης. Η πρόεδρος της Πλεύσης Ελευθερίας χαρακτήρισε «αρχιερείς της συγκάλυψης», τους βουλευτές της ΝΔ και «άκυρη» τη σημερινή εξέλιξη. Προειδοποίησε δε ότι σήμερα «δεν έκλεισε τίποτα, όπως δεν έκλεισε και η εξεταστική των Τεμπών», «αντιθέτως, σήμερα ανοίγουν όλα».
Ο βουλευτής των «Σπαρτιατών» Ιωάννης Κόντης κατηγόρησε για υποκρισία τα κόμματα της αντιπολίτευσης, διότι «όταν η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου διενήργησε προκαταρκτική εξέταση για το κόμμα του -με μοναδικό μάρτυρα τον πρόεδρο του κόμματος του, ο οποίος διευκρίνισε πως όσα είχε δηλώσει δεν αφορούσαν τους βουλευτές- και παρέπεμψε τους βουλευτές, τα κόμματα τα αντιπολίτευσης υιοθέτησαν τις ενέργειες του Αρείου Πάγου και υπέβαλαν και αίτημα να μην κατέβουν στις εκλογές». «Εκεί η απόφαση του Αρείου Πάγου, της ιδίας της κυρίας Αδειλίνη ήταν αποδεκτή», είπε ο κ. Κόντης και προσέθεσε: «εμείς δεν ζητήσαμε να φέρουμε στην επιτροπή την κυρία Αδειλίνη γιατί εμείς σεβόμαστε όλες τις αποφάσεις της Γικαιοσύνης».